Του π. Ηλία Μάκου
Η Ελαταριά (Λαμπανίτσα) Θεσπρωτίας είναι ένα ορεινό χωριό στα όρη της Παραμυθιάς, που ειδικά το χειμώνα είναι ερημωμένο.
Ωστόσο οι καταγόμενοι από το χωριό, που είναι, πραγματικά ἑλβετικό” και ακόμη ομορφότερο ως προς το τοπίο, με τα έλατα να κατακαλύπτουν την περιοχή, όπου και αν βρίσκονται,φροντίζουν, ειδικά τα τελευταία χρόνια, για την “ανάστασή” του.
Μπορεί οι συνθήκες της ζωής να τους ανάγκασαν να λείπουν από αυτό, ωστόσο ποτέ δεν το ξεχνούν και είναι ο πόθος της καρδιάς τους. Και αυτό το δείχνουν έμπρακτα.
Μια από τις μέριμνές τους είναι και η αναστήλωση των παλιών ναών του χωριού.
Και ξεκίνησαν από τον άγιο Νικόλαο. Με πρωτοβουλία του Εκπολιτιστικού Συλλόγου του χωριού και με τη στήριξη φορέων και ατόμων, αντικατέστησαν την παλαιά στέγη, χωρίς, όμως να μεταβληθεί ριζικά η παραδοσιακή χροιά.
Και στη συνέχεια θα προχωρήσουν στην εσωτερική της ανακαίνιση, αλλά και στη διαμόρφωση του εξωτερικού χώρου, καθώς και στη συντήρηση και των άλλων ναών του χωριού.
Πέρα από το γεγονός ότι η προσπάθεια αυτή συνδέεται με το προγονικό παρελθόν, που επιβάλλεται να μην εγκαταλειφθεί, με τις παραδόσεις, που χρειάζεται να παραδίδονται από γενιά σε γενιά, έχει σχέση και με την εσωτερική ανάγκη των ανθρώπων.
Όταν ο φιλόσοφος Αναξαγόρας ρωτήθηκε για τον σκοπό της ύπαρξής του, απάντησε: Γεννήθηκε για να θεωρών τον ήλιο, τη σελήνη, τον ουρανό.
Η θέα του ουρανού έδινε στον αρχαίο σοφό το νόημα της ζωής.
Οι Ορθόδοξοι Έλληνες ζητάμε κάτι πολύ πιο μεγάλο κάτω από τους ουράνιους θόλους, για να πληρώσει της ζωής μας την ανάβαση. Ζητάμε να δούμε τον Θεό. Και οι ναοί μας διευκολύνουν σ’ αυτό.
Καθώς διαγράφουμε κύκλους πάνω στη γη, το βλέμμα μας αναζητά μέσα από τα άπειρα πλάτη, να συναντήσει το απόλυτο κάλλος, που θα είναι για την ψυχή η ανάπαυση και η απόλαυση η βαθιά.
Το ότι δεν αφήνονται ερειπωμένοι οι ναοί δείχνει ότι τίποτα δεν υπάρχει μέσα μας βαλμένο χωρίς σκοπό.
Όπως η δίψα προϋποθέτει την ύπαρξη νερού, έτσι και ο πόθος να διατηρηθούν όσα παραλάβαμε και να τα παραδώσουμε κι εμείς με τη σειρά μας, σημαίνει ότι μπορεί να εξαρθεί ο άνθρωπος στα ευδαιμονισμένα ύψη του χρέους.