Ανήμερα της εορτής της ανακομιδής των λειψάνων του αγίου Νικολάου, βρέθηκε εκεί με πιστούς και ανάμεσα στις ξεθωριασμένες αγιογραφίες, στις φθαρμένες πλάκες δαπέδου από τον χρόνο, η προσευχή ήταν θερμή και κατανυκτική.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον υπήρξε λατρεία του Θεού “εν πνεύματι και αληθεία”. Δεν ήταν ο τρόπος της προσευχής εντελώς εξωτερικός. Δεν ήταν τύπος χωρίς ουσία. Δεν ήταν πράξη μηχανική. Δεν ήταν συνήθεια, αλλά προσωπική πνευματική εμπειρία. Πήγαν στον φθαρμένο κτιριακά από το χρόνο αυτό ναό, για να συμμετάσχουν σε κοινή λατρεία, χωρίς συμβατική και τυποποιημένη εκπλήρωση θρησκευτικών καθηκόντων. Αλλά με σκοπό αναγεννημένης ύπαρξης και μεταμορφωμένης ζωής. Τι και αν ο ναός του αγίου Νικολάου στην Κούργια έχει τα σημάδια της παλαιότητας. Αυτό δεν εμποδίζει, αλλά αυτό δεν εμποδίζει να αναβλύζει μέσα από την καρδιά η πίστη. Προέρχεται μέσα από τα βάθη της ύπαρξης και εκφράζει τη θερμή αγάπη και την αφοσίωση της ψυχής μας. Προσφέρεται η καρδιά στον Χριστό και αυτός γίνεται ο ένοικός της. Έτσι ο ναός αναδεικνύεται σ’ έναν υπέροχο τόπο λατρείας. Η μεγάλη ελπίδα του σημερινού ανθρώπου, που αισθάνεται μόνος και καταπιεσμένος και συμπιεσμένος και υποφέρει, είναι ένας μεταφυσικός προσανατολισμός στη ζωή του. Είναι ο δρόμος της πίστης. Μπορεί ο δρόμος αυτός της πίστης στην Αλβανία να έγινε προσπάθεια, επί αθεϊστικού καθεστώτος, να εμποδισθεί, ωστόσο παρέμεινε ορθάνοιχτος, οδηγώντας στη χαρά και στην ανάπαυση της προσωπικής συνάντησης με τον Θεό.
|