Συγχαρητήριο γράμμα στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο, για την επέτειο συμπληρώσεως δέκα ετών από την εκλογή του, απέστειλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, εκφράζοντας τις αδελφικές και εγκάρδιες ευχές του για την συνέχιση, «επί πολύν έτι χρόνον το φιλόθεον και φιλάνθρωπον εκκλησιαστικόν έργον Υμών, επ᾽ αγαθώ του πληρώματος της καθ᾿ Ελλάδα Αγιωτάτης Εκκλησίας και της Ορθοδοξίας εν γένει, αλλά και της Μητρός Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, της πάντοτε εν αγαθώ πνεύματι και αγαπώση καρδία προσβλεπούσης προς την αδελφήν Εκκλησίαν της Ελλάδος, και επιθυμούσης την συμπόρευσιν μετ᾽ αυτής εν πάσιν, επί τω κοινώ αγαθώ».
Στην επιστολή του, με ημερομηνία 7 Φεβρουαρίου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι κατά την δεκαετή διακονία του στο πηδάλιο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, επιτέλεσε «αξιάγαστον έργον, όπερ αναγνωρίζεται και τιμάται όχι μόνον εν Ελλάδι, αλλά εν τω Ορθοδόξω και τω λοιπώ χριστιανικώ κόσμω και γενικώτερον».
«Από της πρώτης στιγμής της αναρρήσεως Υμών εις τον Αρχιεπισκοπικόν Θρόνον των Αθηνών», αναφέρει, σε άλλο σημείο της επιστολής του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, «εξετιμήθη το φιλάνθρωπον και φιλοπρόοδον πνεύμα Υμών, η αφιέρωσις εις την πολύπλευρον διακονίαν του λαού του Θεού, καθώς και η απλότης του τόπου και του τρόπου του βίου, χαρακτηριστικόν χριστοπρεπούς ιερωσύνης, η οποία, ως ελέχθη προσφυώς, «γνωρίζεται ως θυσία και ουδέποτε ως άνεσις». Αυτό το πνεύμα εξέφραζον και αι προσπάθειαι της Υμετέρας Μακαριότητος διά την ενότητα της Ορθοδοξίας, διά την προώθησιν των θεολογικών διαλόγων, της καταλλαγής και της ειρήνης, αι εύστοχοι εισηγήσεις Υμών κατά τας Συνάξεις των Ορθοδόξων Προκαθημένων, προς αντιμετώπισιν καιρίων πανορθοδόξων και δια-χριστιανικών ζητημάτων, καθώς και η ενεργός συμμετοχή Υμών εις τας εργασίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης επισημαίνει ιδιαιτέρως την συμβολή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος στην προώθηση του «πολιτισμού της αλληλεγγύης» και της διακονίας των ενδεών. «Ο λόγος της Υμετέρας Μακαριότητος ήτο και παραμένει λόγος αδελφοσύνης. Ετείνατε διαρκώς ευήκοον ούς εις τα αιτήματα των «κοπιώντων και πεφορτισμένων», των θυμάτων της βίας και της αδικίας, τείνετε φιλάνθρωπον χείρα βοηθείας εις
τους πρόσφυγας και τους μετανάστας. Η από κοινού συνάντησις της Υμετέρας Μακαριότητος μετά του αδελφού Προκαθημένου της Πρεσβυτέρας Ρώμης Πάπα Φραγκίσκου και ημών εν Λέσβω, κατ᾿ Απρίλιον του 2016, αποτελεί εν εισέτι ορατόν σημείον της ευαισθήτου Υμών καρδίας διά τον εμπερίστατον συνάνθρωπον. Εις το πεδίον της εμπράκτου αλληλεγγύης δοκιμάζεται σήμερον πολλαπλώς η γνησιότης της πίστεως εις τον Χριστόν, Όστις εκάλεσεν ημάς να αναδεικνυώμεθα «πλησίον» εις τους εν ανάγκαις και εν κινδύνοις. Είναι αδιανόητον, ο αγαπών τον Θεόν να αδιαφορή διά τον άνθρωπον, τον «ηγαπημένον του Θεού». Εις την παράδοσιν της Ορθοδοξίας, η διακονία του πλησίον είναι ουσιαστικόν στοιχείον και κεντρική διάστασις της ευχαριστιακής ταυτότητος της Εκκλησίας».
Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο:
Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγαπητέ καί περιπόθητε ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Ἱερώνυμε, τήν Ὑμετέραν σεβασμίαν Μακαριότητα ἀδελφικῶς ἐν Κυρίῳ κατασπαζόμενοι, ὑπερήδιστα προσαγορεύομεν.
Ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης, κληθεῖσα ὑπό τῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου, κατά Φεβρουάριον τοῦ ἔτους 2008, ἐπί τό πηδάλιον τῆς ἀδελφῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, συνεπλήρωσεν ἤδη δεκαετίαν ὅλην πολυκάρπου ἐκκλησιαστικῆς διακονίας καί εὐρυτέρας πολυσχιδοῦς προσφορᾶς πρός τόν αὐτόθι φιλόχριστον λαόν καί τόν ὅλον θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιτελέσασα ἀξιάγαστον ἔργον, ὅπερ ἀναγνωρίζεται καί τιμᾶται ὄχι μόνον ἐν Ἑλλάδι, ἀλλά ἐν τῷ Ὀρθοδόξῳ καί τῷ λοιπῷ χριστιανικῷ κόσμῳ καί γενικώτερον.
Ἀπό τῆς πρώτης στιγμῆς τῆς ἀναρρήσεως Ὑμῶν εἰς τόν Ἀρχιεπισκοπικόν Θρόνον τῶν Ἀθηνῶν, ἐξετιμήθη τό φιλάνθρωπον καί φιλοπρόοδον πνεῦμα Ὑμῶν, ἡ ἀφιέρωσις εἰς τήν πολύπλευρον διακονίαν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, καθώς καί ἡ ἁπλότης τοῦ τόπου καί τοῦ τρόπου τοῦ βίου, χαρακτηριστικόν χριστοπρεποῦς ἱερωσύνης, ἡ ὁποία, ὡς ἐλέχθη προσφυῶς, «γνωρίζεται ὡς θυσία καί οὐδέποτε ὡς ἄνεσις».
Αὐτό τό πνεῦμα ἐξέφραζον καί αἱ προσπάθειαι τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος διά τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, διά τήν προώθησιν τῶν θεολογικῶν διαλόγων, τῆς καταλλαγῆς καί τῆς εἰρήνης, αἱ εὔστοχοι εἰσηγήσεις Ὑμῶν κατά τάς Συνάξεις τῶν Ὀρθοδόξων Προκαθημένων, πρός ἀντιμετώπισιν καιρίων πανορθοδόξων καί διαχριστιανικῶν ζητημάτων, καθώς καί ἡ ἐνεργός συμμετοχή Ὑμῶν εἰς τάς ἐργασίας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἀξιομνημόνευτος καί ἐξόχως ἐπαινετέα εἶναι ἡ συμβολή Ὑμῶν εἰς τήν προώθησιν τοῦ «πολιτισμοῦ τῆς ἀλληλεγγύης» καί τῆς διακονίας τῶν ἐνδεῶν. Ὁ λόγος τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος ἦτο καί παραμένει λόγος ἀδελφοσύνης. Ἐτείνατε διαρκῶς εὐήκοον οὖς εἰς τά αἰτήματα τῶν «κοπιώντων καί πεφορτισμένων», τῶν θυμάτων τῆς βίας καί τῆς ἀδικίας, τείνετε φιλάνθρωπον χεῖρα βοηθείας εἰς τούς πρόσφυγας καί τούς μετανάστας. Ἡ ἀπό κοινοῦ συνάντησις τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος μετά τοῦ ἀδελφοῦ Προκαθημένου τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης Πάπα Φραγκίσκου καί ἡμῶν ἐν Λέσβῳ, κατ᾿
Ἀπρίλιον τοῦ 2016, ἀποτελεῖ ἕν εἰσέτι ὁρατόν σημεῖον τῆς εὐαισθήτου Ὑμῶν καρδίας διά τόν ἐμπερίστατον συνάνθρωπον.
Εἰς τό πεδίον τῆς ἐμπράκτου ἀλληλεγγύης δοκιμάζεται σήμερον πολλαπλῶς ἡ γνησιότης τῆς πίστεως εἰς τόν Χριστόν, Ὅστις ἐκάλεσεν ἡμᾶς νά ἀναδεικνυώμεθα «πλησίον» εἰς τούς ἐν ἀνάγκαις καί ἐν κινδύνοις. Εἶναι ἀδιανόητον, ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν νά ἀδιαφορῇ διά τόν ἄνθρωπον, τόν «ἠγαπημένον τοῦ Θεοῦ». Εἰς τήν παράδοσιν τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ διακονία τοῦ πλησίον εἶναι οὐσιαστικόν στοιχεῖον καί κεντρική διάστασις τῆς εὐχαριστιακῆς ταυτότητος τῆς Ἐκκλησίας.
Ηὐλογήθημεν ὑπό τοῦ μεγαλοδώρου Θεοῦ, τιμιώτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ, νά εἴμεθα κληρονόμοι ζωτικῶν ἀληθειῶν. Φυλάσσομεν τήν εὐλογημένην αὐτήν παρακαταθήκην, τήν ὁποίαν συγκροτοῦν οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως, ἡ λει-τουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ναοί καί τά ἱερά προσκυνήματά μας, ὁ ἀσκητισμός καί ὁ μοναχισμός, τό θαῦμα τῆς θεολογίας, ἡ σταυροαναστάσιμος βιοτή τῶν πιστῶν, ὁ ἄσβεστος πόθος τῆς αἰωνιότητος. Ἡ πιστότης εἰς αὐτήν τήν παράδοσιν ἀληθείας καί ἐνθέου ἐλευθερίας δέν καθιστᾷ τήν Ἐκκλησίαν ἐσωστρεφῆ, ἀκοσμικήν καί ἀδιάφορον διά τάς περιπετείας τοῦ ἀνθρώπου. Τό δέ ἐνδιαφέρον διά τήν ἱστορίαν καί ἡ ἐκκλησιαστική μαρτυρία ἔναντι τῶν προκλήσεων τῶν καιρῶν δέν ὁδηγεῖ εἰς ἐκκοσμίκευσιν τῆς Ἐκκλησίας. Εἰς τό σημεῖον αὐτό, Μακαριώτατε, ἔχομεν κοινούς προβληματισμούς καί κοινάς εὐαισθησίας.
Ἐπί πᾶσι τούτοις, ἀδελφικῶς καί ὁλοκαρδίως συγχαίροντες τῇ Ὑμετέρᾳ προσφιλεστάτῃ ἡμῖν Μακαριότητι, εὐχόμεθα ὅπως ὁ Κύριος χαρίζηται Αὐτῇ ἀκλόνητον ὑγιείαν καί μακροημέρευσιν, ὥστε νά συνεχίσητε ἐπί πολύν ἔτι χρόνον τό φιλόθεον καί φιλάνθρωπον ἐκκλησιαστικόν ἔργον Ὑμῶν, ἐπ᾽ ἀγαθῷ τοῦ πληρώματος τῆς καθ᾿ Ἑλλάδα Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας καί τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν γένει, ἀλλά καί τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τῆς πάντοτε ἐν ἀγαθῷ πνεύματι καί ἀγαπώσῃ καρδίᾳ προσβλεπούσης πρός τήν ἀδελφήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, καί ἐπιθυμούσης τήν συμπόρευσιν μετ᾽ αὐτῆς ἐν πᾶσιν, ἐπί τῷ κοινῷ ἀγαθῷ.
Περιπτυσσόμενοι καί αὖθις ἀδελφικῷ ἐν Κυρίῳ φιλήματι ἀπό τοῦ Ἱεροῦ τῆς Ὀρθοδοξίας Κέντρου τήν Ὑμετέραν Ἀγάπην, γηθοσύνως δέ συνεορτάζοντες μετ᾽ Αὐτῆς καί νοερῶς μετέχοντες εἰς τήν χαρμόσυνον ταύτην ἐπέτειον, διατελοῦμεν μετά βαθείας ἀδελφικῆς ἀγάπης, ἐξαιρέτου τιμῆς καί ἐγκαρδίων συγχαρητηρίων προσρήσεων.
,βιη´ Φεβρουαρίου ζ´
Τῆς Ὑμετέρας σεβασμίας Μακαριότητος
ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός