Είναι έξω από κάθε ιστορική αμφιβολία ότι το τρίπτυχο: Θρησκεία – Πίστη – Πατρίδα, υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος της Επαναστασεως του ’21.
Με όπλο την πίστη στη θρησκεία και την αγάπη στην πατρίδα και την ελευθερία, οι πρόγονοί μας αποδύθηκαν στην άνιση μάχη της εθνεγερσίας, για την οποία ο Α. Τσιριντάνης γράφει σχετικά:
”Η επανάσταση έγινε, μα χριστιανοί και όχι άθεοι ή θρησκευτικά αδιάφοροι την έκαμαν. Απ’ αύτή τη χριστιανική πίστη παίρναμε δύναμη αλλά και καρτερία…”
Και αυτή η Χριστιανική πίστη, αν δεν έσβηνε τις μικρότητες, δέν τις άφηνε όμως να σβήσουν την επανασταση… αυτή ετόνωσε το δούλο, αλλά επαναστατημένο Γένος, συνταιριασμένη με την ονειροπόληση του αρχαίου Ελληνισμού.
Ο επαναστατημένος ”ραγιάς” ήταν πια Έλληνας. Θυμόταν πάντα το μαρμαρωμένο βασιλιά… και πίσω απ’ αυτόν τη σειρά των βυζαντινών αύτοκρατόρων και πίσω απ’αυτούς ονειρευόταν την αρχαία Ελλάδα, όσο λίγο κι’ αν την ήξερε.
Ο Χριστιανισμός του έδινε την πίστη και τη δύναμη …
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο τα πρώτα συντάγματα του επαναστατημένου Γένους έσπευσαν να ορίσουν την έννοια του Έλληνος σε σχέση με τη θρησκεία λέγοντας:
«Οσοι αυτόχθονες κάτοικοι της επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν εισίν Έλληνες».
(Σύνταγμα Επιδαύρου του 1822, του οργανικού νόμου της Επιδαύρου του 1833 το Σύνταγμα του Άστρους και της Τροιζήνος του 1827.)
Ήταν τα συντάγματα, τα οποία επιβεβαίωσαν την ενότητα Χριστιανισμού και Ελληνισμού.
Από το βιβλίο «Η Εθνική μας Παράδοση» του Π.Λ. Παπαγαρυφάλλου, εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ, σελ. 314, 315