Πέστα Χρυσόστομε…
Άστραψε και βρόντηξε κυριολεκτικά ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος στην τελευταία επιστολή του (28-07-2022) προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, αναφορικά με τα του άρθρου 347 του ψηφισθέντος πρόσφατου νόμου 4957/2022 (ΦΕΚ Α΄141): “Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των Α.Ε.Ι. με την κοινωνία και λοιπές διατάξεις” διαλαμβανομένα, υπό τον τίτλον: “Οργανικαί θέσεις κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος”.
Ειδικότερα, ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας αναφέρει ότι ο πρόσφατος νόμος δεν επιλύει στην ολότητα του το θέμα των οργανικών θέσεων των εφημερίων της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως ορισμένοι τεχνηέντως άφησαν να διαφανεί προσκαρτερούντες χειροκροτήματα, αλλά μόνο «τας εν εκκρεμότητι ευρισκομένας 2.311, αι οποίαι καλύπτονται μισθολογικώς και πλέον νομίμως από σήμερον υπό του ελληνικού δημοσίου, ενώ παραμένουσι νομοθετικώς εν εκκρεμότητι άλλαι 2.535 κεναί εφημεριακαί θέσεις…»., αφού σύμφωνα με τα οργανογράμματα των κατά τόπους 82 Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος (συμπεριλαμβανομένης
και της Αρχιεπισκοπής Αθηνών), ο συνολικός αριθμός των οργανικών εφημεριακών θέσεων δεν είναι 8.311 (6.000 του Α.Ν.536/1945 + 2.311 του Ν. 4957/2022), αλλά ανέρχεται σε 10.846.
Όπως αναφέρεται μάλιστα στην επιστολή τα αδιέξοδα, που προκύπτουν από το ψηφισθέν άρθρο 347 και για άλλα θέματα του νέου νόμου θα είχαν στο σύνολό τους προληφθεί, αν το επίμαχο άρθρο είχε τεθεί σε διαβούλευση μεταξύ των μελών της Ιεραρχίας της Εκκλησίας πριν την ψήφισή του.
Αυστηροποίηση του ποινολογίου των κληρικών
Εκείνο, όμως, που έχει ιδιαίτερη σημασία στο επίμαχο άρθρο 347 του νέου νόμου και δημιουργεί εύλογα ερωτήματα, είναι η αυστηροποίηση του πλαισίου του ποινολογίου των κληρικών, όπως αυτό περιγράφεται στις διατάξεις των παραγράφων 14 έως 17 του ανωτέρω άρθρου γεγονός, που εντόπισε μόνον ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος, επισημαίνοντας με σαφήνεια και πληρότητα τους κινδύνους, που ελλοχεύουν από την τυχόν εφαρμογή του, καθώς έρχεται σε πλήρη αντίθεση, όχι μόνο με τον μέχρι τώρα υφιστάμενο νόμο 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας», αλλά και με σύνολη την Κανονική Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εξουθενώνοντας και διασύροντας τους κληρικούς κάθε βαθμού (αφού
από τις παραπάνω διατάξεις δεν εξαιρούνται ούτε οι Επίσκοποι – Μητροπολίτες) και μάλιστα πριν από οποιαδήποτε αμετάκλητη απόφαση, ακόμα και για ήσσονος απαξίας αδικήματα (λ.χ. συκοφαντική δυσφήμηση).
Όλοι γνωρίζουμε ότι κορωνίδα του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού, στο πεδίο όχι μόνο του ποινικού, αλλά και του πειθαρχικού δικαίου αποτελεί το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου. Ο κατηγορούμενος θεωρείται αθώος μέχρι την έκδοση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης και η βασική αυτή αρχή δεν πρέπει να κάμπτεται από οποιονδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο.
Μελέτες επίσης, αναφέρουν ότι η ελληνική κοινωνία ρέπει προς την δικομανία και όλοι μας πυκνά, συχνά, είμαστε μάρτυρες της ευκολίας με την οποία ασκούνται οι ποινικές διώξεις στην χώρα μας σε βάρος οιουδήποτε «για ψύλλου πήδημα». Αρκούν και μόνο απλές ενδείξεις, ούτε καν επαρκείς (αποχρώσες).
Και διερωτώμαι:
Αν για παράδειγμα, οιοσδήποτε μηνύσει για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης οποιονδήποτε κληρικό (πρεσβύτερο ή επίσκοπο) και ασκηθεί εναντίον του τελευταίου ποινική δίωξη, είναι δυνατόν, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στις ανωτέρω διατάξεις και ειδικότερα στη διάταξη της παρ. 14δ, μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης να εκκινεί αμελλητί η διαδικασία παραπομπής των κληρικών στα αρμόδια εκκλησιαστικά δικαστήρια και μέχρι την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης των εκκλησιαστικών δικαστηρίων να τελεί σε αναστολή η εγγραφή τους στο μητρώο θρησκευτικών λειτουργών του άρθρου 14 του ν. 4301/2014 (Α’ 223) σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του ν. 4559/2018 (Α’ 142)»; Δηλαδή, η απόφαση κάθε εισαγγελικού λειτουργού για την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον οποιουδήποτε καταγγελλόμενου κληρικού (πρεσβύτερου ή επίσκοπου), ακόμα και για πλημμελήματα, θα αντικαθιστά πλέον, το αρμόδιο θεσμοθετημένο εκκλησιαστικό πειθαρχικό όργανο και ο κάθε κληρικός θα καθίσταται αυτόματα έρμαιο μιας αμφιλεγόμενης αντι-ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ διαδικασίας, με την οποία ουσιαστικά και μέχρι αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης, ο τελευταίος θα τελεί σε μια μακρά και χρονοβόρα ομηρία, παραδομένος σε δημόσια ανυποληψία, έχοντας απολέσει τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη του ποιμνίου του, αφού κατά την διάρκεια της ποινικής σε βάρος του διαδικασίας πρέπει υποχρεωτικά να απομακρύνεται είτε από την ενορία του, είτε από την Μητρόπολη την οποία διαποιμαίνει;
Είναι δυνατόν, σύμφωνα με την διάταξη της παρ. 16 του ιδίου ως άνω άρθρου, στους κληρικούς των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος (πρεσβυτέρων και επισκόπων), εφόσον καταδικαστούν με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για τα αδικήματα, που αναφέρονται στην παρ. 14 (μεταξύ αυτών και για το πλημμέλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης) να διακόπτεται η μισθοδοσία τους και να εκδίδεται διαπιστωτική πράξη κένωσης της οργανικής θέσης που κατέχουν;
Και όλα τα παραπάνω contra στους Ιερούς Κανόνες, την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τα μέχρι σήμερα διατεταγμένα κατά τα οποία, όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, ποινές δύνανται να επιβληθούν μόνον υπό του πειθαρχικού οργάνου, ενώ χωρίς προφυλάκιση και αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση από το αρμόδιο εκκλησιαστικό πειθαρχικό όργανο ουδεμία ποινή μπορεί να επιβληθεί.
Φαντασθείτε λοιπόν, τι θα συμβεί και ποια ηθικά, κανονικά, εκκλησιολογικά και διαδικαστικά ζητήματα θα ανακύψουν από την τυχόν εφαρμογή των επίμαχων διατάξεων του άρθρου 347 του νέου νόμου σε περίπτωση, που ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος οιουδήποτε Μητροπολίτη, γεγονός όχι τόσο ασύνηθες στην Εκκλησία μας τα τελευταία χρόνια κυρίως (βλ. περιπτώσεις Σεβ. Μητροπολιτών, πρ. Ελασσόνως, Ναυπάκτου, Πειραιώς, Κερκύρας κ.ά), πολλώ δε μάλλον τι θα συμβεί σε περίπτωση, που ένας Μητροπολίτης καταδικαστεί έστω και για «μία ημέρα» (βλ. περίπτωση Σεβ. Μητροπολίτη πρ. Καλαβρύτων). Θα διακοπεί η μισθοδοσία του και θα εκδοθεί διαπιστωτική πράξη κένωσης της οργανικής θέσης, που κατέχει ως επαρχιούχος Επίσκοπος;
Αιδώς Αργείοι!
Πολύ ορθά, επίσης, επισημαίνει ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ότι η εφαρμογή των συγκεκριμένων παραγράφων 14-17 του επίμαχου άρθρου 347 συνεπάγεται εξομοίωση των εφημερίων – κληρικών προς τους δημοσίους υπαλλήλους, εφόσον οι κληρικοί των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, που μισθοδοτούνται από το Δημόσιο και σε βάρος των οποίων ασκήθηκε ποινική δίωξη για τα αναφερόμενα στη διάταξη της παρ. 14 αδικήματα (κακουργήματα ή πλημμελήματα) θα λαμβάνουν μόνο το πενήντα τοις εκατό (50%) των αποδοχών τους με πράξη του εκκαθαριστή αποδοχών, κάτι που δεν συμβαίνει ασφαλώς, ούτε με τους εργαζομένους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, οι οποίοι σε αντίστοιχες παραβατικές συμπεριφορές (και όχι, ασφαλώς, σε όλες τις περιπτώσεις) στερούνται προσωρινά μόνο το 1/3 των αποδοχών τους.
Έτσι λοιπόν, όπως εύστοχα τονίζει ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας, ο κίνδυνος που ελλοχεύει από την τυχόν εφαρμογή των επίμαχων διατάξεων είναι ορατός, αφού μεταξύ άλλων καθίστανται αναπότρεπτες πλέον, οι δικαστικές αντιδικίες μεταξύ κληρικών και μητροπολιτών. Και είναι εντελώς τραγικό το γεγονός ότι, πριν ακόμα στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής των αρμοδίων του ψηφισθέντος νόμου με το επίμαχο άρθρο 347, πολυπράγμων μητροπολίτης της εκκλησίας μας έσπευσε τάχιστα να εφαρμόσει την ως άνω αμφιλεγόμενη διάταξη της παρ. 14 για κληρικό, ο οποίος ναι μεν καταδικάστηκε πρωτοδίκως από τα ποινικά δικαστήρια σε πολυετή κάθειρξη, αλλά όμως, η πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση εκδόθηκε πριν να τεθεί σε ισχύ ο ως άνω νόμος, ο οποίος ασφαλώς και δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ και τούτο, ανεξάρτητα από την φύση οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος ή του αυξημένου ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης για την εξέλιξη υποθέσεων με ειδεχθή εγκλήματα και ιδίως όταν αυτά διαπράττονται κατά ανηλίκων.
Σε άλλο σημείο της επιστολής του ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος σημειώνει πως τέτοιο αυστηρό μέτρο πειθαρχικής ποινής δεν επιβάλλεται σε κανέναν άλλον δημόσιο τομέα. Και έχει απόλυτο δίκιο σε όσα υποστηρίζει, αν λάβουμε υπόψη μας το πολύ πρόσφατο και λίαν χαρακτηριστικό παράδειγμα ποινικών και πειθαρχικών διώξεων και μάλιστα σε βαθμό κακουργήματος, σε βάρος ανώτατων εισαγγελικών λειτουργών για την υπόθεση Novartis, που ταλάνισε την ελληνική
κοινωνία για περισσότερο από μία πενταετία, οι οποίοι όχι μόνο δεν τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και δεν υπήρξε στο ελάχιστο περικοπή των αποδοχών τους, αλλά συνέχισαν και συνεχίζουν απτόητοι μέχρι και σήμερα να εκπληρώνουν τα καθήκοντα τους και τούτο, ανεξάρτητα αν είναι σε εκκρεμότητα η ποινική υπόθεση τους ενώπιον των δικαστικών αρχών.
Αξίζουν λοιπόν, πολλά και θερμά συγχαρητήρια στον Σεβ. Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο, ο οποίος μόνος κυριολεκτικά αυτός με την επιστημονική και θεολογική γραφίδα του ανέδειξε με την παραπάνω επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο και τα μέλη της Δ.Ι.Σ της Εκκλησίας μας το υπάρχον πρόβλημα του νέου νόμου, επισημαίνοντας τις ελλείψεις και τις παγίδες, που ελλοχεύουν, αναφορικά με τα θέματα της Εκκλησίας, ξυπνώντας κυριολεκτικά από τον καλοκαιρινό λήθαργο τους υπόλοιπους Ιεράρχες της Εκκλησίας μας, μη εξαιρουμένων κι αυτών ακόμα των Ιεραρχών της Εκκλησίας της Κρήτης και των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου, που ουδόλως πήραν χαμπάρι τι τους σέρβιραν οι επαΐοντες πολιτικάντηδες, αφού οι παραπάνω αμφιλεγόμενες διατάξεις περί του αυστηροποιημένου ποινολογίου των κληρικών επεκτείνονται και στις εκκλησίες αυτές συμπεριλαμβανόμενες στις διατάξεις των άρθρων 348 παρ. 13-16 (Εκκλησία Κρήτης) και 336 παρ. 16-19 (Μητροπόλεις Δωδεκανήσου) του νέου νόμου 4957/2022.
Πάντως, τυγχάνει απορίας άξιον, ποίος «πεφωτισμένος» νους, συνέλαβε τα παραπάνω και τα συμπεριέλαβε στο ως άνω επίμαχο άρθρο 347 του νέου νόμου και μάλιστα εν αγνοία της διοίκησης της Εκκλησίας, πιάνοντας την κυριολεκτικά στον ύπνο! Είναι καιρός λοιπόν, τόσο η Δ.Ι.Σ της Εκκλησίας, όσο και η διοίκηση του
Ι.Σ.Κ.Ε, αντί να ξερογλύφουν με βαρύγδουπες εκφράσεις την ηγεσία της Ελληνικής Πολιτείας για την νομική πλέον θεσμοθέτηση των 2.311 οργανικών εφημεριακών θέσεων (υπολείπονται βέβαια άλλες 2535 θέσεις, οπότε ας μη ζητωκραυγάζουν), να αφυπνισθούν οσονούπω και να ανασκουμπωθούν άμεσα, εξετάζοντας με το νομικό τους επιτελείο τα ανακύψαντα από το επίμαχο άρθρο 347 του ν. 4957/2022 θέματα και κυρίως το αυστηροποιημένο πλαίσιο του ποινολογίου των κληρικών και στοιχούμενοι προς τα υπό του Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσοστόμου σοφά διαλαμβανόμενα, να προβούν στα αναγκαία και ανάλογα διαβήματα, γιατί στο τέλος ζημιωμένοι θα βγουν και πάλι οι ίδιοι.