Ευχαριστούμε τον Άγιο Μεσσηνίας που ασχολήθηκε, έστω και αρνητικά με τον -κατά την αγιότητά του- «εκκλησιολογικά ανυπόστατο συνδικαλιστικό οργανισμό ιερέων – κληρικών». Υποθέτουμε ότι εννοεί τον ΙΣΚΕ.
Ο Άγιος Μεσσηνίας εξέφρασε τη θέση ότι, λίγο ή πολύ, επιδιώκουμε έναν αμιγώς εκκλησιολογικό «εκπροτεσταντισμό πρεσβυτεριανού και συγχρόνως δημοσιοϋπαλληλικού τύπου ιεροσύνης» και αναρωτιέται αν έχουμε την κανονική συγκατάθεση των επισκόπων, στους οποίους ανήκουμε κανονικά και εκκλησιολογικά.
Κατ’ αρχάς, εκπληττόμεθα και λυπούμεθα που αγνοεί ο Σεβασμιώτατος και Καθηγητής Θεολογίας στο ΕΚΠΑ ότι ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος, ένας από τους αρχαιότερους Συνδέσμους της πατρίδας μας -ιδρυθείς μάλιστα από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Γερμανό Καλλιγά – δεν είναι ανυπόστατος, αλλά έχει την έγκριση τόσο της Εκκλησίας της Ελλάδος, αφού είναι καταχωρημένος στον Καταστατικό Χάρτη της, όσο και την έγκριση της Πολιτείας.
Όσον αφορά στην συγκατάθεση των Επισκόπων, στους οποίους υπάγεται ο καθένας από εμάς, εννοείται πως την έχουμε, γιατί οι σχέσεις μας είναι αγαστές και αρκετοί μάλιστα Αρχιερείς είναι επίτιμα μέλη του ΙΣΚΕ.
Αυτό δεν ισχύει για τον Άγιο Μεσσηνίας και μερικούς άλλους, οι οποίοι, πιθανόν σαν κι αυτόν, έχουν ενδοιασμούς περί της κανονικότητος του Ιερού Συνδέσμου μας.
Διαβεβαιώνουμε τον Άγιο Μεσσηνίας ότι γνωρίζουμε πολύ καλά πως Εκκλησία και συνδικαλισμός είναι δύο τελείως διαφορετικά κεφάλαια. O ιερατικός, και κάθε άλλη μορφή συνδικαλισμού, δεν έχει θέση σε μια Εκκλησία που διατηρεί τα θεανθρώπινα χαρακτηριστικά, όταν δηλαδή δεν έχει εκκοσμικευθεί και δεν έχει αλλοιώσει τις εσωτερικές της λειτουργίες.
Δυστυχώς, όμως, η ύπαρξη του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος κρίνεται απαραίτητη. Πέρα από τα αυτονόητα που προσφέρει ο Σύνδεσμος στα μέλη του, υπάρχει πια μια Εκκλησία της οποίας ορισμένοι κληρικοί, κάθε βαθμού, έχουν λησμονήσει την αποστολή τους, έχουν μεταλλάξει τους βασικούς κανόνες άσκησης της διακονίας, έχουν αντιγράψει κοσμικούς τρόπους άσκησής της, μεταβάλλοντας τη διακονία σε εξουσία.
Απέναντι σε αυτά, ο ΙΣΚΕ έρχεται υπερασπιστής των μελών του. Ας μην ξεχνάμε και την Εκκλησιαστική δικαιοσύνη, με τον απαρχαιωμένο, αλλά εν ισχύ νόμο του 1932.
Αναφορικά με το θέμα του συλλαλητηρίου, έχουν απαντηθεί οι δηλώσεις του Σεβασμιωτάτου από τους πιστούς. Δεν θα διαφωνούσε, φαντάζομαι, ότι η Εκκλησία είναι πρωτίστως οι πιστοί.
Καθήκον, συνεπώς, του μαχόμενου κληρικού είναι να ποιμαίνει τους πιστούς· όχι να αποσύρεται στον κόσμο των ιδεών, ούτε να γίνεται προνομιακός συνομιλητής και εκφραστής ποικιλώνυμων ελίτ.