Η ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτη Καστορίας Σεραφείμ, στη Συνοδική Θεία Λειτουργία επί τη εορτή των Αγίων και Ενδόξων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου, στον Ιερό Ναό της οδού Ψαρών στην Αθήνα, την Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016.
«Ο μακάριος Παύλος, το σκεύος της εκλογής, ο νυμφαγωγός της Εκκλησίας, ο κήρυξ των Εθνών έτρεξε τη γή και τη θάλασσα•
Παντού έστησε τα τρόπαια της δικής του ανδρείας•
πάλευε συνεχώς με την πείνα και τη δίψα•
αγωνιζόταν με τη γυμνότητα και το κρύο.
Είχε νεκρώσει το κοσμικό φρόνημα• όντας στη γη, ήταν πολίτης του ουρανού.
Παύλος, ο πιο θερμός από τη φωτιά, πιο δυνατός από το σίδηρο, πιο σκληρός από το διαμάντι»1.
«Θαύμασε τον ανδριάντα του Παύλου.
Τι πιο όμορφο από τα πόδια του; Έτρεχε παντού σαν να είχε φτερά.
Θέλεις να δεις και το στήθος, την καρδιά; Λαμπρότερη από τους ωραίους πόδας του, γιατί μέσα του είχε το Χριστό…
Θέλεις να δεις και τα χέρια του; Κάθε μέρα ήταν δεμένα με αλυσίδες…
Θέλεις να δεις και τη ράχη του; Πήρε πέντε φορές τριανταεννέα μαστιγώματα…
Αν κάποιος μου έδινε την εξουσία όλης της οικουμένης, εγώ θα προτιμούσα τον όνυχα του Παύλου, πιο δυνατό από την εξουσία όλου του κόσμου…
Προτιμώ τη φτώχεια του, από κάθε τρυφή.
Προτιμώ την αδοξία του, από κάθε δόξα.
Προτιμώ τη στέρησή του, από κάθε πλούτο.
Από κάθε άνεση, προτιμώ το ράπισμα του προσώπου του Παύλου.
Προτιμώ πάνω από κάθε βασιλικό στέμμα, τις πέτρες που λιθοβολούσαν τον Παύλο»2.
Με αυτούς τους λόγους,
Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα, Σεπτέ Προκαθήμενε της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος,
Σεβασμία των Αγίων Ιεραρχών χορεία,
Εντιμώτατοι άρχοντες,
Αδελφοί μου συμπρεσβύτεροι και συνδιάκονοι,
Λαέ του Θεού περιούσιε της αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών,
Με αυτούς τους λόγους, η χρυσή αηδόνα της Εκκλησίας, ο Ιερός Χρυσόστομος, εγκωμιάζει τον φτερωτό Απόστολο των Εθνών Παύλο• τον Απόστολο της Ευρώπης, τον Απόστολο της Ελλάδος, τον ιδρυτή της Εκκλησίας των Αθηνών, καθώς και των υπολοίπων τοπικών Εκκλησιών της πατρίδος μας, τον «σήμερον ημάς συναγαγών»3 επί τη φωτοφόρω μνήμη αυτού.
Αυτήν την ημέρα, συνεχίζει ο ιερός πατήρ, οι επουράνιες έντιμες φωνές ενώνονται με τις πτωχές ανθρώπινες για να επευφημήσουν άξια εκείνους που περιήλθαν τη γη και τη θάλασσα και φύτευσαν τα σπέρματα της ευσεβείας στις καρδιές των απειθούντων ανθρώπων : «Πέτρον τον κορυφαίον των ενδόξων Αποστόλων, την πέτραν της πίστεως και Παύλον, τον ρήτορα και φωστήραν των Αγίων Εκκλησιών»4. Όσο για τον εαυτό του, δηλώνει χαρακτηριστικά από την αρχή ότι δεν βρίσκει λόγον επάξιον «εγκωμιάσαι τους εγκωμιάσαντας το γένος ημών»5.
Και θα ήθελα, Μακαριώτατε Πάτερ, αφού προηγουμένως εκφράσω στο σεπτό πρόσωπό σας, καθώς και στα μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, τις θερμές μου ευχαριστίες και την ευγνωμοσύνη για την ανατεθείσα σήμερα διακονία του λόγου, να μου επιτρέψετε να απασχολήσω την ευλαβική σας σκέψη με κάποια στιγμή «αδυναμίας» του μακαρίου Αποστόλου Παύλου, όπως αυτή μας τη διασώζει ο ιστορικός της Καινής Διαθήκης, Ευαγγελιστής Λουκάς. Άλλωστε τα πιο σημαντικά στοιχεία είναι οι παρενθέσεις των αδυναμιών των Αγίων, που αφήνουν ιδιαίτερα στίγματα στη ζωή τους.
Αποθαρρυμένος ο Απόστολος από την υπερηφάνεια του πνεύματος που συναντά στην πόλη των γραμμάτων και της σοφίας, την Αθήνα, φθάνει στην Κόρινθο, την πόλη του πλούτου και της αμαρτίας. Σχεδιάζει μάλιστα να αποχωρήσει σύντομα και από την πόλη αυτή, λόγω των σκληρών συνθηκών και του απρόσφορου εδάφους για τη θεμελίωση του οικοδομήματος της εις Χριστόν πίστεως.
Πως άλλωστε να καρποφορήσει ο σπόρος της αλήθειας από την πολεμική που ασκείται εναντίον του κηρύγματός του; Πως να μιλήσει στους «αντιτασσομένους και βλασφημούντας»6 για το λόγο του Σταυρού που είναι «τοις μεν απολυμένοις μωρία, τοις δε σωζομένοις δύναμις Θεού»7 και πως τα μωρά του κόσμου και τα ασθενή και τα αγενή και τα εξουθενημένα «εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη… ίνα τα όντα καταργήση όπως μη καυχήσηται πάσα σαρξ ενώπιον του Θεού»8; Πως στην πόλη της κραιπάλης, του πλούτου και της διαφθοράς να παρουσιάσει «Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν»9;
Και τότε επεμβαίνει ο Θεός : «Είπε δε ο Κύριος δι’ οράματος εν νυκτί τω Παύλω• μη φοβού, αλλά λάλει και μη σιωπήσης, διότι εγώ ειμι μετά σου, και ουδείς επιθήσεταί σοι του κακώσαί σε»10. Έτσι η αδυναμία και η αποθάρρυνση μεταβάλλεται, με την παρουσία του Χριστού, σε θάρρος, ανδρεία και δύναμη.
Και πρώτον. Τι είναι το θάρρος;
Τι σημαίνει άραγε αυτή η ξεχασμένη αρετή;
Είναι η εμψυχία και η τόλμη μπροστά σε οποιαδήποτε απειλή η αντιξοότητα.
Είναι το θυμικόν, που παρέχει σημαντικότατες υπηρεσίες στον άνθρωπο, όπως μας τονίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, και που αποτελεί το απαραίτητο εργαλείο, ώστε να φθάσει κανείς στη Βασιλεία των Ουρανών.
Είναι η κατά Θεόν βία, για την οποία μας μίλησε ο Χριστός : «η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν»11.
Είναι η πάλη για ό,τι ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί «καλόν αγώνα»12.
Είναι η υπεροχή του πνεύματος έναντι του υλικού στοιχείου, που οδηγεί τον άνθρωπο να υπερτερεί σε όλα13.
Είναι ό,τι το λάδι για ένα λυχνάρι. Έχασες την ανδρεία; απώλεσες το θάρρος; Έχασες τον αγώνα αυτής της ζωής… Γι’ αυτό διαχρονικά ακούγονται οι λόγοι του Χριστού: «θαρσείτε• εγώ νενίκηκα τον κόσμον»14 και «θάρσει Παύλε• ως γαρ διεμαρτύρω τα περί εμού εις Ιερουσαλήμ, ούτω σε δει και εις Ρώμην μαρτυρήσαι»15.
Δεύτερον. Το θάρρος μας χρειάζεται στον πνευματικό αγώνα, τον οποίο διεξάγουμε «όχι προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου»16.Θα παρατηρήσει σχετικά ο Μέγας Βασίλειος : «Εάν δεν θυμώσης εναντίον του κακού (και σταθής απέναντί του με θάρρος), δεν θα σου είναι δυνατόν να κυριαρχήσεις σε αυτό. Πρέπει, νομίζω, να επιδεικνύωμεν την ίδιαν επιμέλειαν και δια την αγάπην της αρετής και δια το αγώνισμα ενάντια στην αμαρτία»17.
Μας χρειάζεται το θάρρος στα δυσάρεστα αυτής της ζωής:
– Στις δοκιμασίες και τις αποτυχίες.
– Στον πόνο, με τις διάφορες παραλλαγές του, που συνθέτει την εικόνα της προσωπικής μας ζωής και είναι πάντα ο μόνιμος σύντροφός μας. Αυτόν τον οποίο δοκίμασε ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού («υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσομεν τοις ίχνεσιν αυτού»18), αυτόν που έζησε ο Απόστολος Παύλος, Μάρτυρες και όλοι οι Άγιοι της πίστεώς μας.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις και σ’ αυτές τις σκοτεινές διαδρομές, ο Χριστός μας προσφέρει, ως αντίδοτο, το θάρρος. Δεν υπόσχεται απαλλαγή από τη θλίψη, αλλά ανδρεία και γενναιότητα για την αντιμετώπισή της. Γι’ αυτό έχει λεχθεί χαρακτηριστικά ότι ο πόνος και οι πειρασμοί, τους οποίους αντιμετωπίζουμε, μοιάζουν με τους ανέμους που οδηγούν το δένδρο να δημιουργήσει βαθύτερες ρίζες στη γη.
– Μας χρειάζεται το θάρρος, όταν μας καταλαμβάνει η απογοήτευση εξαιτίας της αμαρτίας και της ακηδίας, που οδηγεί στην απελπισία και στην αμφισβήτηση της παρουσίας της αγάπης του Θεού η οποία αγκαλιάζει τον κάθε άνθρωπο και τον γεμίζει με τη χάρη και το άπειρο έλεός Του. Γιατί «δεν υπάρχει καμία αμαρτία που δε συγχωρεί ο Θεός, εκτός φυσικά της βλασφημίας του Αγίου Πνεύματος, η οποία, κατά τον Μέγα Βασίλειο, είναι η αμετανοησία. Και δεν συγχωρείται, ακριβώς γιατί ο άνθρωπος δεν αισθάνεται την ανάγκη να ζητήσει τη συγχώρεση από το Θεό»19.
– Μας χρειάζεται θάρρος, για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, για να δούμε κατάματα τη γυμνότητά μας από αρετές, για να αποβάλλουμε το προσωπείο και τους ψευδείς στολισμούς από πάνω μας. Χρειάζεται τόλμη για να εντοπίσουμε και να αποβάλλουμε τα πάθη που κρύβονται επιμελώς στις σκοτεινές γωνίες του εαυτού μας, για να νικήσουμε τους φόβους μας και να ξεπεράσουμε τις δυσάρεστες καταστάσεις που μας πληγώνουν. Χρειάζεται γενναιότητα για να αρνηθούμε τις κακές επιθυμίες, την ωφελιμιστική συμπεριφορά, το κοσμικό φρόνημα και να αποδεχθούμε την πρόσκληση του Θεού για την εν Χριστώ ζωή.
– Μας χρειάζεται ο κατά φύσιν θυμός, που είναι η ανδρεία της ψυχής, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, για την ομολογία της πίστεως.20 Δεν πρέπει να είμαστε απλώς συζητητές, αλλά ομολογητές του ονόματος του Θεού. Να μην προτιμούμε την καλή γνώμη των ανθρώπων από τη σχέση μας με το Χριστό. Να παρουσιάζουμε με θάρρος και με πνεύμα ταπεινώσεως τις αλήθειες της πίστεως, αφού προηγουμένως αυτές γίνουν προσωπικό μας βίωμα.
Και αυτή η διαβεβαίωση του Χριστού προς τον Απόστολο των Εθνών Παύλο «μη φοβού, αλλά λάλει και μη σιωπήσης, διότι εγώ ειμι μετά σου», απευθύνεται σε όλους μας, σήμερα, στην ταραγμένη εποχή μας με την παρουσία των πολέμων, της αιματοχυσίας, του ευτελι-σμου και της απαξίωσης του ανθρώπου.
Μη φοβείσθε, διότι εγώ είμαι μαζί σας. «Και στις ημέρες τις ανέφελες, όπου όλα εξελίσσονται ομαλά,
και στις ημέρες τις θολές, όπου η ομίχλη της αβεβαιότητος τις σκεπάζει,
και στις ημέρες της αμφιβολίας και της αδυναμίας, όταν η θύελλα μαίνεται.
Στην ώρα της δειλίας μέσα στην τρικυμία, για να σας πω, όπως στον Πέτρο, «ολιγόπιστε εις τι εδίστασας;».
Στην ώρα της αθέλητης προδοσίας για να σας οδηγήσω στη μετάνοια.
Στην ώρα της μαρτυρίας η του μαρτυρίου που υφίστασθε για την αγάπη μου κατά την σύγκρουσή σας με τις δαιμονικές δυνάμεις του μίσους, της αδικίας και της απάτης»21.
Μη φοβείσθε, μας λέγει ο Χριστός, όταν οι εκφραστές της πλάνης και του ψεύδους θα χαλκεύουν εναντίον σας τη συκοφαντία και την αποδοκιμασία, την ειρωνεία και τον χλευασμό και την κατά μέτωπο επίθεση, που φθάνει πολλές φορές μέχρι και αυτόν τον φόνο• όταν με την πένα τους βουτηγμένη μέσα στο δηλητήριο της αρνήσεως, ποτίζουν με το πάθος της αμφισβητήσεως τις καρδιές σας και ενσπείρουν στο λαό την αμφιβολία (επιστρατεύοντας την επιστήμη σαν σύμμαχό τους, ενώ στην ουσία αυτή δεν αντιστρατεύεται την πίστη στο πρόσωπό Μου), με μοναδικό σκοπό να γκρεμίσουν από τις ψυχές σας την εμπιστοσύνη σας στο έργο Μου και στη διδασκαλία Μου.
Μη φοβείσθε, όταν πολεμούν την Εκκλησία Μου, που είναι το πραγματικό σώμα Μου. Δεν πρόκειται για μία ανθρώπινη οργάνωση, έστω και θρησκευτική, που ικανοποιεί μερικές θρησκευτικές ανάγκες η ένα σωματείο. Πρόκειται για ένα Μυστήριο που δεν μπορεί κανείς με τη λογική και τις αισθήσεις του να ασχοληθεί επιστημονικώς και να διερευνήσει, ούτε να ερμηνεύσει εξετάζοντας μερικά εξωτερικά γνωρίσματα.
Αυτός που πολεμά την Εκκλησία, της οποίας είμαι Κεφαλή, «σκληρώς προς κέντρα λακτίζει»22. Διότι «ουδέν της Εκκλησίας ισχυρότερον και δυνατότερον …
πολεμουμένη νικά,
επιβουλευομένη παραγίνεται,
υβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται•
δέχεται τραύματα και ου καταπίπτει υπό των ελκών•
κλυδωνίζεται αλλ οὐ καταποντίζεται …
Πόσοι τύραννοι ηθέλησαν περιγενέσθαι της Εκκλησίας; Που οι πολεμήσαντες; Εσίγησαν και λήθη παρεδόθησαν.
Που δε η Εκκλησία; … Υπέρ των ουρανών αναβέβηκεν … υπέρ τον ήλιον λάμπει. Τα εκείνων έσβεσαν, τα ταύτης αθάνατα»23.
Και αυτή η παρουσία του Χριστού, ο οποίος είναι το πλήρωμα της αγάπης και αποτελεί το ουσιαστικότερο στοιχείο της χριστιανικής μας εμπειρίας, μας παρηγορεί και μας ειρηνεύει, όταν οι χείμαρροι της ειρωνείας μας ταράζουν και οι οδύνες του Άδου μας περικυκλώνουν24. Μας ενισχύει, μας εμπνέει και μας γεμίζει με σταθερότητα και αγαλλίαση, όπως ακριβώς συνέβη στον Απόστολο Παύλο.
Δεν πρόκειται για ένα εγκεφαλικό γεγονός, αλλά για την παρουσία της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, που διαπερνά και φωτίζει ολόκληρη την ύπαρξή μας. Πρόκειται για την εν Χριστώ ζωή, την οποία Εκείνος μας έφερε με την παρουσία Του στον κόσμο, την εβίωσε ο Απόστολος Παύλος, την παρουσίασε δια των αγιοπνευματικών του επιστολών, την έζησαν οι Άγιοι της Εκκλησίας μας και την περιγράφουν στα θεόπνευστα συγγράμματά τους.
Ευχηθείτε, Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα, αυτή η συναίσθηση της παρουσίας του Χριστού, που εκφράζεται στη ζωή μας ως θάρρος και ανδρεία, ως «Θεού δύναμις και Θεού σοφία», να διαποτίζει κάθε στιγμή του καθημερινού μας χρέους.
Αυτό το θάρρος, που εσείς με την παρουσία σας στην Εκκλησία των Αθηνών και στην Πατρίδα μας, με το λόγο σας, με τη σιωπή σας και με τα έργα της αγάπης σας, προσφέρετε καθημερινά στον πονεμένο λαό μας.
Αυτό το θάρρος, αυτή η παρουσία του Χριστού να παραμερίζει τους κλονισμούς, τις δειλίες, τους δισταγμούς, τις αμφιβολίες, τις φοβίες και τις ανησυχίες και να μας γεμίζει με την εξ’ ύψους δύναμη.
Όσο εντονότερη είναι η συναίσθηση της παρουσίας Του στη ζωή μας, τόσο πιο ειρηνική, δυνατή και δημιουργική θα είναι η κάθε μας ημέρα.
«Λοιπόν, αδελφοί», μας προτρέπει ο Απόστολος Παύλος, «χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείσθε, το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε • και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ’ υμών»25.
Αμήν.
1 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, «Ομιλία λεχθείσα εν τω ναώ της Αγίας Ειρήνης», κεφ. 4, ΕΠΕ 33,269-271
2 Του ιδίου, «Υπόθεσις της πρώτης επιστολής προς Κορινθίους – Ομιλία ΙΓ’», κεφ. 4-5, ΕΠΕ 18,367-373
3 Του ιδίου, «Εις τον Άγιον Απόστολον Παύλον – Ομιλία Δ’», κεφ. 1, ΕΠΕ 36,446
4 Στιχηρό ιδιόμελο Λιτής 29ης Ιουνίου.
5 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, «Εις τους κορυφαίους των αποστόλων Πέτρον και Παύλον», PG 59,491Α
6 Πραξ. 18,5
7 Α Κορ. 1,18
8 Α Κορ. 1,27-29
9 Α Κορ. 1,23-24
10 Πραξ. 18,9
11 Μτθ. 11,12
12 Α’ Τιμ. 6,12
13 Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Η , στ. 8.
14 Ιω. 16,33
15 Πραξ. 23,11
16 Εφεσ. 6,12
17 Μεγάλου Βασιλείου, «Ομιλία κατά οργιζομένων», κεφ. 5, ΕΠΕ 6,172
18 Α’ Πετρ. 2,21
19 Αρχιμ. Ιεροθέου Βλάχου, νυν Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, «Το πολίτευμα του Σταυρού», εκδ. Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου Πελαγίας, σελ. 170
20 Αγίου Μαξίμου Ομολογήτου, «Εις την προσευχήν του Πάτερ ημών», PG 90,896Β
21 «Σύναξις ευχαριστίας, χαριστήρια εις τιμήν του Γέροντος Αιμιλιανού», εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2003, σελ. 115
22 Πρβλ. Πραξ. 26,14
23 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 33,110, 124 & 386
24 Ψαλμ. 17,5-6
25 Β Κορ. 13,11
Φωτογραφία: Χρήστος Μπόνης