Του π. Ηλία Μάκου
Από την Κωνσταντινούπολη βρέθηκε στην Παραμυθιά θεσπρωτίας και από εκεί στην Κέρκυρα το θαυματουργό και άφθαρτο λείψανο της Αγίας Θεοδώρας, για να μας θυμίζει ότι μια αρχόντισσα δεν δυσκολεύτηκε να ακολουθήσει το δρόμο του αγαθού, απέναντι στο χάος και την άβυσσο, καθώς ο νους και η καρδιά της φωτίστηκε και ζούσε λυτρωμένα.
Η Αγία Θεοδώρα, που η μνήμη της εορτάζεται στις 11 Φεβρουαρίου, έχει μείνει στην ιστορία της Εκκλησίας, ως η Βασίλισσα, που αποκατέστησε την τιμή των εικόνων.
Όμως υπάρχει και κάτι άλλο πολύ σημαντικό από την ιστορία της ζωής της, που την δικαίωσε στα μάτια του Θεού.
Εκοιμήθη ως μοναχή το 867 και το άφθαρτο λείψανό της φυλάσσεται στο ναό της Παναγίας Σπηλαιωτίσσης Κέρκυρας.
Κατά το έτος 1453 το ιερό σκήνωμα της Αγίας Θεοδώρας, που βρισκόταν στο ναό της Αγίας Αναστάσεως στην Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε, μαζί με το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνα, από τον ιερέα Γρηγόριο Πολύευκτο στην Κέρκυρα, προκειμένου να διασωθεί.
Για τρία χρόνια και τα δύο σκηνώματα, και της Αγίας Θεοδώρας και του Αγίου Σπυρίδωνα, παρέμειναν στη Μονή της Παναγίας στην Παραμυθιά Θεσπρωτίας.
Μόλις, μετά το θάνατό του άνδρα της αυτοκράτορα Θεόφιλου, που ήταν εικονομάχος και είχε κηρύξει διώξεις, ανέβηκε στο θρόνο, αναλαμβάνοντας την επιτροπεία του ανήλικου υιού της Μιχαήλ, που ήταν ο διάδοχος, συγκρότησε και επικύρωσε τα πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας (787), κατέβασε από τον πατριαρχικό θρόνο τον εικονομάχο Ιωάννη, τον έβδομο και ανέβασε το Μεθόδιο.
Ήταν τέτοια η προσήλωσή της Αγίας Θεοδώρας στην Ορθοδοξία, που για την πίστη της, ενώ ήταν αυτοκράτορας ο σύζυγός τους, εκείνη κρυφά στο δωμάτιό της είχε εικόνες και προσευχόταν σ’ αυτές και τις ασπαζόταν.
Μάλιστα λίγο πριν το τέλος της ζωής του ο Αυτοκράτορας Θεόφιλος, βοηθημένος από τα δάκρυα της Θεοδώρας γι’ αυτόν μπροστά στις εικόνες, εξέπνευσε.
Η γνησιότητα της πίστης της φάνηκε και όταν ο αδελφός της Βάρδας και ο γιός της Μιχαήλ, στράφηκαν εναντίον της.
Και για να απαλλαγούν από την παρουσία της, την έκλεισαν μαζί με τις κόρες της Άννα, Θέκλα, Αναστασία, Μαρία και Πουλχερία, στη Μονή Γαστριών, και διέταξαν την κουρά της ως μοναχής.
Εκείνη δεν αντέδρασε καθόλου και επιδόθηκε με πολύ ζήλο στην προσευχή και στην άσκηση. Έτσι από Βασίλισσα του κόσμου, έγινε μέλος της Βασιλείας του Θεού.
Ήταν εδραιωμένη μέσα της η πεποίθηση ότι ο Θεός ήταν συμπαραστάτης και βοηθός της, έτσι οι φοβίες της διαλύονταν, τα ισχυρά αντίθετα ρεύματα και από αυτό το οικογενειακό της περιβάλλον, δεν είχαν τη δύναμη να την κλονίσουν.
Η Θεοδώρα είχε αντιληφθεί από την πρώτη στιγμή ότι ο Ιησούς είναι Ήλιος, που με το πνευματικό Του φως θερμαίνει και αναζωογονεί τις ψυχρές ανθρώπινες καρδιές και υπάρξεις.
Αυτόν τον Ήλιο έχουμε ανάγκη και σήμερα, για να διαλυθούν τα σκοτάδια μέσα μας και γύρω μας και να σταματήσουν τα σκοτεινά και φαύλα έργα. .
Όσοι δεν αφήνουμε τις θεραπευτικές και σωτήριες ακτίνες Του να μας διαπεράσουν, όσοι ως Χριστιανοί έχουμε πολλές και ουσιαστικές ελλείψεις, ήρθε η ώρα να ακολουθήσουμε αληθινά τον Ιησού, που τόσο με τη διδασκαλία Του όσο και με τη ζωή Του είναι η προσδοκία μας.
Και αποτελεί “στήλη πυρός” για το ανθρώπινο καραβάνι, που έρημο και χωρίς οδηγό ταξιδεύει μέσα στις ασέληνες νύχτες.