Ιεροδιακόνου της Ι. Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας
Στην Παλαιά Διαθήκη είχαμε την περιτομή, στην οποία υποβάλλονταν κάθε άρρεν βρέφος την όγδοη ημέρα από την γέννησή του. Στη συγκεκριμένη πρακτική, υποβλήθηκε και ο ίδιος ο Χριστός.
Στην Καινή Διαθήκη, έρχεται πλέον το βάπτισμα ν’ αντικαταστήσει την περιτομή και ακριβώς όπως η περιτομή ήταν η ιεροτελεστία της μύησης στην Παλαιά Διαθήκη, έτσι και το βάπτισμα είναι η τελετή της μύησης στη νέα διαθήκη που θεμελιώθηκε από Τον Κύριό μας πάνω στον Σταυρό.
Η σφραγίδα της πιστοποίησης πως κάποιος άνηκε σ’ ένα συγκεκριμένο έθνος, έρχεται ν’ αντικατασταθεί απ’ την οικουμενική σφραγίδα Του Παναγίου Πνεύματος, της πνευματικής γέννησης και της πιστοποίησης του «αρραβώνος του πνεύματος» μέσα στις καρδιές μας.
Το βάπτισμα, όπως και κάθε μυστήριο της Εκκλησίας μας, δεν είναι κάτι που επενεργεί μ’ έναν τρόπο μαγικό. Είναι όντως ευθύνη των γονέων και των αναδόχων να βεβαιωθούν ότι το βαπτισμένο παιδί, μαθαίνει για Τον Χριστό και τον εν Χριστώ τρόπο ζωής, για να εξελιχθεί σε έναν τέλειο άνθρωπο, στο μέτρο του αναστήματος της πληρότητας Του Χριστού. Και καθώς εκείνο θα μεγαλώνει, θ’ αρχίσει να παίρνει τις δικές του αποφάσεις και θ’ αναπτύξει τη δική του ζώσα μαρτυρία για Τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου.
Συγχωρέστε με, αλλά ξέρετε, βιώνοντας την ενοριακή ζωή από μικρό παιδάκι, έχω αντιληφθεί πως κυριαρχεί στην κοινωνία μας, ένας αφελής νομιναλισμός, στον οποίο οι άνθρωποι μετέχουν των μυστηρίων της Εκκλησίας, απλά και μόνον επειδή είναι μέρος της εθνικής τους παράδοσης και κληρονομιάς. Έτσι, δυστυχώς, εκείνοι που έχουν την υποχρέωση που αναφέραμε παραπάνω, δεν είναι καν σε θέση να δώσουν μια αιτιολογημένη απάντηση σ’ εκείνους οι οποίοι έχουν άγνοια και θέτουν ερωτήσεις σχετικά με τα δόγματα και τις πρακτικές της Εκκλησίας, πράγμα που βλέπουμε να συμβαίνει αυτές τις ημέρες.
Αυτό που πρέπει να έχουμε κατά νου, είναι ότι η πρώτη Εκκλησία επέτρεπε τον νηπιοβαπτισμό, δεν επέβαλλε όμως το βάπτισμα των νηπίων. Ήταν μια κοινή πρακτική μεταξύ των Χριστιανών και υπήρχαν πολύ λίγες διαμαρτυρίες εναντίον της. Ο νηπιοβαπτισμός έγινε η συνήθης πρακτική με τη μεταστροφή ολόκληρων ομάδων ανθρώπων. Όταν παραδείγματος χάριν ένας ηγεμόνας αλλαξοπιστούσε, τον ακολουθούσαν οι υποστηρικτές του και ολόκληρες οι οικογένειές τους, συμπεριλαμβανομένων των νηπίων. Είναι επίσης σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι, δεδομένων των υψηλών ποσοστών θνησιμότητας εκείνη την εποχή, πολλοί γονείς προσπαθούσαν να βαφτίσουν το παιδί τους, ειδικά αν ο θάνατος ήταν επικείμενος.
Όμως, ποιο είναι τελικά το ουσιαστικό νόημα του νηπιοβαπτισμού; Και πως μπορεί ένα μωρό «ν’ αναγεννηθεί εξ ύδατος και Πνεύματος», όπως υποστηρίζει η Εκκλησία μας, χωρίς προσωπική πίστη και πριν καν ακούσει το κήρυγμα του Ευαγγελίου;
Αρχικά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως η «αναγέννηση» αυτή, δεν είναι μια συναισθηματική εμπειρία, αλλά μια νέα ζωή εν Χριστώ. Κάποτε το γένος των ανθρώπων, ζούσε τη ζωή του χωριστά από Τον Χριστό, αλλά τώρα θέτει την πίστη του σ’ Εκείνον και έρχεται σε ενότητα μαζί Του μέσω του βαπτίσματος.
Όσον αφορά τώρα την πνευματική ικανότητα των μικρών παιδιών, ένα χαρακτηριστικό περιστατικό συναντάμε στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, όταν η Παναγία μπήκε στο σπίτι της Ελισάβετ και τη χαιρέτησε, το μωρό μέσα στη μήτρα της Ελισάβετ, δήλαδη ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, «πήδηξε από χαρά». Αυτή η προγεννητική κιόλας ανταπόκριση του Ιωάννη του Βαπτιστή στην παρουσία Του Ενσαρκωμένου Λόγου, δείχνει την επιθυμία μας για Τον Θεό στον αρχέγονο ήδη πυρήνα της ύπαρξής μας.
Θα μου πείτε: «Μα ένα βρέφος έχει πλήρως ανεπτυγμένη διάνοια για ν’ αντιλαμβάνεται και ν’ ανταποκρίνεται σε συναισθηματικά ερεθίσματα;».
Όχι, αλλά έχει την ικανότητα ν’ ανταποκρίνεται στην αγάπη. Αυτό συμβαίνει επειδή η ικανότητα ν’ αγαπάμε και να ανταποκρινόμαστε στην αγάπη, είναι θεμελιώδης για την ανθρωπιά μας. Βρίσκεται στον πυρήνα της ύπαρξης μας.
Αδιάψευστος μάρτυρας για την πνευματική ικανότητα των μικρών παιδιών όμως, αποτελεί η στάση του ίδιου Του Χριστού απέναντί της, με το περιστατικό που τα ευλογεί («άφετε τα παιδία και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με»), το οποίο αναφέρεται στα τρία απ’ τα τέσσερα Ευαγγέλια. Ενώ ο Ματθαίος και ο Μάρκος χρησιμοποίησαν τον γενικό όρο για τα παιδιά παιδί («και προσέφερον αυτώ παιδία ίνα αυτών άψηται» κτλπ), ο Λουκάς χρησιμοποίησε τον ακριβέστερο όρο «βρέφος» που μπορεί να σημαίνει νεογέννητα παιδιά: «Προσέφερον τω Ιησού τα βρέφη ίνα αυτών άπτηται».
Αυτό το περιστατικό, το οποίο μας δείχνει πως η Βασιλεία Του Θεού είναι για εκείνους που έχουν ανοιχτή καρδιά σαν τα μικρά παιδιά, δεν διδάσκει ότι τα παιδιά πρέπει να περιμένουν μέχρι να είναι αρκετά μεγάλα για να καταλάβουν, πριν μπορέσουν να εισέλθουν σ’ αυτήν.
Άλλωστε τα παιδιά, ακόμη και τα μικρά βρέφη, ανήκουν και πρέπει να συμμετέχουν στο μυστήριο των μυστηρίων, τη Θεία Λειτουργία. Μπορεί να μην κατανοούν πλήρως τι συμβαίνει, αλλά θα βρίσκονται στην παρουσία Του Θεού. Και η Εκκλησία μας, πίστευε και πιστεύει, ότι αυτή η έκθεση, είναι σημαντική για την πνευματική τους ανάπτυξη, με σημαντικότερη βέβαια την λήψη της Θείας Κοινωνίας απ’ αυτά, που αναμφίβολα θα τα βοηθήσει στο παρόν και το μέλλον τους.