Συνεδρίαζαν αρκετή ώρα. Τελικά η απόφαση βγήκε, αν και είχε συμφωνηθεί από την προηγούμενη ημέρα. Κάποιοι αντέδρασαν, μα εφόσον οι κεφαλές τα βρήκαν μεταξύ τους, ποιος τους δίνει σημασία. Το μόνο που μένει είναι να Του ανακοινώσουν την απόφαση.
Ο αρμόδιος αναλαμβάνει αυτό το χρέος, νοιώθει άλλωστε πως έχει την εξουσία να το κάνει. Τον επισκέπτεται στο Σπίτι Του και Τον βρίσκει καθήμενο στην Τράπεζα. Χωρίς δισταγμό και περιστροφές Του ανακοινώνει την απόφαση του «δικαστηρίου», όπως και τότε – τέτοιες μέρες ήταν θαρρώ – Του ανακοίνωσαν κάποιοι άλλοι, που πίστευαν και αυτοί πως είχαν το δικαίωμα και την εξουσία, την ετυμηγορία τους.
«Λοιπόν, εμείς το αποφασίσαμε και θα γίνουν τα πράγματα ως εξής, Του λέει. Όπως και πέρυσι, έτσι και φέτος τα πράγματα είναι διαφορετικά. Απειλούμαστε από ένα φοβερό και φονικό ιό, όπως θα ξέρεις. Πρέπει να προσέχουμε την ζωή μας, γιατί το κάθε απερίσκεπτο βήμα μπορεί να αποβεί μοιραίο για την υγεία μας. Οι «ειδικοί», στους οποίους εναποθέτουμε την κάθε μας ελπίδα, μας κατεύθυναν ως προς αυτά που πρέπει να κάνουμε όλοι. Γι’ αυτό ήρθα εδώ σήμερα, για να Σου ανακοινώσω τα μέτρα και να συμμορφωθείς. Ναι καλά ακούς, να συμμορφωθείς, επειδή είσαι επικίνδυνος για την δημόσια υγεία. Δεν γίνεται, ωστόσο, να ακολουθηθεί η ίδια γραμμή με πέρυσι, γιατί ο κόσμος Σε αγαπά ακόμη. Άκουσε, λοιπόν, τι αποφασίστηκε:
»Κάθε χρόνο αναστήνεσαι στις 12.00πμ τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, ξημερώνοντας Κυριακή, τρείς ημέρες δηλαδή από την Σταύρωση Σου, όπως διαβάζουμε στο Σύμβολο της Πίστεως «…και Αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς». Φέτος αυτό θα αλλάξει. Θα γίνει νωρίτερα. Στις 9.00μμ του Μεγάλου Σαββάτου να είσαι έτοιμος. Δεν χάθηκε ο κόσμος να αναστηθείς την δεύτερη ημέρα. Γίνεται για καλό σκοπό, για την σωματική υγεία! Είναι πολύ επικίνδυνο, άλλωστε, να μένει ο κόσμος έξω μετά τις 12.00πμ. Ο ιός διαδίδεται πιο εύκολα εκείνες τις ώρες. Στις εννιά, λοιπόν. Δέκα λεπτά θα μας πάρει όλο κι όλο, μέχρι να ακούσουν ότι αναστήθηκες και μετά θα πάνε στα σπίτια τους οι περισσότεροι. Υπάρχουν ακόμη λίγα κενά, βέβαια, για παράδειγμα τι θα κάνουμε με το ζήτημα των δυο Θείων Λειτουργιών που θα τελεστούν την ίδια μέρα, ή τι θα ισχύει σχετικά με την απαγόρευση κυκλοφορίας για όσους μείνουν ως το τέλος, αλλά αυτά είναι θέματα δικά μας, μην Σε απασχολεί. Εσύ να θυμάσαι αυτό που Σου είπα.
» Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, θα δυσαρεστηθεί ο καίσαρας και αυτό δεν μας συμφέρει. Πρέπει να εξελισσόμαστε σύμφωνα με τα προβλήματα και τις συνθήκες της εποχής, άλλωστε. Και μην ξεχνάς και το εξής. Η υγεία είναι το παν! Δεν υπάρχει σπουδαιότερο πράγμα από την υγεία.
» Έτσι θα γίνουν, λοιπόν, όπως μας είπαν οι γιατροί που ξέρουν και όπως αποφασίσαμε με τον καίσαρα. Η εξουσία μας, μας δίνει αυτό το δικαίωμα, σωστά;»
Εκείνος τον άκουγε σιωπηλός, όλη την ώρα. Μόλις τελείωσε τον λόγο του ο αρμόδιος και έχοντας το ύφος του νικητή, πήρε τον λόγο και τον ρώτησε:
«Για ποιο λόγο θα έλθετε»; Ο αρμόδιος, ξαφνιάστηκε στην ερώτηση, σαν να μην την κατάλαβε. Εκείνος συνέχισε « θα έρθετε εδώ, μετά από όλα αυτά που Μου είπες για να ψάλλεις το «Χριστός ανέστη»; Θα ψάλλεις το «θανάτου εορτάζωμεν νέκρωσιν»; Θα ψάλλεις το «… έδωκεν ημίν την αιώνιον Ζωήν και μέγα έλεος»; Θα έλθεις εδώ, για να Με ονομάσεις Πηγή της Ζωής και της Αθανασίας, Κύριο της Ζωής και του θανάτου, Δωτήρα των αγαθών; Βάζεις την ανθρώπινη υγεία πάνω από την πνευματική και το φόβο του θανάτου πάνω από τον φόβο του Θεού; Εγώ αναστήθηκα και πάτησα το θάνατο για να μην φοβάσαι και εσύ τι κάνεις; Γιατί άρπαξες την εξουσία από τα χέρια Μου και αποφασίζεις πράγματα αντίθετα από τον λόγο μου. Ξέχασες πως Εγώ είμαι η Κεφαλή της Εκκλησίας; Γιατί έβαλες Εμένα κάτω από τους γιατρούς; Ξέχασες ότι Εγώ είμαι Αυτός που δίνει την επιστήμη; Εγω είμαι ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων!Ξέχασες πως Εγώ είμαι η Ζωή; Ξέχασες πως Εγώ επιτρέπω το πότε και αν ασθενήσει το πλάσμα Μου; Είναι, λοιπόν, δυνατόν στην χαρά της Αναστάσεως, να δώσω εξουσία στον θάνατο να απλωθεί; Γιατί, θέλετε να έλθετε; Σε ξαναρωτώ. Ω! τι υποκρισία! Απάντησε μου, λοιπόν, πιστεύεις όντως στην Ανάσταση;»
Ο αρμόδιος, δεν απάντησε, γύρισε και με το βλέμμα σκυμμένο έφυγε. Εκείνος καθισμένος στον ξύλινο θρόνο Του, πίσω από την Τράπεζα, με τα χέρια ανοιχτά σαν αγκαλιά, που περιμένει όλους να τους χωρέσει μέσα, έγειρε ξανά το Κεφάλι Του…
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ…!
Παναγιώτης Β. Σελίμος – Θεολόγος