Του π. Ηλία Μάκου
Μάνα η Παναγία. Μάνα και η γυναίκα, που μας έφερε στη ζωή. Τι μεγαλείο η μάνα! Η αληθινή μάνα! Τι αγαπημένη μορφή. Τ’ όνομά της είναι το πιο γλυκό στα χείλη, το πιο εύκολο στη λαλιά. Όσο και να προσπαθήσει κάποιος να εξοφλήσει κάτι από την οφειλή του προς αυτή, απ’ όσα άπειρα της χρωστάει, ζητιάνος πάλι της αγάπης της θα είναι, της αγρύπνιας της, της προσευχής της. Γυρεύει να μη του λείπει ποτέ και αισθάνεται ανήμπορος να της ανταποδώσει ό,τι της οφείλει. Μα και η ίδια δεν θέλει την ανταπόδοση, γιατί αυτοπροσφέρεται… Βρυσομάνα η μάνα! Στα μάτια της βλέπεις τη ζωή. Γλυκός και ζωντανός άγγελος στοργής. Αγγελοφτέρουγη, εικόνα του Πλάστη. Χιλιόφυλλη και μοσχομύριστη καρδιά, που σκορπίζει το μύρο της, Όπως τα λουλούδια τα αρώματα. Η Χριστιανή μάνα, χωρίς πολλά λόγια, με το παράδειγμά της, δείχνει τι πάει να πει αγάπη, πως στου ουρανού τα πλάτη υπάρχει μια άλλη αιώνια αγκαλιά για την ψυχή και μια καρδιά με τα σημάδια των καρφιών για μας. Το ροζιασμένο χέρι της διαλέγεις για αποκούμπι, ανάμεσα στα χέρια, που ψεύτικα απλώνονται μπροστά σου. Το φως της φανάρι στο δρόμο σου. Οι συμβουλές της, να μην αλλάξεις το “μέσα” πλούτο σου μ’ όλους τους θησαυρούς του πλανήτη, χρυσάφι. Μέσα στη δίνη και στη θύελλα από την καλή σου μάνα πιάνεσαι. Ποτέ δεν θαμπώνει η μορφή της στα μάτια σου. Και αχεί εντός σου σαν παφλασμός υδάτων η αγάπη της, γιομάτη δύναμη, γιομάτη καλοσύνη και διαλύει τα σκοτεινά και λύνει τα αξεδιάλυτα. Στην κάθε μάνα ας δώσουμε την υπόσχεση ότι με το χρώμα της καρδιάς της θα λούζεται η ψυχή μας και θα παίρνει την πραγματική της αξία η ζωή μας. Και ποτέ από τον ορίζοντά της δεν θα λείψει η δική της άνοιξη.