Του π. Ηλία Μάκου
Ο τάφος του οσίου Νείλου του Εριχιώτη (1228-1334), που η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 2 Ιανουαρίου, ιδρυτή και πρώτου κτήτορα της Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Γηρομερίου Θεσπρωτίας, που έκλεισε τα μάτια του γαληνεμένος και πλήρης ημερών σε ηλικία 106 ετών, αφού πρώτα έγραψε τη διαθήκη του και όρισε το διάδοχό του, βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το μοναστήρι, σε κακοτράχαλο και κρημνώδη τόπο.
Μάλιστα τον είχε ετοιμάσει ο ίδιος και διάλεξε να είναι μέσα σε απόμερο και δύσβατο σημείο, σε χείμαρρο, ως μια ομολογία της ολοκληρωτικής αυτοπροσφοράς του στο Χριστό.
Και θυμίζει ότι η πίστη στο Χριστό είναι μια συνεχής θυσία, μια αδιάκοπη πορεία προς τον Γολγοθά, με τον σταυρό στον ώμο. Το σταυρό όμως του Χριστού και όχι φυσικά των δικών μας πεποιθήσεων.
Είναι σε εξέλιξη έρευνες και εκσκαφές, οι οποίες καθυστερούν λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, με σκοπό την εύρεση του λειψάνου του, 687 χρόνια μετά την κοίμησή του.
Προσδοκάται ότι μετά τις εργασίες θα έρθει στην επιφάνεια.
Όπως μας ανέφερε ο ηγούμενος της Μονής Γηρομερίου αρχιμανδρίτης π. Μεθόδιος Ντελής, που πήρε την πρωτοβουλία για την εύρεση του σκηνώματος του οσίου Νείλου, «αρχαιολόγοι με σκάνερ και ειδικά όργανα αναγνώρισαν την ύπαρξη του λειψάνου, καθώς και ενός μικρού χαλκού, πιθανώς σταυρού».
Σύμφωνα με την παράδοση ο τάφος του οσίου Νείλου σκεπάστηκε με ογκώδη βράχο, που κατέπεσε όταν, λίγα χρόνια μετά την κοίμησή του, επιχειρήθηκε η ανακομιδή του.
Πριν την έναρξη των εργασιών για την ανακάλυψη του λειψάνου υπήρχε στη θέση αυτή μικρό παρεκκλήσι.
Ο όσιος Νείλος ήταν όχι μια στατική ύπαρξη, αλλά μια δυναμική προσωπικότητα, που, μέσω του ασκητισμού, κατευθυνόταν στην αδιάκοπη ολοκλήρωσή του.
Από πλούσια και βασιλική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης βρέθηκε στην απόμακρη Θεσπρωτία, αφού προηγουμένως παρέμεινε για λίγο στο Άγιο Όρος, τα Ιεροσόλυμα και τον Αυλώνα Αλβανίας και διάβηκε και από άλλες ενδιάμεσες περιοχές.
Του αποδίδονται θαυματουργικές ιδιότητες, ως επισφράγισμα και επιβράβευση της ασκητικής του ζωής.
Λέγεται, μεταξύ άλλων, ότι από το ασκηταριό του έβλεπε μια υπερκόσμια λάμψη στον απέναντι λόφο.
Εκεί ανακαλύφθηκε η εικόνα της Παναγίας και κτήστικε η περιώνυμη Μονή Γηρομερίου.
Και από το βίο και από τη διαθήκη του οσίου Νείλου φαίνεται ότι η παρουσία του δεν είχε φιλοσοφική και διανοητική διάσταση, αλλά ιδιαίτερα πρακτική και ομολογητική.
Δεν αγωνιζόταν να ανακαλύψει κάποια αλήθεια, αλλά διακήρυσσε και ομολογούσε με τη λιτότητα και την ασκητικότητα και την προσευχητικότητά του τη μία και αιώνια αλήθεια για τον Θεό, για τον κόσμο, για τον άνθρωπο.
Η προσευχή ήταν η άσκηση της ψυχής του και ανατασή της στο ύψος της θείας μεγαλοσύνης. Και η νηστεία ήταν η άσκηση του σώματος. όχι απλά, βέβαια, σαν αποχή από τροφές, αλλά με την ευρύτερη μορφή της εγκράτειας.
Ο όσιος Νείλος με την εγκρατευτικότητά του βοηθούσε το σώμα να ακολουθήσει την ψυχή στις πνευματικές της αναβάσεις.
Έτσι η προσευχή και η νηστεία δεν γίνονται μόνο τα όπλα κατά του κακού και του πειρασμού, αλλά και τα φτερά μας, που μας ανεβάζουν στα ύψη της τελειότητας.
Και αυτή η λιτότητα, η ασκητικότητα και η προσευχητικότητα ήθελε ψυχική τόλμη και την είχε ο όσιος Νείλος. Τη δική του ψυχική τόλμη χρειαζόμαστε και εμείς στις ημέρες μας.
Τόλμη για να είμαστε κοντά στο Χριστό του Ευαγγελίου και όχι της δικής μας έμπνευσης Χριστό.
Τόλμη για να ελεγχθεί και να καταργηθεί η καπηλευόμενη και προδίδουσα τον Χριστό υποκριτική ευσέβεια.
Τόλμη για να αναβαπτισθούμε στο λυτρωτικό μήνυμα της “βασιλείας του Θεού” και να ελευθερωθούμε από τους τέσσερις τοίχους της φυλακής του εαυτού μας.
Για όλα αυτά χρειάζεται τόλμη. Όχι, όμως, οποιαδήποτε τόλμη, αλλά η τόλμη πίστης του οσίου Νείλο