Ημέρα του χαρταετού, σήμερα, και στη Σμύρνη πετούσαν πολλούς χαρταετούς. Μόνο που δεν τους έλεγαν έτσι, αλλά τσερκένια. Είχαν διαφορετικό σχήμα από αυτούς που γνωρίζουμε σήμερα και ο καθένας προσπαθούσε να ρίξει το τσερκένι του άλλου, ώστε να βγει νικητής. Το έθιμο μεταφέρθηκε από τους πρόσφυγες στις νέες τους πατρίδες και ζει ακόμα σε κάποιες καρδιές.
Γράφει ο σπουδαίος Κοσμάς Πολίτης στο εξαιρετικό του μυθιστόρημα «Στου Χατζηφράγκου»:
«Είδες ποτέ σου πολιτεία να σηκώνεται ψηλά; Δεμένη από χιλιάδες σπάγγοι ν’ ανεβαίνει στα ουράνια; Ε, λοιπόν, ούτε είδες ούτε θα μεταδείς ένα τέτοιο θάμα! Αρχινούσανε την Καθαρή Δευτέρα -ήτανε αντέτι– και συνέχεια την κάθε Κυριακή και σκόλη, ώσαμε των Βαγιών. Από του Χατζηφράγκου τ’ Αλάνι κι από το κάθε δώμα κι από τον κάθε ταρλά του κάθε μαχαλά της πολιτείας αμολάρανε τσερκένια. Πήχτρα ο ουρανός! Τόσο, που δε βρίσκανε θέση τα πουλιά.
Για τούτο, τα χελιδόνια τα φέρνανε οι γερανοί μονάχα τη Μεγαλοβδομάδα, για να γιορτάσουνε την Πασχαλιά μαζί μας. Ολάκερη τη Μεγάλη Σαρακοστή, κάθε Κυριακή και σκόλη, η πολιτεία ταξίδευε στον ουρανό. Ανέβαινε στα ουράνια και τη βλόγαγε ο Θεός. Δε χώραγε το μυαλό σου πώς μπόραγε να μείνει κολλημένη χάμω στης γης, ύστερ’ από τόσο τράβηγμα στα ύψη.
Και όπως κοιτάγαμε όλο ψηλά, τα μάτια μας γεμίζανε ουρανό, ανασαίναμε ουρανό, φαρδαίνανε τα στέρνα μας κάναμε παρέα με αγγέλοι. Ίδια αγγέλοι κι αρχαγγέλοι κορωνίζανε ψηλά. Θα μου πεις, κι εδώ, την Καθαρή Δευτέρα, βγαίνουνε κάπου εδώ γύρω κι αμολάρουνε τσερκένια. Είδες όμως ποτέ σου τούτη την πολιτεία ν’ αρμενίζει στα ουράνια; Όχι. Εκεί, ούλα ήταν λογαριασμένα με νου και γνώση, το κάθε σοκάκι δεμένο με τον ουρανό. Και χρειαζότανε μεγάλη μαστοριά και τέχνη για ν’ αμολάρεις το τσερκένι σου.»
«(…) Αυτά είχα να σου πω. Ήτανε θάμα να βλέπεις ολάκερη την πολιτεία ν’ ανεβαίνει στα ουράνια. Να, για να καταλάβεις, ξέρεις το εικόνισμα που ο άγγελος σηκώνει την ταφόπετρα κι ο Χριστός βγαίνει από τον τάφο κι αναλήφτεται στον ουρανό, κρατώντας μια πασχαλιάτικα κόκκινη παντιέρα; Κάτι τέτοιο ήτανε.
Αυτά είχα να σου πω. Έλα, πήγαινε τώρα. Στο καλό.» Πήγε στο καλό ο ακροατής του συγγραφέα, πήγε στο καλό (στο κακό) και η Σμύρνη. Και έμεινε μονάχα η μνήμη, να κρατά σαν φυλαχτό τις ωραίες στιγμές.
Το τσερκένι, ήταν λατινική λέξη. Ο σμυρναίικος χαρταετός, είχε σχήμα ημικυκλίου στο πάνω και ημιρόμβου στο κάτω μέρος του. Οι Ερυθραιώτες τον ονόμαζαν πιο συχνά σμυρνάκι. Στον ουρανό της Νέας Ερυθραίας πετούσαν τέτοια τσερκένια και σμυρνάκια ως τις αρχές της δεκαετίας του 1970, κατασκευασμένα από Νεοερυθραιώτες.
Το αμολάρισμα, δηλαδή το πέταγμα του τσερκενιού, συνηθιζόταν κυρίως στη διάρκεια την Αποκρεών μέχρι και μετά το Πάσχα, αν και μπορούσε να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε εποχή του έτους. Κυριακές και εορτές, από το πρωί, περισσότερο όμως το απόγευμα, άρχιζε το παιχνίδι και τσερκένια ανυψώνονταν από τα δώματα (τις ταράτσες) των σπιτιών και στόλιζαν το σμυρναϊκό ουρανό. Το παιχνίδι είχε σαφώς αγωνιστικό χαρακτήρα, πολεμικό μπορεί να πει κανείς, αφού ο στόχος ήταν να καταρρίψεις το τσερκένι του αντιπάλου.
Το πέταγμα δηλαδή του τσερκενιού, το λεγόμενο «τσάκωμα», ήταν σωστή μάχη, με κανόνες προσυμφωνημένους και πειθαρχίες ιπποτικές, η παραβίαση των οποίων εξέθετε τους συμμετέχοντες ανεπανόρθωτα. Η συμφωνία γινόταν επί των δωμάτων και είχε δύο εκδοχές: «Να τα παίρνωμεεεε!», που σήμαινε ότι ο νικητής κρατούσε ως λάφυρο το τσερκένι του ηττημένου ή «Να τα δίνωμεεεε!», που σήμαινε την επιστροφή του αιχμαλωτισμένου τσερκενιού στον κάτοχό του. Η νίκη ήταν περιφανής και συνοδευόταν με ενθουσιώδεις ιαχές: «Άλλοοο! Άλλοοο! Και πιο μεγάλοοο!» Ο ηττημένος έμπαινε πάραυτα μέσα στο σπίτι, ντροπιασμένος, με μόνη παρηγοριά την ελπίδα της νίκης στην επόμενη αναμέτρηση, που θα ξέπλενε την ντροπή.
Παράγοντες της επιτυχούς έκβασης της μάχης ήταν βεβαίως το μέγεθος του τσερκενιού, η κατάλληλη θέση, ο ευνοϊκός αέρας, αλλά κυρίως η στρατηγική των μαχητών. Αυτή συνίστατο στο ταχύτερο τράβηγμα του σπάγκου ώστε να στριμωχτεί κοντά στο δικό σου δώμα ή έστω πιο κοντά σου το αντίπαλο τσερκένι και να του σπάσεις τον σπάγκο, να το «φάγης». Μεγίστη στρατηγική και η παραπλανητική χαλάρωση της καλούμας, ως υποτιθέμενη υποχώρηση, και στη συνέχεια το μελετημένο στην κατάλληλη στιγμή απότομο τράβηγμα, κόβοντας τον σπάγκο του αντιπάλου και παίρνοντάς του το τσερκένι. Απαραίτητη προϋπόθεση επιτυχίας και ο μονοκόμματος σπάγκος, χωρίς κόμπους -γι’ αυτό επιβαλλόταν και το σχολαστικό κάθε φορά ξεμπέρδεμά του.
Ως προς το μέγεθος, τα σχέδια και τα χρώματα τα τσερκένια παρουσίαζαν μεγάλη ποικιλία. Τα σχέδια και χρώματα μάλιστα που έφεραν έδιναν στα τσερκένια και διαφορετικά ονόματα (σημαίες, μπακλαβουδωτά, νταμωτά, ήλιοι, έναστροι ουρανοί κ.ά.) Το τσερκένι που παρίστανε σημαία θεωρείτο γένους αρσενικού και συνοδευόταν κατά το παιχνίδι με την ιαχή: «Δόστου του Εγγλέζου», όταν, για παράδειγμα, το «αντίπαλο» τσερκένι έμοιαζε με την βρετανική σημαία.
Ας σημειωθεί ότι το τσερκένι εμπεριείχε σοβαρούς κινδύνους για τους συμμετέχοντες. Οι τραυματισμοί ήταν συχνοί καθώς πολλοί έπεφταν από τα δώματα ή τις στέγες των σπιτιών, στην προσπάθεια να αμολάρει ευχερέστερα, ή να σώσει το τσερκένι του ή να πιάσει κάποιο άλλο που είχε βρεθεί εκεί και πλέον θα του ανήκε.
Εντυπωσιακό θέαμα αποτελούσε και το πέταγμα νύχτα νηνεμίας των μεγάλων τσερκενιών με φαναράκια με αναμμένα κεράκια μέσα, δεμένα στους σπάγκους τους. Τα φαναράκια ανέβαιναν και αυτά ψηλά και έμοιαζαν με άστρα. Εννοείται πως δεν γινόταν τσάκωμα ή άλλα παιχνίδια σε τέτοια περίπτωση. Ήταν μόνο για τη φαντασμαγορία.
(Οι πληροφορίες βασίζονται στο κείμενο του Αριστοτέλη Σταυρίτση «Το τσερκένι», Σμυρναϊκαί σελίδες, Αθήνα, 1947, σ. 189-196.)
«Όποιος δεν έπαιξε ποτέ του χαρταετό, δεν κοίταξε όσο χρειάζεται ψηλά. Όποιος δεν ένοιωσε την αντίσταση του μεγάλου σπάγκου, δεν εκατάλαβε την δύναμη του αέρα. Κι όποιος δεν εφώναξε με την ευθύνη και την πρωτοβουλία του παιδιού που βλέπει να κινδυνεύει στο ψηλό μετεώρισμά του ο αετός, δεν ένοιωσε τη χαρά του να τα βγάζεις πέρα μόνος σου με τη Φύση» έγραφε ο Δημήτριος Λουκάτος
Η ιστορία του χαρταετού χάνεται στα βάθη των αιώνων. Είναι η αίσθηση της ελευθερίας, της χαράς και της δύναμης. H πιο «παλιά» πληροφορία που υπάρχει για την ύπαρξη του χαρταετού είναι αυτή του 4ου αιώνα π.Χ. όταν ο μαθηματικός και αρχιμηχανικός Αρχύτας (440-360 π.Χ.), από τον Τάραντα της Νότιας Ιταλίας, χρησιμοποίησε στην αεροδυναμική του τον χαρταετό. Ισως όμως η «σαΐτα» αυτή να ήταν και από πανί, καθώς χαρτί δεν υπήρχε ακόμα στην αρχαία Ελλάδα.
Αντίθετα, στην Κίνα διέθεταν, αργότερα βέβαια. Αλλά, ο πρώτος χαρταετός με μορφή δράκου (το ιερό σύμβολο της Κίνας), ήταν φτιαγμένος από μετάξι και μπαμπού. Κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Χαν, ένας στρατηγός χρησιμοποίησε έναν χαρταετό μ’ έναν ιδιαίτερα έξυπνο και ενδιαφέροντα τρόπο. Προκειμένου να καταλάβει με τον στρατό του ένα παλάτι, έπρεπε να σκάψει ένα υπόγειο τούνελ. Μη γνωρίζοντας, όμως, το μήκος που θα έπρεπε να έχει το τούνελ, πέταξε τον χαρταετό έως πάνω από το παλάτι, κρατώντας την άκρη του νήματος στο σημείο απ’ όπου θα ξεκινούσε το τούνελ, και έτσι έκανε τους απαραίτητους σχετικούς υπολογισμούς.
Στην Κίνα, την Κορέα και την Ιαπωνία, τους πετούσαν τελετουργικά, καθώς πίστευαν ότι διώχνουν τα κακά πνεύματα. Ο χαρταετός ταξίδεψε επίσης στην Ινδονησία και τη Μαλαισία, και κατά τα τέλη του 13ου αιώνα έφτασε από τον Μάρκο Πόλο στη μεσαιωνική Ευρώπη.
Η ιστορία του χαρταετού έχει ρίζες στην αρχαία Κίνα ξεπερνώντας τα 2.400 χρόνια ζωής. Αρχικά, υλικό κατασκευής των χαρταετών ήταν όχι το χαρτί, αλλά το ξύλο.
Όπως σημειώνει η Ελένη Μπετεινάκη, «ο Χαρταετός έφθασε στην Ελλάδα πρώτα από τα λιμάνια Ανατολής (Σμύρνη-Χίο-Κωνσταντινούπολη), τα λιμάνια της Επτανήσου, της Σύρας, των Πατρών και ακολούθησαν τα αστικά κέντρα, όπου μπορούσε κανείς να αγοράσει σπάγκο και χρωματιστό χαρτί. Η κατασκευή ενός χαρταετού σήμερα είναι σχετικά εύκολη υπόθεση καθώς υπάρχουν όλα τα τεχνικά μέσα. Στην Ελλάδα το πέταγμα του χαρταετού είναι μέρος των εθίμων της Καθαράς Δευτέρας και συγκεκριμένα του υπαίθριου εορτασμού της, τα λεγόμενα κούλουμα. Ο σκελετός των χαρταετών κατασκευάζεται είτε από ελαφρύ ξύλο είτε από πλαστικό, ενώ το μέρος που φέρνει αντίσταση στον αέρα από πλαστικό φύλλο ή χαρτί. Σημαντικά σημεία του χαρταετού για επιτυχημένο πέταγμα είναι: τα ζύγια της καλούμπας, τα ζύγια της ουράς, το μέγεθος της ουράς.
ΠΗΓΗ:The President