You are currently viewing Το Γράμμα Εκδόσεως του 1686 και το «Ουκρανικό Ζήτημα»

Το Γράμμα Εκδόσεως του 1686 και το «Ουκρανικό Ζήτημα»

  • Reading time:1 mins read
Δρ. Αναστάσιος Κων. Βαβούσκος
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Άρχων Ασηκρήτης της Μ.τ.Χ.Ε.

Όλο το «Ουκρανικό Ζήτημα» περιστρέφεται γύρω από το περιβόητο πλέον
σε όλους «Γράμμα Εκδόσεως» του έτους 1686, που συνιστά και τον τίτλο, επί του
οποίου τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και το Πατριαρχείο Μόσχας
θεμελιώνουν τα κανονικά δικαιώματά τους. Με μία όμως διαφορά. Για μεν το
Οικουμενικό Πατριαρχείο το εν λόγω «Γράμμα» συνιστά νόμιμο τίτλο, ενώ για το
Πατριαρχείο Μόσχας συνιστά – αν και ακόμη και αυτό είναι υπό συζήτησιν –
νομιζόμενο τίτλο. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι με όσα θα παραθέσω αμέσως
παρακάτω (βλ. εκτενέστερα Αν. Βαβούσκου, Το Ουκρανικό Ζήτημα, εκδόσεις
Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2020) αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά, ότι το «Ουκρανικό
Ζήτημα» είναι η μέγιστη νομοκανονική παρεξήγηση εκ μέρους των δέκα
Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Ειδικότερα:
Παρά το γεγονός, ότι ο όρος «Έκδοσις» έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό
μέσα από το «Γράμμα Εκδόσεως» του 1686, στο Κανονικό Δίκαιο ο όρος αυτός δεν
είναι άγνωστος.
Στο Κανονικό Δίκαιο γίνεται αναφορά στον όρο «Ἔκδοσις» υπό την σαφή
έννοια της προσωρινής και όχι οριστικής μεταβιβάσεως δικαιώματος. Ούτως:
Α) ο 12 ος κανόνας της Ζ΄ Οικουμενικής συνόδου κάνει σαφή διάκριση μεταξύ
«ἐκποιήσεως» και «ἐκδόσεως»: «Εἴ τις ἐπίσκοπος εὑρεθείη, ἢ ἡγούμενος, ἐκ τῶν
αὐτουργίων τοῦ ἐπισκοπείου, ἢ τοῦ μοναστηρίου, ἐκποιούμενος εἰς ἀρχοντικήν
χεῖρα, ἢ ἑτέρῳ προσώπῳ ἐκδιδούς,…». Αποσαφηνίζοντας έτι περαιτέρω τον όρο ο
Θ. Βαλσαμών, κάνει στο ερμηνευτικό σχόλιο του υπό τον ίδιο κανόνα, φανερή
διάκριση μεταξύ «ἐκποιήσεως», που είναι η οριστική μεταβίβαση με ταυτόχρονη
οριστική απώλεια του δικαιώματος ιδιοκτησίας και «ἐκδόσεως» που είναι η
προσωρινή εκχώρηση δικαιώματος, μη οδηγούντος σε απώλεια ιδιοκτησίας:
«Γίνωσκε δέ, ὅτι ἀπό τῶν νόμων κυρίως ἐκποίησις μέν λέγεται ἡ μετάθεσις τῆς
δεσποτείας, ἤγουν ἡ δωρεά, ἡ πρᾶσις, ἡ ἐμφύτευσις, ἡ ἀνταλλαγή, καί τά ὅμοια∙
ἔκδοσις δέ, ἡ ἐπί προσώποις, ἤ χρόνοις ὡρισμένοις παραπομπή∙ καταχρηστικῶς
δέ καί ἡ ἔκδοσις ἐκποίησις λέγεται, καί ἡ ἐκποίησις ἔκδοσις. ….. Ὁ γάρ κανών οὐ
παρακελεύεται ἐκβάλλεσθαι τόν ἐπίσκοπον ἐκ τοῦ ἐπισκοπείου, ὅτε ἄκυρον

ἐκποίησιν αὐτουργίου διαπράξοιτο, ἀλλ’ ὅτε μετά δόλου ἔκδοσιν ἀκινήτου
ἐκκλησιαστικοῦ ποιήσει».
Επί του ιδίου κανόνα, δηλαδή του 12 ου της Ζ΄ Οικουμενικής, το θέμα επιλύεται στο
σχόλιο του Πηδαλίου, κατά το οποίο «ἔκδοσις» είναι η μη οριστική παραχώρηση
πράγματος: «Κυρίως μὲν ἐκποίησις λέγεται, ἡ μετάθεσις εἰς ἄλλον δεσπότην καὶ
οἰκοκύριον ἑνὸς ἀκινήτου, ἢ κινητοῦ πράγματος, ἡ γινομένη ἤ μέ δωρεάν, ἤ μέ
πώλησιν, ἤ μέ ἐμφύτευσιν, ἤ μέ ἀλλαγήν, ἤ μέ ἄλλον ὅμοιον τρόπον. Ταὐτὸν εἰπεῖν,
ὅταν ἀποξενωθῇ τελείως τὸ πρᾶγμα καὶ δοθῇ εἰς ἄλλον. Ἔκδοσις δὲ εἶναι ὅταν δοθῇ
ἕνα πρᾶγμα ὄχι τελείως καὶ πάντοτε, ἀλλὰ πρὸς καιρὸν εἴς τινας».
Β) το Πηδάλιον, στην ερμηνεία του 4 ου κανόνα της Α΄ Οικουμενικής συνόδου
(παραπομπή 1) σημειώνει: «Ὁ κανὼν οὗτος διαγορεύει, ὅτι τὸ κῦρος τῶν ἐν ἑκάστῃ
ἐπαρχίᾳ γενομένων νά ἔχῃ ὁ Μητροπολίτης, καὶ αὐτὸς νά χειροτονῇ ὅλους τοὺς
ὑποκειμένους αὐτοῦ Ἐπισκόπους. Ὁ γὰρ ἱερὸς τύπος, κατὰ τὸν ἱερὸν Συμεὼν
Θεσσαλ. ἑρμηνεύει, ὅτι ἡ μὲν σύνοδος νά ψηφίζῃ τρεῖς, καὶ νά ἀνάγονται τῷ
Μητροπολίτῃ ἢ τῷ Πατριάρχῃ. Ἐκεῖνος δὲ ἀποφασίζη ἕνα τῶν τριῶν εἰς τὸ νά δεχθῇ
τὸ τῆς χειροτονίας μήνυμα. Καὶ ἢ αὐτὸς ὁ ἴδιος τὸν χειροτονεῖ μετὰ καὶ ἄλλων
ἀρχιερέων συλλειτουργῶν, ἤ μέ ἔκδοσιν ἐδικὴν του, ἄλλοι τὸν χειροτονοῦν».
Γ) Στο ίδιο πλαίσιο και ο Θ. Βαλσαμών στο σχόλιο του υπό τον 31 ο κανόνα των
Αποστόλων σημειώνει, αναφερόμενος στα παράπονα των επιχωρίων επισκόπων για
τα πατριαρχικά σταυροπήγια: «…ὡς τῶν ζητούντων αὐτά, καί ποιουμένων τήν τοῦ
οἰκουμενικοῦ πατριάρχου ἀναφοράν, μηδέ λόγου ἀξιούντων αὐτούς∙ ἀλλ’ οὐκ
εἰσηκούσθησαν, καί ταῦτα ζητοῦντες κανόνας προκομισθῆναι, τήν τῶν τοιούτων
σταυροπηγίων ἐκχωροῦντας ἔκδοσιν, ὡς τοῦ μέρους τῆς ἁγιωτάτης μεγάλης
ἐκκλησίας γενναίως ἀποσκευασαμένου τήν τούτων ἔνστασιν, διά τῆς μακρᾶς
ἐκκλησιαστικῆς ἀγράφου συνηθείας, τῆς ἀντί κανόνων κρατησάσης ἐξ
ἀμνημονεύτων χρόνων καί μέχρι τοῦ νῦν».
Περαιτέρω, ο όρος «ἔκδοσις» συναντάται στις πηγές:
α) είτε ως «Εκκλησιαστική Έκδοσις» (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Β΄, 128),
β) είτε ως «Πατριαρχική Έκδοσις» (Βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Β΄, 464, 465,
605 και Γ΄, 241, 482, 486, 488. Επίσης σε Ι. ΒΕΛΟΎΔΗ, Χρυσόβουλλα και Γράμματα των
Οικουμενικών Πατριαρχών ανήκοντα εις τους Φιλαδελφείας Μητροπολίτας
Υπερτίμους και Εξάρχους Πατριαρχικούς και Προέδρους πνευματικούς της Ενετίησι

των Ορθοδόξων Κοινότητος, Βενετία: εκ του Ελληνικού Τυπογραφείου «Φοίνιξ»,
1893, 93 -98),
γ) είτε ως «Γράμμα Εκδόσεως» (Βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Γ΄, 383 κεξ.),
όπως στην εξεταζόμενη περίπτωση του «Ουκρανικού Ζητήματος» και κατά κανόνα
φέρεται να χορηγείται από τους εκάστοτε Οικουμενικούς Πατριάρχες. Πρόκειται,
ουσιαστικώς, για μια λύση, που εδράζεται στην εφαρμογή της εκκλησιαστικής
οικονομίας, δηλαδή της κατά περίπτωση παρεκκλίσεως από την κατά γράμμα
εφαρμογή των κανονικών διατάξεων.
Ας δούμε, τώρα, μερικά ενδεικτικά παραδείγματα χρήσεως της «Εκδόσεως».
Α. Η «Έκδοσις» δύναται, καταρχήν, να αφορά σε χορήγηση αδείας για τέλεση
Θείας Μυσταγωγίας εκ μέρους Οικουμενικού Πατριάρχη είτε σε Μητροπολίτη είτε
ακόμη και σε άλλον Πατριάρχη.
Ούτως, με την από 15 Απριλίου 1704 Πατριαρχική Έκδοση ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Γαβριήλ Γ΄ παρείχε στον Μητροπολίτη Καισαρείας Χρύσανθο την άδεια,
να τελέσει την θεία Μυσταγωγία κατά την ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου, στον
ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου εντός του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου «μετά τῆς
κανονικῆς παρατηρήσεως καί ἄνευ τῆς τοῦ ἱεροῦ Συνθρόνου ἐγκαθιδρύσεως» (βλ.
ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Β΄, 464).
Επίσης, με την από 3 Μαΐου 1710 Πατριαρχική Έκδοση ο Οικουμενικός Πατριάρχης
Αθανάσιος Ε΄ παρείχε στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεο, την άδεια τελέσεως
της θείας Μυσταγωγίας κατά την Κυριακή 7 Μαΐου στον Άγιο Γεώργιο Νεοχωρίου
«μετά Πατριαρχικῆς παρρησίας καί ἄνευ τῆς τοῦ ἱεροῦ Συνθρόνου ἐγκαθιδρύσεως
καί εὐλογήσῃ καί ἁγιάσῃ τούς Χριστιανούς» (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Β΄,
464.
Β. Περαιτέρω, η «Έκδοσις» δύναται να αφορά σε άδεια για τέλεση ιεροπραξιών
εκτός ιερού ναού, λόγω πανδημίας.
Ούτως, με την από 2 Αυγούστου 1721 Πατριαρχική Έκδοση ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Ιερεμίας Γ΄παρείχε στον Αρχιεπίσκοπο Άνω Ιβηρίας Δομέτιο την άδεια
να τελεί ιεροπραξίες κατ’ οίκον με την χρήση ιερού αντιμηνσίου, λόγω της
αδυναμίας χρήσεως του ιερού ναού εξαιτίας πανδημίας πανώλης (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ,
Πατριαρχικά Έγγραφα, Γ΄, 241).

Γ. Άλλη περίπτωση είναι αυτή της αδείας για τέλεση συγκεκριμένης χειροτονίας
κληρικού σε Μητροπολίτη, ο οποίος ανήκει σε άλλη Αυτοκέφαλη Εκκλησία, κατόπιν
αιτήσεως του Προκαθημένου ή του κλήρου και λαού της Εκκλησίας αυτής ή αυτή
της αδείας για τέλεση χειροτονίας ιερομονάχου σε Μητροπολίτη επί ψιλώ ονόματι.
Ούτως, με την από 29 Φεβρουαρίου 1856 Εκκλησιαστική Έκδοση, ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Κύριλλος Ζ΄ – κατόπιν αιτήσεως του Πατριάρχη Αλεξανδρείας – παρέχει
στον Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Νήφωνα την άδεια, να τελέσει χειροτονία
Αρχιμανδρίτη του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας σε Μητροπολίτη της πάλαι ποτέ
διαλαμψάσης Μητροπόλεως Λιβύης του ιδίου Πατριαρχείου (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ,
Πατριαρχικά Έγγραφα, Β΄, 128 (σε περίληψη).
Επίσης με την από 15 Ιουλίου 1810 Πατριαρχική Έκδοση, ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Ιερεμίας Γ΄ παρέχει – μετά από αίτηση του κλήρου και του λαού της
Εκκλησίας Κύπρου – στον Αρχιεπίσκοπο Σιναίου Κωνστάντιο την άδεια, να τελέσει
χειροτονίες δύο Αρχιμανδριτών της Εκκλησίας Κύπρου σε Αρχιεπίσκοπο Κύπρου και
Μητροπολίτη Κιτίου αντιστοίχως (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Β΄, 605-606).
Επίσης, με την από 4 ης Αυγούστου 1786 Πατριαρχική Έκδοση ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Προκόπιος, παρέχει στον Μητροπολίτη Μολδαβίας την άδεια – μαζί με
άλλους δύο Αρχιερείς – να χειροτονήσει τον ιερομόναχο κ. Γρηγόριο Μητροπολίτη
επί ψιλώ ονόματι στον θρόνο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Μητροπόλεως
Ιεραπόλεως (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Γ΄, 485-486).
Δ. Ιδιαιτέρως διαδεδομένη είναι η περίπτωση είναι αυτή της παροχής «Εκδόσεως»,
που αφορά σε παροχή αδείας για πλήρωση διά μεταθέσεως χηρεύοντος Θρόνου
Μητροπόλεως, που κείται εντός των ορίων κανονικής δικαιοδοσίας του παρέχοντος
την άδεια Επισκόπου.
Ούτως με (άνευ χρονολογίας) Γράμμα Εκδόσεως ο Οικουμενικός Πατριάρχης
Αθαναάσιος Ε΄ ή Κυπριανός, παρέχει στους Αρχιερείς, στον κλήρο και στο Βοεβόδα
της Ουγγροβλαχίας, την άδεια, να εκτελέσουν την μετάθεση του επιτοπίως
εκλεγέντος Επισκόπου Ριμνίκου κ. Ανθίμου στον μητροπολιτικό Θρόνο της
Ουγγροβλαχίας (Βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, Γ΄, 383 κεξ).
Επίσης με την από 1 ης Απριλίου 1786 Πατριαρχική Έκδοση ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Προκόπιος παρέχει στους Αρχιερείς της Μητροπόλεως Μολδαβίας, την
άδεια να εκτελέσουν την μετάθεση του επιτοπίως εκλεγέντος Επισκόπου Ρωμάνου

κ. Λέοντα στον μητροπολιτικό Θρόνο της Μολδαβίας (βλ. ΔΕΛΙΚΆΝΗ, Πατριαρχικά
Έγγραφα, Γ΄, 482 (σε περίληψη).
Ε. Πιο σημαντική, όμως, από όλες τις περιπτώσεις, καθόσον αφορά στην περίπτωση
του Γράμματος Εκδόσεως του 1686, είναι η περίπτωση της παροχής αδείας για
χειροτονία χηρεύοντος Θρόνου Μητροπόλεως, που κείται εντός των ορίων
κανονικής δικαιοδοσίας του παρέχοντος την άδεια Επισκόπου. Η άδεια αυτή
χειροτονίας αφορά πάντοτε σε κληρικό, που έχει εκλεγεί επιτοπίως, ήτοι στην έδρα
της Μητροπόλεως, της οποίας ο Θρόνος τελεί εν χηρεία. Ειδικότερα:
Με το Πατριαρχικό Χρυσόβουλλο του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωαννίκιου του
έτους 1651 (Βλ. το κείμενο σε ΒΕΛΟΎΔΗ, Χρυσόβουλλα, 45 – 51), το οποίο
επιβεβαιώνει και επεκτείνει τα προνόμια και την εξουσία του Μητροπολίτη
Φιλαδελφείας ως Πατριαρχικού Εξάρχου στο πατριαρχικό σταυροπήγιο του Ιερού
Ναού Αγίου Γεωργίου Βενετίας, παρασχέθηκε στον Μητροπολίτη Φιλαδελφείας,
υπό την ιδιότητα του εξάρχου και επιτρόπου του οικουμενικού θρόνου, η άδεια
μετά «τῆς κατά τόπον ἐκλογῆς γινομένης», να τελεί τη χειροτονία του
Αρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας και Ζακύνθου και του Επισκόπου Κυθήρων, όταν οι
θρόνοι αυτοί περιείρχοντο σε κατάσταση χηρείας μετά την εκδημία των
προκαθημένων αυτών. Στη συνέχεια, μετά τη χειροτονία, ο Μητροπολίτης
Φιλαδελφείας ήταν υποχρεωμένος «τό μέν φιλότιμον τοῦ Κεφαληνίας πέμπειν τῷ
0ἰκουμενικῷ θρόνῳ, τό δέ τοῦ Κυθήρων, τῷ Μητροπολίτῃ Μονεμβασίας, ἴνα τά
δίκαια τῶν Μητροπόλεων διασώζοιντο». Αυτή είναι και η μοναδική περίπτωση, που
η «Έκδοση» δίδεται επ’ αόριστον, δηλαδή μέχρι της ανακλήσεως της, διότι
παραχωρήθηκε σε Ιεράρχη του Οικουμενικού Θρόνου, που ήδη υπάγεται στην
κανονική δικαιοδοσία του παρέχοντος την άδεια Οικουμενικού Πατριάρχη.
Στην περίπτωση δε της χειτοτονίας του Επισκόπου Κυθήρων, επειδή η
απόσταση μεταξύ Βενετίας και Κυθήρων ήταν μεγάλη, παρείχετο με το ως άνω
Χρυσόβουλλο η άδεια στον Μητροπολίτη Φιλαδελφείας να αποστείλει «ἔκδοσιν»
στον Αρχιεπίσκοπο Κεφαλληνίας, ούτως ώστε να τελέσει αυτός την χειροτονία.
Δηλαδή, το εκχωρούμενο δικαίωμα μπορούσε να εκχωρηθεί περαιτέρω από τον
Εκδοχέα Μητροπολίτη, εφόσον επέτρεπε την μετεκχώρηση αυτή ο Εκχωρητής
Οικουμενικός Πατριάρχης.

Εκ των παραπάνω, λοιπόν, συνάγεται ότι ως «Έκδοσις» νοείται η εκχώρηση
του δικαιώματος της τελέσεως χειροτονίας από τον Επίσκοπο – δικαιούχο του
δικαιώματος προς άλλον Επίσκοπο, υπό τις προϋποθέσεις που ο εκχωρών
Επίσκοπος θέτει στην πράξη εκχωρήσεως, για εκλογή η οποία γίνεται «ἐπιτοπίως»,
δηλαδή στην εκκλησιαστική επαρχία που χήρευσε και πληρούται με την εκλογή και
την επ’ αδείᾳ χειροτονία.
Η αναφορά σε «Έκδοση» – και μάλιστα επανειλλημένη – περιέχεται και στο
από του έτους 1687 Πατριαρχικό Χρυσόβουλλο του Οικουμενικού Πατριάρχη
Διονυσίου Δ΄(Βλ. το κείμενο σε ΒΕΛΟΎΔΗ, Χρυσόβουλλα, 69 -74), του ιδίου δηλαδή
Πατριάρχη που εξέδωσε ένα έτος πριν το «Γράμμα Ἐκδόσεως» του 1686 όπου,
σαφώς και ρητώς αναφέρεται:
α. ότι για την εκλογή του Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Μελετίου (Τυπάλδου 1685 –
1713), μετά την εκδημία του προκατόχου του Γερασίμου, είχε δοθεί από τον
Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Ιάκωβο «ἔκδοσις» για την χειροτονία τού «κατά τάς
τόπον συνήθεις ψήφους» νεο-εκλεγέντος Μητροπολίτη Μελετίου (Βλ. το κείμενο σε
ΒΕΛΟΎΔΗ, Χρυσόβουλλα, 71: «…ἅτε τοῦ ἐν αύτῇ ἀρχιερατεύοντος πρότερον κύρ
Γερασίμου τό ζῆν θανάτῳ φυσικῷ έκμετρήσαντος έπί τῆς πατριαρχείας τοῦ πρό
ἡμῶν πατριαρχεύοντος κύρ Ἰακώβου, δέδοται δέ παρ’ έκείνου κατά τάς κατά τόπον
συνήθεις ψήφους, διά κλήρων ὁλοκληρίαν ἔκδοσις ἐπί χειροτονίᾳ, ἐκλεγέντος…».
β. ότι κατά την παρασχεθείσα «πατριαρχικήν ἔκδοσιν», η Ιερά Σύνοδος του
Οικουμενικού Πατριαρχείου επικυρώνει εκ των υστέρων την χειροτονία αυτή κατά
τους κανόνες των ιερών συνόδων (Βλ. το κείμενο σε ΒΕΛΟΎΔΗ, Χρυσόβουλλα, 72:
«…Τοιγάρτι κατά τήν πατριαρχικήν ἔκδοσιν, τοῦ διαλειφθέντος παρά τριῶν
συλλειτουργούντων χειροτονηθέντος τῇ ἐπικλήσει τοῦ παναγίου Πνεύματος, ἐπί
προστασίᾳ τῆς μητροπόλεως ταύτης, ἔγνωσται ἡμῖν τήν τοιαύτην χειροτονίαν,
κατασφαλίσαι τε καί ἐπικυρῶσαι κατά τούς ὅρους τῶν ἱερῶν συνόδων»). Τούτο
οφείλεται στο γεγονός, ότι ο κατά την χειροτονία Οικουμενικός Πατριάρχης δεν
ήταν και αυτός που εκχώρησε το δικαίωμα χειροτονίας, οπότε θα έπρεπε να τύχει
και τυπικώς της εγκρίσεώς του.
Εάν, μάλιστα, ληφθεί υπόψιν, ότι ο υπογράφων το Χρυσόβουλλο είναι ο ίδιος
Οικουμενικός Πατριάρχης, που υπέγραψε το επίμαχο «Γράμμα Εκδόσεως» του 1686
και ότι το ως άνω Χρυσόβουλλο εκδόθηκε ένα έτος μετά από αυτό το «Γράμμα

Εκδόσεως», τότε γίνεται ακόμη πιο σαφής η συσχέτιση του περιεχομένου των δύο
αυτών κειμένων.
Τέλος, σαφέστερο και νεότερο παράδειγμα συνιστά η Πατριαρχική και
Συνοδική Πράξη του 1866 περί παραχωρήσεως στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της
Ελλάδος των εκκλησιαστικών επαρχιών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην
Επτάνησο. Στην Πράξη αυτή, με την οποία μεταβιβάζεται στην Αυτοκέφαλη
Εκκλησία της Ελλάδος η κανονική δικαιοδοσία των Ιερών Μητροπόλεων της
Επτανήσου, ήτοι των Ιερών Μητροπόλεων της Κερκύρας, της Κεφαλληνίας, της
Ζακύνθου, της Λευκάδος και Αγίας Μαύρας, της Αρχιεπισκοπής Κυθήρων και των
Επισκοπών Ιθάκης και Παξών, υποκειμένων στις Ιερές Μητροπόλεις Κεφαλληνίας
και Κερκύρας αντιστοίχως, γίνεται σαφής αναφορά στο μέχρι την έκδοση της
Πράξεως καθεστώς, από την οποία προκύπτει:
α. ότι η διοίκηση αυτών ησκείτο από την περιοδική εξαρχία ενός των
τεσσάρων Μητροπολιτών ( «…ὑπὸ τὴν περιοδικὴν διαδοχικὴν ἐξαρχίαν ἑνὸς τῶν
τεσσάρων αὐτῶν Μητροπολιτῶν,…». Οι τέσσερις Μητροπολίτες είναι οι Κερκύρας,
Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Λευκάδος και Αγίας Μαύρας),
β. ότι οι Μητροπολίτες αυτοί είχαν χειροτονηθεί με «Πατριαρχικές Εκδόσεις»
του Οικουμενικού Πατριάρχη Ανθίμου Γ΄ («…χειροτονηθέντων τότε διὰ
Πατριαρχικῶν ἐκδόσεων τοῦ ἀοιδίμου ἐν Πατριάρχαις κυροῦ Ἀνθίμου τοῦ Γ΄,…».),
γ. ότι είχαν παρακρατηθεί υπέρ του Οικουμενικού Θρόνου δύο προνόμια, του
μνημοσύνου του πατριαρχικού ονόματός του και της εκδόσεως πατριαρχικών
αδειών για τις χειροτονίες νέων Αρχιερέων («…φυλαττομένων τῶν τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Θρόνου προνομίων ἐν τῷ μνημοσύνῳ τοῦ Πατριαρχικοῦ ὀνόματος καὶ
τῇ ἐκδόσει ἀδείας πατριαρχικῆς ἐν χειροτονίαις νέων Ἀρχιερέων».).
Προδήλως, το ως άνω παράδειγμα καταρρίπτει οποιονδήποτε αντίθετο
ισχυρισμό ως προς την φύση του «Γράμματος Ἐκδόσεως», ήτοι της εκχωρήσεως εν
γένει δικαιώματος τελέσεως χειροτονιών και επαληθεύει τα προηγούμενα
παραδείγματα. Είναι απολύτως σαφές από την ανωτέρω Πράξη, ότι οι μεν τέσσερις
Μητροπολίτες, έχοντας την ιδιότητα του Εξάρχου, χειροτονήθηκαν κατόπιν
«Πατριαρχικών Εκδόσεων» (Ο πληθυντικός στο κείμενο της Πράξεως
(«χειροτονηθέντων τότε διὰ Πατριαρχικῶν ἐκδόσεων») αποδεικνύει, ότι για έκαστο
τον Μητροπολιτών εκδόθηκε ιδιαίτερη Πατριαρχική Έκδοση, δηλαδή άδεια

χειροτονίας), παρακρατήθηκε δε υπέρ του Οικουμενικού Πατριάρχη το δικαίωμα να
εκχωρεί το δικαίωμα χειροτονίας για τους μελλοντικούς Μητροπολίτες, εκδίδοντας
νέες «Πατριαρχικές Εκδόσεις» («…καὶ τῇ ἐκδόσει ἀδείας πατριαρχικῆς ἐν
χειροτονίαις νέων Ἀρχιερέων»). Τούτο σημαίνει, ότι για κάθε χειροτονία νέου
Μητροπολίτη σε μια εκ των Ιερών Μητροπόλεων της Επτανήσου εκδιδόταν νέα
«Πατριαρχική Έκδοση», αποκλειομένης της παροχής γενικής ισχύος και αόριστης
διάρκειας «Πατριαρχικής Έκδόσεως».
Συμπερασματικώς, και όπως προκύπτει από τα προεκτεθέντα στοιχεία, η
σχετική «Πατριαρχική Έκδοση» συνιστά Πατριαρχική και Συνοδική απόφαση, με την
οποία εκχωρούνται κανονικές αρμοδιότητες μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται το
το δικαίωμα χειροτονίας. Στην περίπτωση αυτή, το συγκεκριμένο δικαίωμα:
α. εκχωρείται από τον δικαιούχο ασκήσεως της αρμοδιότητας αυτής,
β. προς άλλον επίσκοπο,
γ. υπό τις προϋποθέσεις που θέτει ο εκχωρών την αρμοδιότητα επίσκοπος,
δ. για μία χειροτονία επισκόπου,
ε. η οποία αφορά σε εκλογή επισκόπου,
στ. που έχει γίνει στον τόπο της επαρχίας,
ζ. η οποία τελεί σε χηρεία.
Εντός του πλαισίου αυτού, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Διονύσιος υπέγραψε
το Γράμμα Εκδόσεως του 1686, διά του οποίου εκχωρούσε στον Πατριάρχη Μόσχας
το δικαίωμα χειροτονίας του Μητροπολίτη Κιέβου, η εκλογή του οποίου θα γινόταν
επιτοπίως, δηλαδή στην Ουκρανία, υπό τις προϋποθέσεις που το Γράμμα αυτό
έθετε.
Ελπίζω πως, όσοι Προκαθήμενοι Αυτοκεφάλων Εκκλησιών διαβάσουν τα
ανωτέρω, καθώς και κανονολόγοι, θα κατανοήσουν, ότι τελικώς το «Γράμμα
Εκδόσεως» του 1686 ουδέποτε μεταβίβασε στο Πατριαρχείο Μόσχας πλήρη
κανονική δικαιοδοσία επί της Μητροπόλεως Κιέβου αλλά δικαίωμα χειροτονίας υπό
προϋποθέσεις, και αυτό στον Πατριάρχη Μόσχας. Εφόσον γίνει αυτό κατανοητό, η
επίλυση του «Ουκρανικού Ζητήματος» είναι προ των πυλών. Το θέμα είναι, ποιος
και με ποιόν τρόπο θα καταστήσει σαφή τα στοιχεία αυτά στις Αυτοκέφαλες
Εκκλησίες, που αρνούνται να αναγνωρίσουν το αυτοκέφαλο καθεστώς της
Εκκλησίας της Ουκρανίας.