Του Σωτήρη Μ. Τζούμα
Έχω μάθει να εκφράζω ευθαρσώς τις απόψεις μου, και όσοι με γνωρίζουν ξέρουν ότι το έχω πληρώσει ακριβά. Αποδέχομαι, όμως, τις συνέπειες, ενώ κάποιοι άλλοι προσποιούνται ότι δεν καταλαβαίνουν. Μπορεί να φαίνομαι δεικτικός, αλλά όσα λέω τα σκέφτονται και άλλοι, έστω κι αν δεν τα εκφράζουν. Δεν αντέχω την υποκρισία και την επίδειξη, και δεν θα σιωπήσω. Στα πλαίσια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, θα συνεχίσω να αναδεικνύω, να σχολιάζω και να στηλιτεύω ό,τι θεωρώ σημαντικό.
Οι Παροιμίες του Σολομώντος μας συμβουλεύουν: «Μη ἔλεγχε κακού
Από την υποδοχή του Πατριάρχη στη Χίο, όπως την είδα στα τοπικά μέσα, ένιωσα πικρία. Ήταν κατώτερη των περιστάσεων, χωρίς σημαντική εκπροσώπηση από την Πολιτεία και με τον λαό απόντα. Ελάχιστοι, και αυτοί από απόσταση, παρευρέθηκαν. Αυτό οφείλεται είτε στην ανεπαρκή προετοιμασία από τη τοπική Μητρόπολη, την Περιφέρεια και τον Δήμο, είτε στην αδιαφορία του κόσμου, κουρασμένου από ανούσιες φιέστες, που δεν έχουν σχέση με την πίστη ή τα προβλήματα του τόπου, αλλά εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα. Ζούμε στην εποχή των εντυπώσεων και της φιγούρας. Ακόμα και το συνέδριο για το περιβάλλον ήταν κακώς οργανωμένο, με τον Πατριάρχη και τον πρώην Πρόεδρο Παυλόπουλο να κάθονται μαζί με όλους σαν «μπουλουκ ασκερ».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι ένας κορυφαίος θεσμός και πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε με τον ανάλογο σεβασμό, όχι ως κάτι συνηθισμένο. Ακόμα και αν ο ίδιος δείχνει σεμνότητα και ταπείνωση, εμείς οφείλουμε να τον τιμούμε όπως αρμόζει. Στην υποδοχή στη Χίο, όμως, η εικόνα ήταν άκρως απογοητευτική, με ελάχιστο σημαιοστολισμό, σαν να ήταν φτωχός συγγενής. Η σύγκριση με την πρώτη επίσκεψή του το 1996 είναι ενδεικτική. Ο προϋπολογισμός φαίνεται πως αναλώθηκε στη φιλοξενία δημοσιογράφων, ενώ έλειπε η γιορτινή ατμόσφαιρα. Αντί να μιλήσει για τα προβλήματα του λαού, του δόθηκαν ετικέτες όπως ‘πράσινος Πατριάρχης’, οι οποίες σύντομα θα ξεχαστούν, χωρίς πραγματική σημασία.
Οι συχνές επισκέψεις του Πατριάρχη στην Ελλάδα έχουν κουράσει και βλάπτουν τον θεσμό, υποβαθμίζοντάς τον σε ένα συνηθισμένο πρόσωπο. Δεν υπάρχει πια η αίγλη, που χαρακτήριζε τις επισκέψεις του παρελθόντος. Όσοι ζήσαμε την πρώτη επίσκεψη τουαείμνηστου Πατριάρχη Δημητρίου το 1987 στην Αθήνα, θυμόμαστε τον πνευματικό σεισμό, που προκάλεσε. Ακόμα και η πρώτη επίσκεψη του Βαρθολομαίου το 1999 είχε εντελώς διαφορετική δυναμική. Η επίσκεψη στη Χίο το 1996, που είχα την τιμή να οργανώσω, έγραψε ιστορία. Η διαφορά με το σήμερα είναι εμφανής, με την ακτινοβολία του Πατριάρχη να θολώνει και τον θεσμό να υποβαθμίζεται.
Σήμερα όλα γίνονται επιφανειακά και ανούσια. Η ‘ευλογητή παρουσία’ του Πατριάρχη έχει χάσει το νόημά της, με τον λαό να απουσιάζει ή να γυρίζει την πλάτη στις εκδηλώσεις. Το λιβάνισμα των Ιεραρχών προς τον Πατριάρχη γίνεται απλώς για να θυμίζουν ότι οι Μητροπόλεις ανήκουν πνευματικά στο Φανάρι, παρότι το Πατριαρχείο δεν έχει καμία απολύτως πρακτική δικαιοδοσία στη διοίκησή τους. Τα ταξίδια γίνονται μόνο για να θυμόμαστε την ιστορία μας, ενώ στην πραγματικότητα επικρατούν φιέστες, δημόσιες σχέσεις, δώρα, γεύματα και επαφές με τους ισχυρούς.
Ο λαός μας, που παραμένει θρησκευόμενος, απουσιάζει από εκδηλώσεις, που έχουν εργαλειοποιηθεί για προσωπικά συμφέροντα. Αυτό παρατηρείται τα τελευταία χρόνια. Έχουμε χάσει την ουσία; Ίσως. Το μέτρο έχει χαθεί παντού και οι σχέσεις μας με την Εκκλησία και τον κλήρο θα γίνουν πιο δύσκολες στο μέλλον. Η Εκκλησία, που κάποτε κατείχε την πρώτη θέση στην εκτίμηση του λαού, έχει πλέον υποχωρήσει και συχνά δέχεται αρνητική κριτική. Ο λαός δεν έχει χάσει την πίστη του, αλλά την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό προς την Εκκλησία και τον κλήρο.
Κάποτε η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη ήταν σπουδαίο γεγονός για τον λαό μας, ένα μοναδικό γεγονός. Τώρα, με τις συνεχείς επισκέψεις, κάθε χρόνο, εξάμηνο ή και μήνα, η αξία τους έχει ξεθωριάσει και το δέος,που προκαλούσαν έχει χαθεί. Δεν είναι τυχαία η φράση ‘το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται κι ο παπάς’. Η υπερβολή έχει οδηγήσει στην υποβάθμιση, και όσοι έχουν χάσει το μέτρο πρέπει να αναλογιστούν τις συνέπειες. Ήμαρτον, λοιπόν, πριν η επανάληψη εξαντλήσει και τα τελευταία ψήγματα σεβασμού.