Του π. Ηλία Μάκου
Πολλοί είναι οι ναοί, σ’ ολόκληρη την Αλβανία, που είναι αφιερωμένοι στην Αγία Παρασκευή και εόρτασαν στις 26 Ιουλίου. Από το ένα άκρο της έως το άλλο (Αγία Παρασκευή Πρεμετής, Αγία Παρασκευή Δερόπολης, Αγία Παρασκευή Καβάγιας, Αγία παρασκευή Πόγδαρετς κ. ά.).
Και όμως αυτοί των οποίων η καρδιά «καίγεται» για το Χριστό, συναντούν τους αγίους, εκεί, που οι άλλοι δεν τους υποψιάζονται και τους βλέπουν, εκεί, που οι άλλοι τους αγνοούν.
Αυτό είναι μια παρήγορη ένδειξη, γιατί μέσα από τη ζωή της Αγίας Παρασκευής, όπως και των υπόλοιπων Αγίων, μπορούμε να δούμε το Θεό.
Να ανακαλύψουμε τι ακριβώς πρέπει να θέλουμε ή καλύτερα, να διαχωρίζουμε τα πολλά θέλω μας από τα θέλω του Χριστού, χτυπώντας την πόρτα της συνείδησης.
Αυτή είναι η αρχή μιας διαφορετικής πορείας, στη διάρκεια της οποίας καταλαβαίνουμε ότι ο Θεός ενεργεί μέσα μας και γύρω μας πολυμερώς και πολυτρόπως.
Η Αγία Παρασκευή απέδειξε, με τα βασανιστήρια, που υπέστη, και, τελικά, το μαρτύριό της, ότι η Βασιλεία του Θεού έχει έναν εκρηκτικό δυναμισμό.
Έστω και αν δεν φαίνεται εξωτερικά, μεταμορφώνει και αλλάζει εσωτερικά τον άνθρωπο, που την αποδέχεται και αγωνίζεται γι’ αυτή.
Τον Θεό δεν τον αγνόησε, όπως εμείς, που τον “εξορίζουμε” από τη ζωή μας ή τον θυμόμαστε όταν κλείνει η πόρτα της προσωπικής μας ζωής.
Δεν τον αισθανόμαστε ως ολοκλήρωση της ουσίας της ζωής μας. Σαν κάτι, που όχι απλά πιστεύουμε, αλλά και πρέπει να περιμένουμε καθημερινά.
Ήρθε, λοιπόν, η ώρα, είναι τώρα, μιμούμενοι την Αγία Παρασκευή, να ανανεώσουμε την προσδοκία μας για τη βασιλεία του Θεού, για να μπορούμε να αγωνιζόμαστε, προκειμένου να καταρρεύσουν τα φαντάσματα της κοσμικής ζωής μας.