Άρθρο του Δρος Αναστασίου Βαβούσκου Δικηγόρου Άρχοντος Ασηκρήτη της Μ.τ.Χ.Ε.
Είναι πολύ πρόσφατο το γεγονός της παύσεως του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος των Τζαγκαρόλων επισκόπου Δορυλαίου κ. Δαμασκηνού από τα καθήκοντα του μετά από απόφαση του ΜητροπολίτηΚυδωνίας και Αποκορώνου.
Πέραν όμως από πρόσφατο, το γεγονός αυτό είναι νομοκανονικώς μη ευχερώς εξηγήσιμο και για το λόγο αυτόν γεννώνται και ευάριθμα ερωτήματα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι η ειδησεογραφία στον ηλεκτρονικό τύπο δεν παρέχει και αρκετά στοιχεία, από τα οποία θα μπορούσε κανείς να καταλάβει, τι ακριβώς συνέβη, ιδίως διότι δεν υπήρξε και κάποιο ανακοινωθέν, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει μία αφετηρία.
Παρά ταύτα, και με ελλειπές ιστορικό, τα ερωτήματα προκύπτουν, ασχέτως αν δεν μπορούν με ασφάλεια να απαντηθούν. Για τον λόγο αυτόν και εγώ, θα αρκεσθώ να θέσω τα νομοκανονικά ερωτήματα, που αναφύονται, χωρίς δυστυχώς να μπορώ να δώσω και τις απαιτούμενες απαντήσεις, χρησιμοποιώντας όμως κάποια αδιάσειστα στοιχεία, τα οποία εκτιθέμενα, απλώς υποβοηθούν στην θέση των ερωτημάτων.
Τα στοιχεία αυτά είναι τα εξής:
Α) στα απαραμείωτα κανονικά δικαιώματα περιλαμβάνονται όλα τα κανονικά δικαιώματα του επιχωρίου επισκόπου, ήτοι εδώ του Οικουμενικού Πατριάρχη, δηλαδή η ανάκριση των παραπτωμάτων των μοναχών, η επιτήρηση των διοικούντων αυτές, η μνημόνευση του ονόματός του και η εγκατάσταση του ηγουμένου. Άρα και η παύση του, σωστά;
Β) ως διοίκηση και διαχείριση – η οποία υπάγεται στην Εκκλησία της Ελλάδος – νοείται μόνον η οικονομική διαχείριση και τίποτα άλλο.
α) εγκρίνει την ανέγερση και αυτονοήτως την επέκταση και την πιθανή διάλυση των Ιερών Μονών της επαρχίας του (4ος της Δ΄ Οικουμενικής, 1ος της Πρωτοδευτέρας),
β) μεριμνά και προνοεί για τις Ιερές Μονές της επαρχίας του (4ος της Δ΄ Οικουμενικής), δηλαδή φροντίζει ώστε οι μοναχοί και οι μοναχές να τελούν απερίσπαστοι το έργο τους,
γ) ελέγχει και εποπτεύει τους μοναχούς και τους μονάζοντες των ιερών μονών της επαρχίας του (8ος της Δ΄ Οικουμενικής),
δ) εγκρίνει την εκλογή των ηγουμένων των ιερών μονών της επαρχίας του, άνευ της οποίας (εννοείται εγκρίσεως) δεν είναι έγκυρη η εκλογή τους (1ος Πρωτοδευτέρας),
ε) εγκαθιστά (και παύει) τους ηγουμένους των ιερών μονών της επαρχίας τους (2ος Πρωτοδευτέρας),
στ) εγκρίνει την μετάθεση μοναχών λόγω ευλαβείας και σεμνότητας σε άλλη ιερά μονή (4ος Πρωτοδευτέρας)
ζ) κρίνει ως εκκλησιαστικός δικαστής τα παραπτώματά τους (4ος και 8ος κανόνες της Δ΄ Οικουμενικής συνόδου).
Μετά από τα παραπάνω αδιάσειστα στοιχεία, προκύπτουν καταρχήν τα παρακάτω ερωτήματα:
Αυτά είναι – όπως είπα και παραπάνω καταρχήν – μερικά από τα ερωτήματα που δημιουργούνται, διότι δεν γνωρίζω, τι άλλο μπορεί να προκύψει βάσει στοιχείων, που θα αποκαλυφθούν στην πορεία.
Εγώ εκείνο που επιθυμώ, είναι ένα: όσοι έχουν αναμειχθεί σ’ αυτή την ιστορία εκουσίως ή ακουσίως, να σεβασθούν τον θεσμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τον ρόλο του στον Ορθόδοξο κόσμο. Διότι σέβομαι τον θεσμό και κρίνω τα πρόσωπα.