Χλιδή και Λαμπάδες: Το Καρναβάλι της Ψεύτικης Πίστης
Της Ράνιας Γάτου
Ποιήτριας, Δοκιμιογράφου, Εικαστικού
Στις εκκλησίες, όπου το ιερό συναντά το θείο, οι μεγάλες λαμπάδες
καίνε ψηλά, σύμβολα μιας φλόγας που υποτίθεται ότι φωτίζει την πίστη και
καθοδηγεί τις ψυχές προς το φως της αλήθειας. Ωστόσο, αυτή η λαμπρότητα
δεν είναι παρά μια μάσκα. Κάτω από την επιφάνεια της χρυσοποίκιλτης
ευλάβειας, η υποκρισία φωλιάζει σαν αδηφάγο φίδι, έτοιμο να καταπιεί την
ουσία της πίστης. Η χρυσόσκονη της επιδειξιομανίας καλύπτει την
απλότητα της αλήθειας, ενώ ο νεοπλουτισμός και η απληστία γεμίζουν
τα κενά όπου η αυθεντική πνευματικότητα θα έπρεπε να βρίσκεται.
Πόσο εύκολα η θρησκεία γίνεται θέαμα, όπου οι πλούσιοι
ανταγωνίζονται για την πιο λαμπερή λαμπάδα, αδιαφορώντας για την
πείνα που υπάρχει λίγο έξω από τα τείχη της εκκλησίας. Η ουσία της
πίστης μετατρέπεται σε διαγωνισμό μεγαλοπρέπειας, όπου η αλήθεια
θυσιάζεται στο βωμό της ματαιοδοξίας. Είναι η ίδια πίστη που κηρύττει
τη ταπεινότητα, που καλεί τους πιστούς να «προσφέρουν το δώρο τους
εν κρυπτώ». Κι όμως, οι μεγάλες λαμπάδες καίνε για να θυμίζουν την
απουσία αυτής της ταπεινότητας, υπενθυμίζοντας μας πως ακόμα και η
πιο ιερή πράξη μπορεί να γίνει θέατρο, αν την κυβερνούν η φιλαυτία και
ο ψεύτικος ζήλος.
Η χρυσόσκονη μπορεί να λάμπει προσωρινά, αλλά η αλήθεια λάμπει
αιώνια. Στο τέλος, η αληθινή πίστη δεν χρειάζεται το φως της λαμπάδας για
να φανερωθεί—λάμπει από μέσα. Καθώς η φλόγα της μεγάλης λαμπάδας
τρεμοπαίζει, παρασύροντας τα βλέμματα και κερδίζοντας τον θαυμασμό των
παρευρισκομένων, η ουσία της πίστης παραμένει συχνά ανέγγιχτη, θαμμένη
κάτω από στρώματα επιδειξιομανίας. Στο φως της λαμπάδας, πολλοί
αναζητούν την επιβεβαίωση της ευλάβειάς τους, αλλά η πραγματική
πνευματικότητα δεν βρίσκεται εκεί όπου λάμπει το χρυσό. Βρίσκεται
στην ησυχία της καρδιάς, στη φλόγα που καίει αθόρυβα μέσα μας,
χωρίς ανάγκη για επιδεικτικά σύμβολα.
Η μεγάλη λαμπάδα είναι μια αλληγορία της σύγχρονης ύπαρξης, όπου η
αλήθεια συχνά αντικαθίσταται από την επιφάνεια, και η ουσία χάνεται στο
θόρυβο της επιδεικτικής κατανάλωσης. Όσο μεγαλύτερη η λαμπάδα, τόσο
περισσότερο σκοτάδι κρύβει πίσω της. Ο άνθρωπος, μέσα στην απληστία
του, συχνά ξεχνά πως το φως δεν χρειάζεται να είναι εκτυφλωτικό για να είναι
αληθινό. Η υποκρισία θριαμβεύει όταν το φαίνεσθαι ξεπερνά το είναι, όταν η
λαμπρότητα της χρυσόσκονης γίνεται σημαντικότερη από την ίδια την φλόγα.
Αντί να ανάβουμε μεγάλες λαμπάδες για να εντυπωσιάσουμε τους γύρω μας,
ίσως πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στην εσωτερική φλόγα, εκεί
όπου η πίστη είναι πραγματική και αυθεντική. Να αναρωτηθούμε αν οι
πράξεις μας γίνονται για την αγάπη της αλήθειας ή για την ανάγκη
επιβεβαίωσης. Μήπως έχουμε εγκλωβιστεί στο φαίνεσθαι, αγνοώντας την
αληθινή ουσία της πνευματικότητας; Η μεγάλη λαμπάδα, με όλη τη χρυσή
λάμψη της, ίσως δεν είναι παρά μια αντανάκλαση των κενών μας, μια
απόδειξη πως, τελικά, η υποκρισία βρίσκει τον δρόμο της ακόμη και στα ιερά
μας. Ο δρόμος προς την αλήθεια δεν φωτίζεται από τις μεγάλες λαμπάδες της
υποκρισίας, αλλά από την ταπεινή φλόγα της αυθεντικής πίστης, που δεν
χρειάζεται χρυσόσκονη για να λάμψει. Ας αναλογιστούμε, λοιπόν, ποια φλόγα
μας καθοδηγεί και αν αυτή είναι ικανή να μας φέρει πιο κοντά στην αλήθεια ή
αν, στην πραγματικότητα, μας κρατά φυλακισμένους στην σκιώδη λάμψη της
επιφάνειας. Η σκιώδης λάμψη της επιφάνειας είναι εκείνη που μας αποσπά
από την εσωτερική μας αναζήτηση. Όσο πιο πολύ προσκολλόμαστε στις
εξωτερικές εκδηλώσεις, τόσο πιο μακριά απομακρυνόμαστε από τον αληθινό
πυρήνα της ύπαρξής μας. Η μεγάλη λαμπάδα δεν φωτίζει μόνο τον χώρο
γύρω της· φωτίζει και τα κενά, τις ρωγμές της δικής μας ψυχής, που
προσπαθούμε να καλύψουμε με χρυσό και πλούτη. Μέσα στη φανταχτερή της
λάμψη, χάνεται η αλήθεια μας, και αυτό που μένει είναι μια κενή αντανάκλαση
της ψευδαίσθησης που έχουμε χτίσει.
Αυτός ο κύκλος της υποκρισίας και της επιφανειακής πίστης μας
δεσμεύει σε έναν αέναο χορό με την ματαιοδοξία. Είναι σαν να χτίζουμε
έναν πύργο στην άμμο, όλο και πιο ψηλό, αλλά κάθε φορά που το κύμα
της αλήθειας τον αγγίζει, καταρρέει. Και τότε, με τον πύργο
κατεστραμμένο, μένουμε γυμνοί απέναντι στον εαυτό μας, αντιμέτωποι
με την αλήθεια που τόσο καιρό αποφεύγαμε. Η φλόγα που κάποτε
προσπαθούσαμε να κάνουμε πιο έντονη, αποδεικνύεται αδύναμη
μπροστά στην αληθινή ανάγκη για νόημα και εσωτερική γαλήνη.
Η μεγάλη λαμπάδα, όσο εντυπωσιακή κι αν φαίνεται, είναι
καταδικασμένη να λιώσει, να χάσει τη λάμψη της, να μείνει ένα λιωμένο
κομμάτι κεριού που δεν έχει πια καμία χρησιμότητα. Τι μένει τότε; Τι
απομένει όταν οι χρυσοποίκιλτες επιφάνειες ξεθωριάσουν και η
χρυσόσκονη κατακαθίσει; Αυτό που παραμένει είναι η εσωτερική μας
φωτιά, η φλόγα που καίει μέσα μας, ανεξάρτητα από το πόσο
εντυπωσιακές είναι οι εξωτερικές εκδηλώσεις της πίστης μας.
Ίσως, αντί να προσπαθούμε να ανάβουμε όλο και μεγαλύτερες
λαμπάδες, πρέπει να μάθουμε να συντηρούμε την ταπεινή, αλλά σταθερή
φλόγα της ειλικρινούς πίστης. Αυτή η φλόγα δεν χρειάζεται να είναι θεαματική
για να έχει αξία· αρκεί να είναι αυθεντική. Μέσα σε αυτήν την απλότητα, μέσα
στην αθόρυβη καύση της εσωτερικής αλήθειας, μπορούμε να βρούμε την
πραγματική μας δύναμη, την πνευματική μας γαλήνη, και την ουσία που ο
κόσμος γύρω μας, τόσο συχνά, προσπαθεί να μας στερήσει.
Ας μην αφήσουμε, λοιπόν, τις μεγάλες λαμπάδες να καθορίσουν την
αξία της πίστης μας. Ας αφήσουμε την εσωτερική μας φλόγα να φωτίσει τον
δρόμο, με όλη την ταπεινότητα και την αλήθεια που αυτή φέρει. Γιατί στο
τέλος, μόνο αυτή η φλόγα θα αντέξει, όταν όλα τα άλλα έχουν σβήσει.