Μέσα σε κλίμα ιεράς συγκινήσεως, τελέστηκε σήμερα το μνημόσυνο του μακαριστού Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κυρού Ιγνατίου, επί τη συμπληρώσει τεσσαράκοντα ημερών από την προς Κύριον εκδημία του.
Στο Πολυαρχιερατικό Συλλείτουργο προεξήρχε ο Σεβ. Μητροπολίτης πρ. Άρτης κ. Ιγνάτιος, ενώ συλλειτούργησαν και συπροσευχήθηκαν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες: Bεροίας κ. Παντελεήμων, Δρυϊνουπόλεως κ. Ανδρέας, Kαστορίας κ. Σεραφείμ, ο οποίος κήρυξε και τον θείο λόγο, Σερρών κ. Θεολόγος, Σύρου κ. Δωρόθεος, Xαλκίδος κ. Xρυσόστομος, N. Σμύρνης κ. Συμεών, Kερκύρας κ. Nεκτάριος, Εδέσσης κ. Ιωήλ, Πατρών κ. Xρυσόστομος, Σισανίου κ. Παύλος, Kορίνθου κ. Διονύσιος, Kυδωνίας κ. Δαμασκηνός, Mεσσηνίας κ. Xρυσόστομος, Λευκάδος κ. Θεόφιλος, Θηβών κ. Γεώργιος, Άρτης κ. Kαλλίνικος, Iλίου κ. Aθηναγόρας, Λαγκαδά κ. Iωάννης, Eλασσώνος κ. Xαρίτων, Θεσσαλιώτιδος κ. Tιμόθεος, Γρεβενών κ. Δαβίδ, Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος, Tρίκκης κ. Xρυσόστομος, Σταγών κ. Θεόκλητος και ο Τοποτηρητής της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης, Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Iγνάτιος.
Τον θείο λόγο κήρυξε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καστορίας κ. Σεραφείμ, ο οποίος με αγαθούς λόγους αναφέρθηκε σε όλη την ζωή του αλησμόνητου Ιεράρχου Ιγνατίου.
Μετά το μνημόσυνο του μακαριστού Ποιμενάρχου της των Λαρισαΐων Εκκλησίας, τελέσθηκε τρισάγιο κατόπιν προτροπής του Τοποτηρητού για όλους τους εν πυρί τελειωθέντας και ακολούθως μετέβησαν όλοι οι Αρχιερείς, οι Άρχοντες, ο κλήρος και ο λαός στον τάφο του αοιδίμου Ιεράρχου, όπου και τελέστηκε τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως της μακαρίας ψυχής του.
Η ομιλία του Μητροπολίτη Καστοριάς, Σεραφείμ
Ἀπευθυνόμενος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τό στόμα τοῦ Χριστοῦ καί στρατηγός τῆς Ἐκκλησίας, κατά τήν ἔκφραση τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, στούς Ρωμαίους της ἐποχῆς του, ἀνάμεσα στίς ἄλλες πνευματικές προτροπές καί ὑποθῆκες, πού σάν πνευματικός πατέρας τούς προσφέρει μέ πολλή ἀγάπη, ὑπενθυμίζει σύν τοῖς ἄλλοις καί τά ἑξῆς χαρακτηριστικά, ὅπως ἀκούσαμε στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα : «Ἀδελφοί, παρακαλῶ διά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί διά τῆς ἀγάπης τοῦ Πνεύματος, συναγωνίσασθαί μοι ἐν τοῖς προσευχαῖς ὑπέρ ἐμοῦ πρός τόν Θεόν… ἵνα ἐν χαρᾷ ἔλθω πρός ὑμᾶς διά θελήματος Θεοῦ καί συναναπαύσωμαι ὑμῖν».
Ζητᾶ ὁ Ἀπόστολος τίς εὐχές καί τίς προσευχές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Καί δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά πού τό κάνει. Παρακαλεῖ τούς Θεσσαλονικεῖς «Ἀδελφοί, προσεύχεσθε ὑπέρ ἡμῶν», εἶναι σίγουρος πώς θά συνεχίσει νά διακονεῖ στηριζόμενος στίς προσευχές τῶν Κορινθίων «συνυπουργούντων καί ὑμῶν ὑπέρ ἡμῶν τῇ δεήσει», ἐνῶ στούς Φιλιππησίους ὁμολογεῖ ὅτι «καλῶς ἐποιήσατε συγκοινωνήσαντές μου τῇ θλίψει».
Ζητᾶ τίς προσευχές, γιά νά μπορέσει, μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέ χαρά νά συναντηθεῖ μαζί τους.
Ζητᾶ τίς προσευχές, προκειμένου νά μή μεσολαβήσει κάτι καί ἐμποδισθεῖ νά δεῖ τά πρόσωπά τους καί νά ἀναπαυθεῖ κοντά τους.
Τί εἶναι λοιπόν αὐτό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά τό ὁποῖο συχνά πυκνά γίνεται λόγος στά ἱερά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς πατερικῆς μας γραμματείας;
Ποιό εἶναι αὐτό τό μυστήριο τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐπαναλαμβάνουμε στήν Κυριακή Προσευχή, καθώς μᾶς τήν ἐδίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Δομήτωρ τῆς Ἐκκλησίας καί Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός; «Γενηθήτω τό θέλημά σου».
Ποιό εἶναι τό θέλημα, γιά τό ὁποῖο προσευχήθηκε ὁ Χριστός πρίν ἀπό τό Πάθος «πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο· πλήν οὔχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ»; Τί σημαίνει αὐτό τό «γενηθήτω» τοῦ Κυρίου, στό ὁποῖο στηρίζεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας;
Ἐπιτρέψτε μου λοιπόν πάρα πολύ σύντομα, ἀφοῦ προηγουμένως ζητήσω τίς εὐχές τῶν Ἁγίων Ἀρχιερέων πού κυκλώνουν τό Ἱερό Θυσιαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλείου στή σημερινή λατρευτική σύναξη καί προσευχή, πού εἶναι ἀφιερωμένη στόν μακαριστό καί πολύκλαυστο Ποιμενάρχη σας καί σέ ὅλους μας πολυφίλητο καί ἀγαπητό κυρό Ἰγνάτιο, νά μεταφέρω στήν ἀγάπη σας ψήγματα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων της Ἐκκλησίας μας γι’ αὐτό τό συγκεκριμένο θέμα.
Ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;
Καί πρώτον, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἁγιασμός μας. «Τοῦτο γάρ ἐστί θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμός ὑμῶν», εἶναι ὁ διαχρονικός καί ἁγιοπνευματικός λόγος τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου. Ἑπομένως, ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ κάθε Χριστιανοῦ εἶναι ἡ ἁγιότητα, σύμφωνα μέ τό ἁγιογραφικό: «ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιος εἰμί».
Παρ’ ὅλες τίς δυσκολίες οἱ ὁποῖες ὑπάρχουν γύρω μας, αὐτή ἡ ἁγιότητα μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ σέ κάθε ἐποχή καί ἀπό ὅλους τους ἀνθρώπους, ἐάν αὐτοί ζοῦν μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Γιατί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, πού ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἦλθε στό ὑπερῶο τῆς Σιών, παραμένει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί θά παραμένει σέ αὐτήν ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος γιά νά ἀπεργάζεται τή σωτηρία τοῦ καθενός μας. Ἀπόδειξη ἔμπρακτη ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων μας. Ὁ Ὅσιος Παΐσιος, ἡ Ὁσία Σοφία τῆς Κλεισούρας, ὁ Ὅσιος Πορφύριος, ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος τῆς Εὐβοίας, εἶναι τρανά παραδείγματα ἁγιότητος καί βιώσεως τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.
Δεύτερον, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς, ὅπως θά παρατηρήσει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης : «Ὑγεία ἐστί τῆς ψυχῆς, ἡ τοῦ θείου θελήματος εὐωδία». Ὁ Θεός θέλει τήν ψυχική μας ἰσορροπία καί τήν πνευματική ὑγεία, γι’αὐτό μᾶς καλεῖ καθημερινά σέ μετάνοια καί ἐπιστροφή. Μᾶς προτρέπει νά ἀλλάξουμε πορεία ζωῆς καί τρόπο σκέψεως, προκειμένου νά ἀντισταθοῦμε στόν χείμαρρο τῆς ἁμαρτίας πού ἀπειλεῖ νά παρασύρει τά πάντα. Ἄλλωστε, μόνον ἕνας ἰσορροπημένος ἄνθρωπος μπορεῖ νά σταθεῖ ὄρθιος μέσα σ΄ αὐτόν τόν μεταβαλλόμενο κόσμο. Μόνον ἕνας ψυχικά καί πνευματικά ὑγιής μπορεῖ νά θέσει θεμέλιο στή ζωή του τόν Ἰησοῦ Χριστό καί νά οἰκοδομήσει πάνω σέ αὐτό, μέ ὑλικά ἀνεξίτηλα καί θεάρεστα, τό οἰκοδόμημα τῆς ζωή του, ὅπως χαρακτηριστικά θά μᾶς πεῖ ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος.
Τρίτον. Ὑπάρχει ὅμως μία περιοχή στήν ὁποία ὁ Θεός δέν ἐπιτρέπει στόν ἑαυτό Του νά εἰσοδεύσει. Αὐτή ἡ περιοχή εἶναι ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ποτέ δέν παραβιάζει τό θέλημα τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Σέβεται ἀπόλυτα τήν ἐλευθερία του. Δίνει ὁ Ἴδιος τό χέρι Του, ἀλλά καί περιμένει τή συγκατάθεση τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά τόν βοηθήσει γιά νά βιώσει στή ζωή του τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά φθάσει στόν τελικό προορισμό του, πού εἶναι αὐτός ὁ ἁγιασμός. Καί γιά νά τό πετύχει αὐτό ὁ ἄνθρωπος, χρειάζεται νά ἀγαπήσει τόν Θεό «ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας». Καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του, οἱ ὁποῖες «βαρεῖαι οὐκ εἰσί». Καί ἀκόμη: «εἰ ἀγαπᾶτε με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε», ὅπως μᾶς παρέδωσε τό βράδυ τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου. Γι’ αὐτό καί πολύ εὔστοχα ὁ ἱερός ἑρμηνευτής, ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός, θά πεῖ χαρακτηριστικά : «θέλημα δέ Θεοῦ, αἵ ἐντολαί αὐτοῦ».
Ἔτσι, μᾶς ζητᾶ ὁ Χριστός στήν Κυριακή Προσευχή νά παρακαλοῦμε τό Θεό νά γίνει τό θέλημά Του : «γενηθήτω τό θέλημά σου», γιατί ἁπλούστατα ὅλοι μας βρισκόμαστε κάτω ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Πολύ σοφά, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Νύσσης, ἑρμηνεύοντας τήν Κυριακή Προσευχή, θά καταγράψει τήν δική του ἁγιοπνευματικῆ ἐμπειρία: «Ἐπειδή λοιπόν ἀσθενήσαμε, ὅταν ἐγκαταλείψαμε τήν καλή ζωή μας μέσα στόν παράδεισο, ἦρθε ὁ ἀληθινός γιατρός… καί μᾶς ἐλευθερώνει πάλι ἀπό τή νόσο μέ τή σύνδεσή μας μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί τά λόγια της προσευχῆς εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ἀρρώστιας πού δημιουργεῖται στήν ψυχή. Προσεύχεται δηλαδή σάν νά καταθλίβουν κάποιες ὀδύνες τήν ψυχή του, αὐτός πού λέει “γενηθήτω τό θέλημά σου”, καί θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων… (Μέ αὐτό τό “γενηθήτω τό θέλημά σου”, ἡ ἀρετή, παραδείγματος χάριν) ἡ σωφροσύνη θά σβήσει τήν ἀκόλαστη καί ἐμπαθή ὁρμή τῆς διάνοιας· ἡ ταπεινοφροσύνη θά καταναλώσει τήν ἔπαρση· ἡ μετριοπάθεια θά θεραπεύσει τή νόσο τῆς ὑπερηφανείας καί τό ἀγαθό τῆς ἀγάπης θά διώξει ἀπό τήν ψυχή πλῆθος ἀντιπάλων κακῶν… τά ὁποῖα ἐξαφανίζονται μέ τό συναίσθημα τῆς ἀγάπης…». Καί συμπληρώνει ὁ ἱερός πατήρ: «Ἄς γίνει λοιπόν, τό θέλημά Σου, γιά ν’ ἀχρηστευθεῖ τό θέλημα τοῦ διαβόλου».
Σ’ αὐτήν τήν πνευματική ἀσθένεια ὁδηγηθήκαμε ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς τῶν Πρωτοπλάστων. Δέν εἶναι ὁ Θεός αἴτιος τοῦ κακοῦ. Ὁ Θεός, τό «ὄντως ἀγαθόν», εἶναι ἀδύνατον νά θεωρηθεῖ ποιητής τοῦ κακοῦ, ἀλλά αὐτό ὑπῆρχε σάν δυνατότητα στήν ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου καί μπῆκε στή ζωή του ἐξαιτίας τῆς κακῆς ἐπιλογῆς. Γι’ αὐτό πολύ σοφά στά ἐρωτήματα τῶν ἀνθρώπων θά ἀπαντήσει ὁ Ἱεράρχης τῆς Καισαρείας. «Δέν εἶναι βέβαια εὐσεβές οὔτε καί τό νά πεῖ κανείς ὅτι τό κακό δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό, διότι κανένα ἀπό τά ἀντίθετα πράγματα δέν παράγεται ἀπό τό ἀντίθετό του. Οὔτε ἡ ζωή γεννᾶ θάνατο, οὔτε τό σκότος εἶναι πηγή τοῦ φωτός, οὔτε ἡ νόσος δημιουργεῖ ὑγεία».
Ἔτσι, χρειάστηκε νά ἔλθει ὁ Χριστός στόν κόσμο καί νά γίνει ὑπήκοος μέχρι θανάτου στό θέλημα τοῦ Οὐρανίου Πατρός, προκειμένου νά ἔχουμε τήν ἀνάκληση «ἀπό τῆς ἐκπτώσεως καί τήν ἐπάνοδον εἰς τήν οἰκείωσιν Θεοῦ, ἀπό τῆς διά τήν παρακοήν γενομένης ἀλλοτριώσεως».
Πόσο συγκινητική εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Πατριάρχου Ἀβράαμ, τοῦ ὁποίου ἡ ὑπακοή ἔφθασε στήν ἀπρόσιτη κορυφαία της ἔκφραση, ὥστε νά θυσιάσει τόν μονογενῆ του Ἰσαάκ;
Πόσο σημαντικά εἶναι τά λόγια τοῦ Χριστοῦ στήν Καινή Διαθήκη : «οὐ ζητῶ τό θέλημα τό ἐμόν, ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντος μέ πατρός»! Καί ἀκόμη: «ἐμόν βρῶμα ἐστιν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον»!
Πόσο συγκλονιστική εἶναι ἀκόμη ἡ ἐμπειρία τῶν θεοφόρων Πατέρων πώς ἡ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι μίμηση Χριστοῦ! Γιατί τό νά παραδίδεται κανείς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ κρύβει μεγάλη χάρη. Αὐτός βρίσκεται μέσα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, βιώνει ἀπό αὐτήν τή ζωή τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί προγεύεται τά ἀγαθά τά ὁποῖα ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός «τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν».
Θυμᾶμαι τόν Ὅσιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, τόν νεοφανή αὐτόν ἀστέρα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ἀντέγραψε στή ζωή του τό Εὐαγγέλιο καί τή ζωή τῶν Ἁγίων μας, νά συνιστᾶ σέ ὅλους ἐμᾶς τίς βαθμίδες τῆς σωτηρίας πού ὁδηγοῦν στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν:
α. Νά κάνουμε ὑπομονή στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες χωρίς νά γογγύζουμε κατά τοῦ Θεοῦ,
β. Νά ἐπιμελούμαστε τό ἀγαθό χωρίς ἐπιδείξεις καί χωρίς τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων,
γ. Νά ὑπακοῦμε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρίς ἀντιρρήσεις καί ἐπιφυλάξεις.
Αὐτό τό τρίτο σκαλοπάτι εἶναι τό πιό ἀνώτερο καί τό πιό δύσκολο κι ὅποιος ἔφθασε σέ αὐτό, ἤδη ἔγινε μέτοχος τῆς ἀλήπτου χαρᾶς.
Αὐτό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ στόχος τῆς ζωῆς τοῦ μακαριστοῦ Ἰγνατίου. Αὐτό διδάχθηκε ἀπό τόν μακαριστό καί ἅγιο πνευματικό του πατέρα, τόν Γέροντα Δαμασκηνό τῆς Μονῆς Μακρινοῦ.
Αὐτό ζητοῦσε στό Ἱερό Ἐπιτραχήλιο τῶν πνευματικῶν του πατέρων, Γεωργίου Καψάνη τοῦ Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου, Πολυκάρπου Μαντζάρογλου ἀπό τήν Παναγία τοῦ Ἔβρου καί Ἰγνατίου Πούτου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Βησσαρίωνος Δουσίκου.
Μέ αὐτό πορεύτηκε στήν ἱερατική του πορεία καί αὐτό βίωσε ὅταν ἡ Ἐκκλησία τόν ἐπιστράτευσε κυριολεκτικά νά ἀναλάβει τή διαποίμανση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλείου μέ τά γνωστά τότε θέματα.
Σήκωσε τόν σταυρό τῆς ἀρχιερατικῆς του διακονίας ἐπαναλαμβάνοντας τά λόγια του Χριστοῦ : «Μή τό θέλημά μου ἀλλά τό σόν γινέσθω» προσβλέποντας «εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν».
Ἀλλά καί κατά τή διάρκεια τῆς ἀσθενείας του κατέπληξε τούς πάντες μέ τήν ὑπομονή καί ἰδιαίτερα μέ τήν ἐμμονή του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μόνο λόγοι συγχωρητικότητος, αὐτομεμψίας καί εὐχαριστίας ἔβγαιναν ἀπό τά χείλη του. Μέ τό «γενηθήτω τό θέλημα τοῦ Θεοῦ» πορεύθηκε καί στό ταξίδι του στήν Ἀμερική ἀπό τήν ὁποία καί ἔφυγε γιά τό οὐράνιο ταξίδι στήν Ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων ὅπου «ἦχος καθαρός ἑορταζόντων καί φωνή ἀγαλλιάσεως», γιά νά λάβει ἀπό τά χέρια τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ τόν ἁμαράντινο τῆς δόξης στέφανο καί νά ἀναπαυθεῖ ἀπό τούς κόπους καί τούς ἱδρῶτες στούς ἀβραμιαίους κόλπους.
Αὐτός ἦταν ὁ Μητροπολίτης Ἰγνάτιος. Ἕνας ἄνθρωπος πού στή ζωή του πάντοτε ζητοῦσε νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι τόν γνώρισα. Ἔτσι τόν ἔζησα στά γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Αὐτό ἀπεκόμιζα κάθε φορά πού ἐπικοινωνοῦσα μαζί του. Αὐτό ζοῦσα ὅταν μοῦ ἐξιστοροῦσε τίς δυσκολίες, τά προβλήματα, τίς πικρίες, τίς συκοφαντίες καί ὅλα ὅσα ὑπέμεινε προκειμένου νά βιώσει αὐτό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί μπορεῖ κι ἐκεῖνος νά ἐπαναλαμβάνει τήν ὥρα αὐτή ἀπό τό ἐπουράνιο Θυσιαστήριο μαζί μέ τόν Προφήτη Δαυίδ : «διήλθομεν διά πυρός καί ὕδατος καί ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν».
Μακαριστέ ἀδελφέ μου,
Χαῖρε λοιπόν καί ἀγάλλου στό οὐράνιο Θυσιαστήριο. Ἀφοῦ ἐφύτευσες τόν Χριστό μέσα στίς καρδιές ἑκατοντάδων ἀνθρώπων στό νησί τῆς Σαλαμίνας, στήν εὐλογημένη Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, στά Κατηχητικά Σχολεῖα, στίς Κατασκηνώσεις, κάτω ἀπό τήν ἀκοίμητη θεομητορική προστασία τῆς Φανερωμένης Θεοτόκου, στῆς ὁποίας τό Μοναστήρι ἀνδρώθηκες καί ὑπηρέτησες.
Ἀναπαύου ἐν εἰρήνῃ, τίμιε ἐργάτα τοῦ ἀμπελῶνος, ἀφοῦ «ἐδούλευσες ἐν τῷ εὐαγγελίῳ», ἐργάσθηκες ἀθόρυβα, δημιουργικά, μέ ὀρθόδοξο ἦθος καί ἐκκλησιαστικό φρόνημα, φαινόμενο σπάνιο γιά τήν ἐποχή μας. Ἔσπειρες τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Προσέφερες ἄφθονα τήν οὐράνια τροφή διά τῆς Θείας Λατρείας στό χριστεπώνυμο πλήρωμα. Παρουσίασες καί τίμησες τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι καί θά εἶναι οἱ θερμότατοι πρέσβεις γιά σένα στό Θρόνο τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου.
Ἀναπαύου ἐκ τῶν συνεχῶν μεριμνῶν σου καί τῶν κόπων σου, ἀφοῦ δέν ἔδωσες «ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς σου καί τοῖς βλεφάροις σου στεναγμόν καί ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις σου»γιά νά διδάξεις, νά στηρίξεις, νά ἐνδυναμώσεις, νά συμπαρασταθεῖς, νά χαρεῖς μέ ἐκείνους πού χαίρονταν καί νά κλάψεις μέ ἐκείνους πού ἔκλαιγαν.
Ἀναπαύου, ἀδελφέ μου Ἰγνάτιε, «ἔνθα οἱ δίκαιοι ἀναπαύονται». Ἀπό ἐκεῖ, ἀπό τήν οὐράνια Ἱερουσαλήμ εὐλόγησε τόν λαό σου, τό ποίμνιο τῆς Λάρισας καί τοῦ Τυρνάβου. Εὐλόγησε τούς Κληρικούς σου. Εὐλόγησε ὅλους ἐκείνους πού σοῦ στάθηκαν ἀλλά καί σέ πίκραναν. Προσευχήσου, ἀδελφέ μου, γιά τή θεόσωστη ἐπαρχία σου, γιά τήν πατρίδα μας ὁλόκληρη καί ἀπό κεῖ στεῖλε τίς δικές σου εὐχές πού τόσο τίς ἔχουμε ἀνάγκη.
Αἰωνία σου ἡ μνήμη, ἀδελφέ μου ἠγαπημένε Ἰγνάτιε.
Καλή Ἀνάσταση καί καλή συνάντηση στήν αἰωνιότητα.