Κατόπιν τῆς ἐντολῆς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὁ ἱερός Κλῆρος καί ὁ εὐσεβῆς ἀκριτικός μας Λαός, πονεμένος και ἀπό τόν μεγάλο σεισμό τοῦ Ὀκτωβρίου 2020, ἀνταποκρίνεται μέ ἀρχοντιά στήν πατρική ἔκκληση τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. Εὐσεβίου καί προσφέρει πληθώρα τροφίμων καί ἐνδυμάτων, εἰς τρόπον ὥστε ἐντός τῶν ἑπομένων ἡμερῶν, μετά καί τήν ὁλοκλήρωση τῆς παραλαβῆς καί ἀπό τήν Ἰκαρία, νά εἶναι ἔτοιμα νά ἀποσταλοῦν στούς σεισμοπλήκτους Ἀδελφούς τῆς Τουρκίας καί τῆς Συρίας.
Ἐντυπωσιακή ἦταν ἡ συμμετοχή τῶν ἀκριτικῶν καί κατά τι ξεχασμένων ἀπό τήν κεντρική Διοίκηση Φούρνων-Κορσεῶν. Καί τοῦτο διότι καί ἀπό τίς τρεῖς Ἐνορίες: τοῦ Ἁγίου Νικολάου Φούρνων, τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Χρυσομηλιᾶς καί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Θύμαινας, οἱ εὐσεβεῖς ἀκρῖτες μας συμμετέσχον «κατανοοῦντες ἀλλήλους εἰς παροξυσμόν ἀγάπης καί καλῶν ἔργων» (βλ. Ἑβρ. ι΄24), τό ὁποῖο μᾶς θύμισε τό δίλεπτο τῆς χῆρας, καθώς τήν ἐπαίνεσε ὁ Κύριός μας, διότι παρά τήν πτωχεία καί τήν ἐμπερίστατη ζωή της, προσέφερε ὁλοθύμως τό ὑστέρημά της (βλ. Λουκ. κα΄1-4).
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2023, Τῆς Τυρινῆς (Ματθ. ς΄ 14-21)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, στήν ὁποία μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμαστε ἀπό αὔριο, Καθαρά Δευτέρα, ταυτίζεται στή συνείδησή μας μέ τήν νηστεία.
Μιά νηστεία ὅμως, πού ὅπως ἀκούσαμε σήμερα ἀπό τόν Ἴδιο τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό γιά νά εἶναι αὐθεντική δέν πρέπει νά εἶναι μόνο ὑλική, ἀλλά νά ἀφορᾶ ὁπωσδήποτε καί στήν πνευματική μας ὑπόσταση. Γιά νά εἶναι ἡ νηστεία μας εὐπρόσδεκτη στόν Θεό, δέν πρέπει νά σημαίνει μόνο τήν ἀποφυγή κάποιων τροφῶν, ἀλλά τήν ἀποφυγή κάθε κακίας, ἁμαρτίας καί πονηριᾶς καί τήν παράλληλη προσκόλληση στήν ἀρετή.
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἔχει διάρκεια 40 ἡμερῶν, κατά μίμηση τῆς νηστείας, πού ἔκανε ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας πρίν ἀντιμετωπίσῃ τούς τρεῖς πειρασμούς καί ἀρχίσει τό δημόσιον ἔργο του. (βλ. Ματθ. δ´11). Ὁ Κύριος βεβαίως δέν εἶχε ἀνάγκη νηστείας. Ὅμως, ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤθελε νά ἐκφράσει πρός ἐμᾶς τήν θεϊκή του συμπαράσταση στούς ἀγῶνες κατά τοῦ διαβόλου καί νά διδάξει, πώς μποροῦμε κι ἐμεῖς νά νικήσουμε τούς πειρασμούς μέ τήν βοήθεια τῆς νηστείας καί τῆς προσευχῆς. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαιώνει γιά τήν τελική νίκη του ἐπί τοῦ διαβόλου, ὅπως σύν Θεῷ θά πανηγυρίσουμε τήν λαμπροφόρο νύκτα τῆς Ἀναστάσεως, πρός τήν ὁποία ἀπηχεῖ ἡ ὅλη πνευματικηή προετοιμασία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή λοιπόν προσφέρεται στόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ὡς μία εὐκαιρία μίμησης τοῦ Χριστοῦ καί τοῦτο ἐμφαίνεται καί μέσα ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον διοργανώνονται οἱ Ἀκολουθίες τοῦ Νυχθημέρου (Μεσονυκτικό, Ὄρθρος, Ὧρες, Ἑσπερινός, Μέγα Ἀπόδειπνο).
Ὅλες οἱ ἱερές Ἀκολουθίες διακοσμημένες μέ πλῆθος ἐκλεκτῶν ἁγιογραφικῶν ἀναγνωσμάτων καί κατανυκτικῶν ὕμνων, σέ συνδυασμό μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν ἀναδεικνύουν τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὡς μιά θαυμάσια εὐκαιρία μίμησης τοῦ Χριστοῦ, πράξη γιά τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρακαλεῖ τούς Κορινθίους λέγοντας «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ» (Α΄Κορ. ια΄1).
Ἡ μίμηση τοῦ Χριστοῦ ὅμως πάνω ἀπ’ ὅλα προϋποθέτει σύνταξη καί κοινωνία μέ τόν Χριστό. Γι’ αὐτό καί τό ἀποκορύφωμα τῆς σαρακοστιανῆς προσευχῆς τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητα ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτει βαθμηδόν τόν πόθο τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανοῦ γιά μιά συνάντηση μέ τόν Κύριο στό κλείσιμο τῆς ἡμέρας.
Ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων ξεκινᾶ μέ τό 18ο κάθισμα τῶν Ψαλμῶν, πού διαβάζεται μπροστά ἀπό τό ἅγιο Βῆμα καί ξεκινᾶ μέ τήν φράση «Πρός Κύριον ἐν τῷ θλίβεσθαί με ἐκέκραξα…», γιά νά ἐκφράσει τήν αγωνιώδης κραυγή τοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος μετανοημένος ζητεῖ μέ ταπείνωση τήν συναντίληψη τοῦ Θεοῦ.
Ἀκολουθεῖ ἡ εὐλογία τοῦ λαοῦ μέ τήν ἀναμμένη λαμπάδα καί ἡ ἱερατική ἀναφώνηση “Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι”. Αὐτό εἶναι μιά συμβολική ἀναγωγή στήν ἔννοια τοῦ πνευματικοῦ φωτός τοῦ Χριστοῦ (βλ. Ἰωάν. η´12 κ΄ Ματθ. ιδ´20). Ὁ Χριστός εἶναι τό ἀληθινό φῶς, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο (βλ. Ἰωαν α΄9). Εἶναι τό «Φῶς ἱλαρόν ἁγίας δόξης…», ὅπως λέει κι ὁ γνωστός ὕμνος, πού ἀκοῦμε σέ κάθε ἑσπερινή Ἀκολουθία καί ἀποτελεῖ κατά τόν Μέγα Βασίλειο τήν ἀρχαία φωνή τῆς Ἐκκλησίας, (Λόγος περί Ἁγίου Πνεύματος PG 29.73.34), ἀναφέρεται στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί ἀφορᾶ στήν προσκύνηση τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Αὐτός ὁ φωτισμός τοῦ Χριστοῦ ἐμφαίνεται ἔντονα μέσα ἀπό τά ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα, ἀπό τά Βιβλία τῆς Γενέσεως καί τῶν Παροιμιῶν τοῦ Σολομῶντος καί σκοπό ἔχουν τήν πνευματική μόρφωση καί τήν ἐν Χριστῷ παιδαγωγία τῶν πιστῶν.
Ἕνα ἀκόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς εἶναι ἡ ἀσματική ψαλμώδηση τοῦ “Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή”. Τοῦτο σημαίνει, ὅπως ἀλληγορικά ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι τό στόμα μας μετατρέπεται σέ ἕνα πνευματικό θυμιατήριο καί ὅπως τό εὐωδιαστό θυμίαμα πιό πολύ εὐωδιάζει, ὅταν συναντᾶται μέ τήν φωτιά, ἔτσι καί ἡ προσευχή μας πιό πολύ ἀρωματίζει τήν ζωή μας, ὅταν ἀναπέμπεται ἀπό ψυχή, πού φλέγεται ἀπό τόν πόθο τοῦ Χριστοῦ» (Ἑρμηνεία στούς Ψαλμούς, PG 55.430.59).
Ἐκεῖνο, ὅμως, τό ὁποῖο διαφοροποιεῖ οὐσιαστικά τήν ἀκολουθία αὐτή ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη ἑσπερινή ἀκολουθία καί κορυφώνει τήν προσευχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι τό γεγονός, ὅτι κατά τήν τέλεσή της δίδεται στούς πιστούς ἡ δυνατότητα μιᾶς πραγματικῆς, ὅπως προεἴπαμε, συνάντησης καί κοινωνίας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός ὀφείλει νά κοινωνεῖ συχνά. Αὐτός εἶναι ἄλλωστε καί ὁ ἀντικειμενικός σκοπός τῆς θείας Λειτουργίας. Ἐπειδή ὅμως ὁ πανηγυρικός χαρακτήρας της θείας Λειτουργίας δέν συνάδει μέ τόν πένθιμο καί κατανυκτικό χαρακτῆρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία ἔκρινε, πώς δέν μπορεῖ νά τελεῖται τίς καθημερινές ἡ κανονική θεία Λειτουργία. Ἔτσι ὁδηγήθηκε στή λύση νά μεταδίδει στούς πιστούς, τουλάχιστον δύο φορές μέσα στήν ἑβδομάδα, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα προαγιάζονται στήν θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου ἤ τῆς Κυριακῆς καί διατηροῦνται στό ἅγιο Ἀρτοφόριο, πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα. Συντροφεύει συνήθως τίς Τετάρτες καί τίς Παρασκευές τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, σύμφωνα μέ τήν ὁδηγία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος διδάσκει, πώς ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει νά κοινωνοῦμε τουλάχιστον τέσσερις φορές τήν ἑβδομάδα, τήν Τετάρτη, τήν Παρασκευή, τό Σάββατο καί τήν Κυριακή. (βλ. Ἐπιστολή 93)
Ὡστόσο τό πένθος μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως φανερώνεται καί μέσα ἀπό τά μελανόφαια ἄμφια, ὀνομάζεται χαροποιόν, διότι πάντοτε φωτίζεται ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο ἐκφράζεται στόν εἰδικό χερουβικό ὕμνο τῆς ἀκολουθίας, “Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σύν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν…”. Πρόκειται γιά τόν ὕμνο, πού ψάλλεται κατά τήν σιωπηλή εἴσοδο τῶν προηγιασμένων τιμίων Δώρων καί ἐκφράζει τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ, ὅπως συμβαίνει μέσα στή θεία Λειτουργία. Αὐτός ὁ πραγματικός ἐρχομός τοῦ Χριστοῦ σηματοδοτεῖ καί τό τέλος μιᾶς μακρᾶς νηστείας, προσευχῆς καί ἀναμονῆς. Τόν ἐρχομό τῆς βοήθειας, τῆς ἀνακούφισης καί τῆς χαρᾶς πού περιμένουμε.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι μία ἀπό τίς ὡραιότερες καί κατανυκτικότερες ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλά συγχρόνως καί μία διαρκής πρόσκληση γιά τήν συχνή κοινωνία τῶν θείων Μυστηρίων. Μιά φωνή ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων, ἀπό τήν ἀρχαία ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Μιά φωνή πού λέει, ὅτι ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά ζῇ τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἄν δέν πειθαρχεῖ στόν κανόνα τῆς νηστείας τῆς Ἐκκλησίας κι ἄν δέν ἐπιστέφει αὐτήν τήν προσπάθεια, ἀνανεώνοντας διαρκῶς τήν ἕνωσή του μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου. Διότι ὁ Χριστός εἶναι «ἡ ζωή ἡμῶν» (Κολ. γ΄ 4).
Αὐτή ἡ φωνή ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας. Ἄς τήν ἀκούσουμε προσεκτικά κι ἄς φροντίσουμε νά μάθουμε στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁ Χριστός νά γίνει ἡ ζωή μας. Γιά νά εἶναι ὁ Χριστός γιά πάντα ἡ ζωή μας. Ἀμήν!
Καλή καί εὐλογημένη ἡ ἐπί θύραις Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή!