ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή της Κυριακής
Η πραγματικότητα είναι μία. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης (ΕΑΠ) παρέλαβε ένα μνημείο-γιαπί και μέσα σε χρόνο ρεκόρ, ασύλληπτο για τα ελληνικά δεδομένα, το απογείωσε. Η Ροτόντα εδώ και ένα μήνα λάμπει.
Από το βράδυ της εορταστικής αποκάλυψής της χωρίς σκαλωσιές μέχρι σήμερα, η κατακόρυφη αύξηση των επισκεπτών, τα εγκωμιαστικά σχόλια, γραπτά και προφορικά, τόσο από τον επιστημονικό κόσμο όσο και από τους απλούς πολίτες, είναι το μοναδικό αντιστάθμισμα στις αλυσιδωτές φωνές διαμαρτυρίας από διαφορετικούς κύκλους και για διαφορετικούς λόγους, επισκιάζοντας κάθε προσπάθεια για την ανάδειξη και την προβολή του μνημείου και της πόλης.
Στην αρχή ήταν ο σταυρός: η απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), έπειτα από εισήγηση της ΕΑΠ, να τοποθετήσει το σύμβολο του χριστιανισμού στην κορυφή της στέγης με μοναδικό και μόνο σκεπτικό να ισορροπήσει την εικόνα του μνημείου ιστορικά, σε σημειολογικό-ιδεολογικό επίπεδο ήταν αρκετή για να ξυπνήσει μνήμες δυσάρεστες του ’95 και να ξεσηκώσει θύελλες στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.
Τα βέλη άρχισαν να πέφτουν βροχή: σε κείμενο με υπογραφές 653 πολιτών που ζητούν να μην τοποθετηθεί σταυρός στη Ροτόντα, σε καταγγελίες, ενστάσεις και προσφυγές για τη διάνοιξη του περιβόλου στη νότια είσοδο, για την αποκατάσταση του παλαιοχριστιανικού ιερού βήματος, για προσθήκη νεότευκτων αντικειμένων λατρευτικής χρήσης, ακόμα και για την κοπή ενός παρασιτικού δένδρου.
Αποκορύφωμα όλων ήταν δημοσιεύματα για παραχώρηση της Ροτόντας στην Εκκλησία με υπονοούμενα για συμφωνίες κάτω από το τραπέζι ανάμεσα στη Μητρόπολη και το υπουργείο Πολιτισμού με την… ευλογία του δημάρχου Θεσσαλονίκης, Γιάννη Μπουτάρη. Τις διέψευσε ο υπουργός Πολιτισμού, μιλώντας για «τερατώδεις διαστρεβλώσεις». Ως «γελοίες» τις χαρακτήρισε και ο δήμαρχος της πόλης.
Και ενώ η εισήγηση για την τοποθέτηση του σταυρού, παρά τη γνωμοδότηση του ΚΑΣ, παραπέμφθηκε για επανεξέταση σε συνδυασμό με την αντικεραυνική προστασία, τα ερωτήματα πλέον είναι: η πρόσφατη απόφαση του ΚΑΣ για ένα νέο πλαίσιο διαχείρισης της Ροτόντας με τη διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων επιπέδου, βασισμένη στην εισήγηση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης, θα δώσει τέλος στα σενάρια και στις υποψίες περί «εκκλησιαστικοποίησης» του μνημείου; Η κοινωνία της Θεσσαλονίκης έχει την ωριμότητα, να ομοφωνήσει και να αποδεχθεί χωρίς αναγωγές σε εντάσεις του παρελθόντος τη σταθερή εξαρχής θέση της Εφορείας «η Ροτόντα να αποτελέσει το διαβατήριο για την προβολή της πολιτιστικής παρακαταθήκης της πόλης»; Θα μπορούσε ο σταυρός να μη διεγείρει ιδεολογικές αντιδικίες αλλά να αποτελέσει –σύμφωνα με το σκεπτικό της Εφορείας– «πρωτοπόρο μήνυμα συμφιλίωσης πολιτισμών και θρησκειών του κόσμου που κλυδωνίζεται σήμερα από αντιπαλότητες, ένα μνημείο-μουσείο διαχρονικά και διαπολιτισμικά ιερό»;
Δύο βασικοί πρωταγωνιστές ξεκαθαρίζουν τη θέση τους στην «Κ» για τη νέα αντιπαράθεση: ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ανθιμος για τη στάση της Εκκλησίας απέναντι το μνημείο· και ο δήμαρχος της πόλης Γιάννης Μπουτάρης, που από την πρώτη στιγμή έπαιξε ρόλο «διαιτητή», καλώντας τους πολίτες «να χαμηλώσουν τους τόνους».
Και οι δύο εκτιμούν ότι το θέμα πήρε διαστάσεις χωρίς να έχει τεθεί εκ νέου κανένα ζήτημα διαμάχης ανάμεσα στη λατρευτική και στη μουσειακή χρήση του μνημείου. «Το θέμα είχε λήξει το ’99 με την υπογραφή Βενιζέλου» υποστηρίζουν. Οι φωνές είναι «λίγες και υποκινούμενες», αναφέρει ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ενώ «μεμονωμένες και υστερικές» τις χαρακτηρίζει ο δήμαρχος.