Σε κλίμα μυσταγωγίας τελέσθηκε, το απόγευμα της Κυριακής 15 Σεπτεμβρίου 2019, ο Αρχιερατικός Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας στην φερόμενη «Βασιλική του Οσίου Νίκωνος» στην αρχαία Σπάρτη χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευσταθίου, τον οποίο συνεπικούρησε πλειάδα κληρικών απ’ όλη την μητροπολιτική μας περιφέρεια.
Στους πολυπληθείς ευσεβείς προσκυνητές μίλησε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεώς, Πανοσ. Αρχ. Θεόφιλος Μαντζαβράκος, ο οποίος με αφορμή το κήρυγμα του Οσίου Νίκωνος περί μετανοίας, αλλά και την μεγάλη εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, αναφέρθηκε στην ανάγκη να αντλήσουμε δύναμη από τον Ζωοποιό Σταυρό, ώστε μέσα από μία διαδικασία ειλικρινούς μετάνοιας, να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε μία ενάρετη χριστιανική ζωή.
Κατά τη διάρκεια του Εσπερινού, συγκινησιακά φορτισμένη ήταν η στιγμή όπου ο Σεβασμιώτατος ανέγνωσε απόσπασμα από την διαθήκη του Οσίου Νίκωνος.
Η υπαίθρια λατρευτική σύναξη ολοκληρώθηκε με τον λόγο του Ποιμενάρχη, ο οποίος ευχαρίστησε όλους όσοι συνέβαλαν στην επιτυχία του Εσπερινού, τους κληρικούς, τους ιεροψάλτες, τους τοπικούς άρχοντες, αλλά και τους ευλαβείς χριστιανούς που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα και κατέκλυσαν τον αρχαιολογικό χώρο. Ιδιαίτερες ευχαριστίες απηύθυνε στην προϊστάμενη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λακωνίας κα Πάντου και τους συνεργάτες της για την ολοπρόθυμη συνεργασία τους.
Ολοκληρώνοντας ευχήθηκε ο Άγιος Νίκωνας να μας λυτρώσει από τις αδυναμίες μας και να έχει πάντα υπό την προστασία Του την Λακεδαίμονα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η φερόμενη ‘’Βασιλική του Οσίου Νίκωνος’’ είναι το σημαντικότερο μνημείο της μεσαιωνικής Λακεδαιμονίας. Πρόκειται για μία ευμεγέθης Βασιλική, που διαιρείται σε τρία κλίτη. Για την ανοικοδόμηση του μνημείου δεν υπάρχουν ακόμα ασφαλή συμπεράσματα και η χρονολόγησή του κυμαίνεται από το β΄ μισό του 6ου αιώνα έως και τον 7ο αιώνα. Αρχικά το μνημείο είχε ταυτιστεί με το ναό του Σωτήρα, που σύμφωνα με τα κείμενα του ‘’Βίου’’ και της ‘’Διαθήκης’’ του Οσίου Νίκωνος έκτισε ο ίδιος ο Όσιος στα τέλη του 10ου αιώνα. Σήμερα, θεωρείται ότι ήταν ο καθεδρικός ναός της Λακεδαιμονίας, από τα σημαντικότερα διοικητικά και εκκλησιαστικά κέντρα της Πελοποννήσου, με έντονη εμπορική και βιοτεχνική δραστηριότητα.