ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο Μητροπολίτης Ιμβρου και Τενέδου Κύριλλος ήταν από τους πρώτους, τη δεύτερη κιόλας μέρα, που με άλλους οκτώ από την Ιμβρο βρέθηκαν στις σεισμόπληκτες περιοχές της Αντιόχειας κομίζοντας ανθρωπιστική και χρηματική βοήθεια. Ο Μητροπολίτης Κύριλλος εξιστόρησε αποκλειστικά στον «Εθνικό Κήρυκα» τα όσα είδε και βίωσε, τα οποία κυριολεκτικά δεν χωράει ανθρώπινος νους.
Ιδού η συνομιλία μας:
«Εθνικός Κήρυξ»: Πού σας βρίσκουμε Σεβασμιώτατε;
Μητρ. Κύριλλος: Μόλις επιστρέψαμε κάτω από τις σεισμοπαθείς περιοχές, είμαι στην Ιμβρο στην Μητρόπολη.
«Ε.Κ.»: Πόσες μέρες είχατε πάει;
Μητρ. Κύριλλος: Μείναμε ακριβώς τέσσερις μέρες, πήγαμε τη δεύτερη μέρα των σεισμών. Επισκεφθήκαμε περισσότερο τις περιοχές που ανήκουν στην Επαρχία του Κατάι όπου εκεί υπάρχουν βέβαια και οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, Ελληνοάραβες Ορθόδοξοι, κι όπως γνωρίζετε είναι η Αλεξανδρέττα, η Αντιόχεια, η Μερσίνη, είναι τα χωριά μας εκεί πέρα, περίπου δώδεκα με δέκα πέντε χιλιάδες Χριστιανοί Ορθόδοξοι, οι εκκλησίες μας είναι εκεί, οι κοινότητες μας Rum Orthodox κανονικά. Βέβαια επισκεφθήκαμε και κρατικές δομές για να δούμε και τους άλλους ανθρώπους για να μη λένε ότι πήγαμε μονάχα στους Χριστιανούς. Μεταφέραμε ανθρωπιστική βοήθεια και από την Ιμβρο και από την Πόλη και μια πρώτη οικονομική βοήθεια στις κοινότητές μας, στους ιερείς μας για να μπορέσουν να σταθούν γιατί η καταστροφή είναι ολική δυστυχώς.
«Ε.Κ.»: Αυτές οι κοινότητες πού ανήκουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ή στο Πατριαρχείο Αντιοχείας;
Μητρ. Κύριλλος: Ανήκουν στην Αντιόχεια γιατί όπως γνωρίζετε το 1936 η περιοχή αυτή απεσπάσθη από την Αντιόχεια και προσαρτίστηκε στο κράτος της Τουρκίας, όμως εκκλησιαστικά παρέμειναν στη διοίκηση του Πατριάρχη Αντιοχείας. Όμως, ουσιαστικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο φροντίζει και τους κληρικούς και τις κοινότητες και έτσι επιβάλλεται να έχουμε μία παρουσία σ’ αυτούς τους ανθρώπους την οποία πραγματικά περίμεναν.
«Ε.Κ.»: Θα μας λέγατε κάποιες από τις περιγραφές και τα βιώματά σας, τι είδατε, τι νιώσατε ως άνθρωπος και ως ιεράρχης;
Μητρ. Κύριλλος: Είναι κάτι που δεν μπορεί κανείς εύκολα να το περιγράψει γιατί ομιλούμε κυριολεκτικά για ολοκληρωτική καταστροφή, ιδιαίτερα η πόλη της Αντιόχειας και η γύρω περιοχή δεν είναι απλά καμένη γη ή βομβαρδισμένο τοπίο, είναι ένας κρανίου τόπος όπως λέμε. Δεν υπάρχει ούτε παράγκα που να είναι όρθια. Οι άνθρωποι έχουν αναγκασθεί να φύγουν όλοι από την πόλη και είναι μία έρημη πόλη γεμάτη ερείπια και παραμένουν μονάχα όσοι ακόμα ψάχνουν μέσα στα ερείπια κι αυτοί μόλις βρουν τον άνθρωπό τους μακάρι ζωντανό τον παίρνουν και φεύγουν αμέσως ή αν τον βρουν κεκοιμημένο με συνοπτικές εργασίες τον ενταφιάζουν και φεύγουν είτε σε μεγάλες πόλεις ή όπου έχουν συγγενείς ή όπου αισθάνονται λίγο πιο ασφαλείς. Δυστυχώς είναι πολυάριθμοι οι νεκροί, δεν ξέρω πού θα φτάσουμε. Λέμε ότι τώρα είναι γύρω στις τριάντα τόσες χιλιάδες, αλλά αν κανείς συνυπολογίσει και τους αγνοουμένους όσο περνούν οι μέρες επιβεβαιώνεται δυστυχώς το δυσάρεστο ότι είναι νεκροί αυτοί οι άνθρωποι, θα φτάσουμε πολύ μεγάλο αριθμό.
«Ε.Κ.»: Εσείς πού μένατε, σε τι κατάλυμα;
Μητρ. Κύριλλος: Μέναμε μέσα στο αυτοκίνητο (μικρό βαν) διότι δεν υπάρχει τίποτε. Ακόμα και οι δομές που δημιουργήθηκαν για να οργανωθεί το πράγμα και τα συσσίτια είναι πρόχειρα καταλύματα φτιαγμένα από νάιλον.
«Ε.Κ.»: Τι σας έλεγαν οι άνθρωποι;
Μητρ. Κύριλλος: Είχαν περάσει, ας μου επιτραπεί αυτή η έκφραση, στην υπέρβαση, δηλαδή ήταν υπερβατικοί πια οι άνθρωποι διότι υπήρχε άνθρωπος που είχε τριάντα αγνοουμένους. Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος στο πρώτο, στο δεύτερο, στο τρίτο πτώμα εντάξει, μετά τι να κάνει; Πόσο να κλάψει; Πόσο να σφίξει η καρδιά αυτού του ανθρώπου;
«Ε.Κ.»: Υπήρχαν και Ορθόδοξοι Χριστιανοί νεκροί;
Μητρ. Κύριλλος: Ναι, είχαμε πάνω από εκατό πενήντα άτομα. Εμείς τους ενταφιάσαμε διότι ήταν η μέρα που γινόταν οι διασώσεις στη συνοικία που έμεναν οι Χριστιανοί και δυστυχώς έβγαιναν τα πτώματα το ένα μετά το άλλο, κι επειδή εκεί ήταν μόνο ο π. Παύλος ο οποίος ο καημένος είχε κουραστεί κι αυτός τόσες μέρες να τρέχει δεξιά κι αριστερά με παρακάλεσε να κάνω τους ενταφιασμούς. Οπως τα έβγαζαν τα πτώματα τα βάζαμε μέσα σε σάκους και κάναμε συνοπτικά την Ακολουθία της Κηδείας στο πεζοδρόμιο για να περάσει η νεκροφόρα του Δήμου και να τα πάρει. Οσων βέβαια ξέραμε και είχαμε ονόματα κάναμε την Ακολουθία και τους στέλναμε μετά στα κοιμητήρια στα χωριά. Για όσους δεν ξέραμε, δυστυχώς σε ομαδικούς τάφους, ήταν ανοιγμένοι, τους έβγαζαν από τις σακούλες και οι μπουλντόζες σκέπαζαν συνέχεια.
Φοβερό! Είχε παγώσει κάποια στιγμή ο χρόνος, δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πράγματα και καταστάσεις. Μου έλεγαν ελάτε να διαβάσετε κι από εδώ είναι πατέρας με τον γιο. Σε λίγο μου έλεγαν έβγαλαν και τη μητέρα. Πιο πέρα η μητέρα μιας άλλης κοπέλας. Πιο πέρα ήταν μία κοπελίτσα η οποία ήταν καταπλακωμένη και δεν μπορούσαν να απελευθερώσουν το πόδι της και έλεγε κόψτε το πόδι μου αρκεί να σωθώ. Ηταν τα παιδάκια που μου μάτωναν την καρδιά γιατί με κοιτούσαν στα μάτια και ρωτούσαν γιατί; Τι να πεις;
«Ε.Κ.»: Η πορεία σας με το αυτοκίνητο πώς ήταν;
Μητρ. Κύριλλος: Ηταν δύσκολα γιατί εμείς έπρεπε να διασχίσουμε ολόκληρη την Τουρκία και να κατεβούμε κάτω στο νότο, κάναμε περίπου δέκα οκτώ ώρες. Εν τω μεταξύ, από την Προύσα προς την Αγκυρα ήταν γεμάτο χιόνι. Οταν πλησιάζαμε στις περιοχές επειδή υπήρχαν και καταστροφές και στο οδικό δίκτυο γινόταν ακόμα πιο δύσκολη η συγκοινωνία.
«Ε.Κ.»: Πόσα άτομα ήσασταν;
Μητρ. Κύριλλος: Η αποστολή μας από την Ιμβρο ήταν δέκα άτομα, από την Πόλη ήταν ο Αγιος Σαράντα Εκκλησιών με τρία άτομα.