Τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων, ἐκπροσωπούμενον ὑπό τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Θεοφίλου Γ΄ σύν τῇ Ἁγίᾳ καί Ἱερᾷ Συνόδῳ καί τῇ Ἱερᾷ Ἁγιοταφιτικῇ Ἀδελφότητι μετά τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ καταδικάζουν τήν ἀποτρόπαιον τρομοκρατικήν ἐπίθεσιν, ἡ ὁποία ἔλαβε χώραν τήν πρωΐαν τῆς Κυριακῆς, 6ης/19ης Μαρτίου 2023, κατά τήν διάρκειαν τῆς θείας Λειτουργίας ἐν τῷ Ἱερῷ Προσκυνήματι τῆς Γεθσημανῆς εἰς τήν Ἱερουσαλήμ, ἔνθα εὑρίσκεται ὁ Τάφος τῆς Θεοτόκου.
Τό Πατριαρχεῖον καταγγέλλει ἐπίσης τήν ἀπόπειραν προκλήσεως σωματικῆς βλάβης ἐναντίον τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἑλενουπόλεως κ. Ἰωακείμ, ὁ ὁποῖος προεξῆρχε τῆς θείας Λειτουργίας, καθώς καί τήν ἐπίθεσιν εἰς ἕνα τῶν ἱερέων τοῦ Προσκυνήματος.
Τό Πατριαρχεῖον ἐκφράζει τήν λύπην αὐτοῦ διά τοῦτο τό ἀποτρόπαιον ἔγκλημα, τό ὁποῖον ἐσημειώθη κατά τήν περίοδον τῶν προετοιμασιῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς διά τούς ἑορτασμούς καί τάς παραδοσιακάς τελετουργίας τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καί τοῦ Πάσχα, ἰδιαιτέρως τοῦ Μ. Σαββάτου τοῦ Ἁγίου Φωτός, τό ὁποῖον τυγχάνει πλέον σημεῖον ἐποχικῆς ταλαιπωρίας διά τούς πιστούς, συνεπείᾳ τῶν σωματικῶν περιορισμῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιβάλλονται ὑπό τῶν Ἀρχῶν, οὕτως ὥστε νά ἐμποδίσουν αὐτούς νά φθάσουν εἰς τόν Πανίερον Ναόν τῆς Ἀναστάσεως καί τόν Πανάγιον Τάφον διά νά ἀσκήσουν τό θεόδοτον δικαίωμα λατρείας των.
Τό Πατριαρχεῖον τονίζει ἐπίσης ὅτι αἱ τρομοκρατικαί ἐπιθέσεις, προκληθεῖσαι ὑπό ριζοσπαστικῶν Ἰσραηλινῶν ὁμάδων, στοχεύουσαι ἱερούς Ναούς, νεκροταφεῖα καί Χριστιανικάς περιουσίας, πέραν ἀπό τήν σωματικήν καί λεκτικήν κακοποίησιν κατά Χριστιανῶν κληρικῶν, ἔχουν γίνει σχεδόν καθημερινόν φαινόμενον, τό ὁποῖον προφανῶς ἐντείνεται κατά τάς Χριστιανικάς ἑορτάς. Αὕτη ἡ θλιβερά κατάστασις δέν ἔχει προκαλέσει καμμίαν ἀντίστοιχον ἀντίδρασιν, εἰς τοπικόν ἤ διεθνές ἐπίπεδον, παρά τάς ἐκκλήσεις, τά αἰτήματα καί τάς διαμαρτυρίας τῶν Ἐκκλησιῶν τῶν Ἁγίων Τόπων. Εἶναι πλέον ὀδυνηρῶς πασιφανές, ὅτι ἡ αὐθεντική Χριστιανική παρουσία εἰς τούς Ἁγίους Τόπους εὑρίσκεται εἰς μεγάλον κίνδυνον.
Τό Πατριαρχεῖον βεβαιώνει ὅτι αἱ ἐπιθέσεις πρός Χριστιανικούς ἱερούς τόπους, περιουσίας, κληρονομίαν καί ταυτότητα συνιστοῦν παραβίασιν τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου, τό ὁποῖον ἀπαιτεῖ ρητῶς τήν προστασίαν τῶν θρησκευτικῶν χώρων εἰς τήν Ἱερουσαλήμ καί τονίζει τήν ἀνάγκην σεβασμοῦ αὐτοῦ τοῦ βασικοῦ ἀνθρωπίνου δικαιώματος εἰς τήν ἐλευθέραν λατρείαν.
Τό Πατριαρχεῖον ἐπισημαίνει ὅτι ἡ Ἱερουσαλήμ εἶναι μία πόλις ἐξαιρετικῶς σημαντική διά πάντας τούς Χριστιανούς ἀπό τήν ἐποχήν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἁγία Πόλις εἶναι μάρτυς τῶν σημαντικωτέρων γεγονότων τῆς Χριστιανικῆς ἱστορίας, τά ὁποῖα εἶναι βαθέως ριζωμένα εἰς τήν Χριστιανικήν πίστιν. Αὐτά τά γεγονότα ἐνισχύουν τήν Χριστιανικήν σύνδεσιν καί προσκόλλησιν εἰς αὐτήν τήν Πόλιν, τήν ὁποίαν ἡμεῖς οἱ Χριστιανοί, αἱ Ἐκκλησίαι, οἱ ἱεροί τόποι καί ἡ κληρονομία ἡμῶν ἀποτελοῦν οὐσιαστικόν συστατικόν τῆς ποικιλομόρφου ἱστορίας, τοῦ παρόντος καί τοῦ μέλλοντος αὐτῆς.
Αὕτη ἡ ἐπίθεσις εἰς τόν Ἱερόν Ναόν τοῦ Θεομητορικοῦ Μνήματος εἰς τήν Ἱερουσαλήμ εἶναι ἕν φρικτόν τρομοκρατικόν ἔγκλημα, τό ὁποῖον δέν δικαιολογεῖται εἰς καμμίαν περίπτωσιν. Τό Πατριαρχεῖον ποιεῖ ἔκκλησιν πρός τήν διεθνῆ Κοινότητα νά παρέμβῃ ἀμέσως διά νά παράσχῃ ἀσφάλειαν καί προστασίαν εἰς τούς Χριστιανούς τῆς Ἱερουσαλήμ καί εἰς τούς ἱερούς τόπους, συμπεριλαμβανομένου τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως καί τοῦ Παναγίου Τάφου, οἱ ὁποῖοι ὑφίστανται ἀξιοθρηνήτους μορφάς παραβιάσεων καί ἐπιθέσεων ὑπό τῶν ριζοσπαστικῶν Ἰσραηλινῶν ὀργανώσεων.
Τό Πατριαρχεῖον ζητεῖ περαιτέρω νά ληφθοῦν τά ἀπαραίτητα νομικά μέτρα καθ’ ὅλων ὅσοι ἐμπλέκονται εἰς τρομοκρατικά ἐγκλήματα ἐναντίον ὁποιουδήποτε ἱεροῦ τόπου.