Του π. Ηλία Μάκου
Το τι έκανε, που είναι πολλά και μεγάλα, δεν το χωράνε, δεν το περικλείουν οι λέξεις. Σχολεία για μαθητές, ορφανοτροφείο, οικοτροφείο, κατασκηνώσεις για παιδιά άπορα, από την Ελλάδα, αλλά και από τη γειτονική Αλβανία, φαγητό και οικονομική βοήθεια προς φτωχές οικογένειες και τόσα άλλα, κρυφά και φανερά, για τα οποία πολύ κοπίαζε ο ίδιος, που τον ανέδειξαν σε πρωτοπόρο της ευεργεσίας.
Και, αλήθεια, είναι αναρίθμητες οι ψυχές, που θα τον ευγνωμονούν, για ό,τι τους προσέφερε και θα θυμούνται ότι, παρά τα εμπόδια, και τελευταία χρόνια παρά την κλονισμένη υγεία του, δεν απόκαμνε να πράττει παντού και πάντα και προς πάντας το καλό.
Βιβλική μορφή. Πηγαίνοντας παλαιότερα στο μοναστήρι τον βλέπαμε να λειτουργεί σαν άγγελος, ξυπόλητος, και να μιλάει με φλόγα στην καρδιά του και να λέει, αυτός ο αμόρφωτος και ταπεινός παππούλης, σοφά λόγια, νιώθαμε τη φωτεινότητά του. Όπως και πολλοί άλλοι, που συνέρρεαν εκεί για να τον δουν και να ωφεληθούν.
Άνθρωπος νουνεχής και νοσταλγός, μέσα στην απλότητά του, μιας ανώτερης πνευματικής ζωής, έκανε πάντοτε γενναία βήματα.
Μια και μοναδική ήταν η βασική του αρχή και προτεραιότητα. Αξίζει κανείς να κάνει το καλό, έστω και αν συναντήσει την πικρή αχαριστία, έστω και αν δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να ανταποδίδεται η καλοσύνη και αγάπη με μοχθηρία, έστω και αν δεν αναγνωρίζονται από κάποιους οι πράξεις του. Αδιαφορούσε για την αναγνώριση και τα έπαθλα τιμής, αφού η ζωή του όλη ήταν “το αγαθόν ποιών” και “νίκα εν τω αγαθώ το κακόν”.
Έτσι ποτέ δεν απογοητεύτηκε, ποτέ δεν σκανδαλίστηκε, ποτέ δεν σκέφτηκε να αποσυρθεί από τον αγώνα και να αναστείλει τη δραστηριότητα της ευποιΐας.
Δεν ενδιαφερόταν για τον εαυτό του, αλλά για τους άλλους και χωρίς καμία ιδιοτέλεια και χωρίς κανέναν ατομισμό και χωρίς καμία αποκαρδίωση και χωρίς καμία μεμψιμοιρία μεριμνούσε διαρκώς για την ευεργετική δράση προς την κοινωνία και ιδιαίτερα προς τους αδύναμους.
Κάθε στιγμή, μας κάθε στιγμή παρηγορούσε και φρόντιζε τον πονεμένο συνάνθρωπο. Ήταν θετικά και ουσιαστικά παρών, όπου απλωνόταν ο πόνος και η αγωνία.
Αποτέλεσε, αποτελεί και θα αποτελεί παράδειγμα και κόσμημα ο παπα Θανάσης της Δουραχάνης και τα δείγματα της ενεργής αγάπης του θα μείνουν ανεξίτηλα. Έδωσε στον κόσμο, εκείνο που έλειπε: Την αγάπη…
Αυτή τη ζωντανή αγάπη, τη μεταβαλλόμενη σε αυτοθυσία και η οποία δεν γνωρίζει διαψεύσεις, κόπωση, αλλά ευχαριστιέται και γλυκαίνει όταν ξεδιπλώνεται, άφησε σε μας ως ύπατο γνώρισμά του ο παπα Θανάσης. Και το μήνυμα ότι τοι φως δεν θα καταληφθεί από το σκοτάδι, η αρετή δεν θα νικηθεί από το κακό.