|
Και το αποκορύφωμα, παιδιά, να γίνονται, με τη θέλησή τους νέα μέλη στο Σώμα του Χριστού.
Το έργο του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας αποδίδει καρπούς. Και όλο και περισσότεροι νέοι αποφασίζουν να ακολουθήσουν τον κόσμο της χάριτος, που σε τίποτα δεν θυμίζει τον κόσμο της φθοράς και της πτώσης. Και δεν θέλουν να μείνουν έξω από την ευλογία του Θεού.
Τα τρία παδιά, που βάφτισε ο Μητροπολίτης Νικόλαος, το έδειχναν τα μάτια τους ότι μέσα τους “παρασύρονται” στο… πανηγύρι του Θεού.
Έγιναν πολίτες της υπέρχρονης Βασιλείας του Θεού, θα γεύονται Δώρα Τίμια, ικανά να χορτάσουν την πείνα και τη δίψα για αληθινή ζωή.
“Εκτοξεύτηκαν” σε μια άλλη πραγματικότητα, σ’ ένα χώρο άχωρο και σ’ έναν χρόνο άχρονο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι βαπτίσεις στην Αλβανία από το 1991 μέχρι και σήμερα ανέρχονται σε χιλιάδες, ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, που δείχνει την ανοδική πορεία της Εκκλησίας της Αλβανίας και ως προς την προσέλευση καινούργιων πιστών.
Και είναι βαθύς ο πόθος κάθε ψυχής, που λούστηκε από το φως του Χριστού, να μένει για πάντα σ’ αυτή την κατάσταση της νέας εν Χριστώ ζωής. Να λευκοφορεί. Λευκή να λάμπει ως ολόλευκος κρίνος.
Αυτή είναι ελπίδα, αλλά και η προσευχή για τους νεοβαπτιζόμενους.
Αν ο Χρισιτιανός γίνεται καθημερινά δοχείο του Θεού, αν αγωνίζεται να αξιοποιεί και να επαυξάνει τις θείες δωρεές, αν πασχίζει να κρατάει αμόλυντο το χιτώνα της καρδιάς του, τότε βρίσκεται σε ανοδική πορεία για την κατάκτηση της αρετής, για να πετύχει το μεγάλο προορισμό του πάνω στη γη.
Έτσι η κολυμβήθρα είναι “τάφος”, όπου θάβεται το “σώμα της αμαρτίας”, αλλά και “γεννήτρα”, από την οποία γεννιέται ο νέος άνθρωπος.
Με αυτό τον τρόπο η ζωή γίνεται χρήσιμη. Βλέπει κανείς πόσο σύντομη και περαστική είναι. Αλλά και τη μεγάλη σπουδαιότητα και ιερότητα, που έχει.