You are currently viewing Ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος για την κρίση: “Πάρτε το απόφαση ότι έτσι θα ζήσουμε από δώ και πέρα, φτωχοί αλλά με καρδιά”

Ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος για την κρίση: “Πάρτε το απόφαση ότι έτσι θα ζήσουμε από δώ και πέρα, φτωχοί αλλά με καρδιά”

  • Reading time:1 mins read

Σημαντικά μηνύματα περιελάμβανε η ομιλία του Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου κατά τον Μέγα Πανηγυρικό Εσπερινό της εορτής του Πολιούχου της πόλης Αγίου Νικολάου χθες Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου. Συγκεκριμένα ο Μητροπολίτης ανέφερε:
«Απέκτησες με την ταπείνωσή σου τα υψηλά και με την φτώχεια σου απέκτησες τα πλούσια» θα ψάλλουμε σε λίγο στο Απολυτίκιο του Αγίου μας. Τα λεκτικά αυτά σχήματα είναι τόσο αντιθετικά και μας κάνουν να απορούμε. Ποια είναι τα υψηλά και τα πλούσια; Ποια είναι τα ταπεινά και τα φτωχά; Και πως μπορούν τα ταπεινά να μας οδηγήσουν υψηλά; Πως μπορούν τα φτωχά να μας δώσουν τα πλούσια;
Εδώ να κάνουμε μια διευκρίνηση: ξέρουμε πως όταν ο Χριστός μας προτείνει τη σωτηρία μας, απευθύνεται στον σύνολο άνθρωπο, στον ενιαίο και αδιαίρετο άνθρωπο. Ευλογεί την τροφή για να ταΐσει τα πλήθη στην έρημο, όμως βεβαιώνει ότι ο άνθρωπος πρέπει να ταιζει και την ψυχή του! Όχι διεσπασμένος ο άνθρωπος, αλλά ως ψυχοσωματική ενότητα.
Αυτό σημαίνει ότι η ταπείνωση και η φτώχεια, τα υψηλά και τα πλούσια, αφορούν και στο σώμα και στην ψυχή.
Πως συναντάται η ταπείνωση και η φτώχεια;
Κάποιος έχει ταπεινό φρόνημα, είναι σεμνός εκ πεποιθήσεως, κάποιον άλλο όμως τον ταπεινώνουν και τον εξευτελίζουν οι γύρω του. Κάποιος είναι φτωχός σε υλικά αγαθά, κάποιος άλλος έχει φτωχό πνεύμα (αδύναμη σκέψη, δειλή στάση, άτολμη συμπεριφορά). Κάποιος φροντίζει να αυξάνει τις γνώσεις του, κάποιος άλλος φροντίζει να μειώνει την άγνοιά του και να ομολογεί σαν τον «προ Χριστού χριστιανό, σοφό μας πρόγονο Σωκράτη: «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα».
Τα υψηλά και τα πλούσια, τι είναι;
Εδώ υπάρχει διαφοροποίηση: στην αρχαία Ελλάδα ο άνθρωπος καταξιώνονταν ανάλογα με την παιδεία που είχε, στην Π.Δ. το πόσο ευλογημένος ήταν κάποιος από το Θεό, το φανέρωναν τα πλούτη του.
Ο Χριστός ανέτρεψε και τις δυό αυτές πλάνες, κάνοντας μαθητές του αγράμματους ψαράδες και ονομάζοντας τον πλούσιο «άμυαλο». Επαίνεσε ο Χριστός την αναζήτηση της γνώσεως, προέτρεψε τον άνθρωπο να ερευνά τα πάντα, ακόμα και τα «βάθη του Θεού», όμως βεβαίωσε ότι χωρίς το φωτισμό του Αγ. Πνεύματος, όλα μέσα στον άνθρωπο και γύρω του παραμένουν σκοτεινά και αδιευκρίνιστα.
«Γνωρίστε την αλήθεια», δίδασκε «και η αλήθεια θα σας ελευθερώσει».
Η Εκκλησία με τη θεολογία της, απορρίπτει παντελώς την υπερηφάνεια επειδή την θεωρεί ψευδαίσθηση που νεκρώνει κάθε πνευματική ικμάδα στον άνθρωπο. Και ενώ ο Χριστός αγαπάει τον αμαρτωλό, βδελύσσεται τον υπερήφανο.
Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος σημειώνει: «τρία πράγματα μισώ, γέροντα μοιχό, πλούσιο ψεύτη και φτωχό υπερήφανο».
Και ο Σαίξπηρ προσθέτει: «άνθρωπε, συ, περήφανε άνθρωπε, που εντύθης μικρή εξουσία εφήμερη, κι ολότελα ξεχνάς ο,τι πιο βέβαιο έχεις, τη γυαλένια σου ύπαρξη. Σαν έξαλλη μαιμού μπροστά στον έναστρο ουρανό, κάνεις να κλαίν οι αγγέλοι, που αν είχαν φύση ανθρώπινη θα έσκαγαν στα γέλια».
Ένας, πάλι, σύγχρονος σοφός βεβαιώνει ότι: «ο άνθρωπος όταν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, αυτή είναι η μόνη ιδέα που υπάρχει στο μυαλό του».
Τι προτείνει όμως η Εκκλησία σε όλους μας; Απλώς να ζήσουμε! Ο Χριστός είπε: «ξέρετε γιατί ήρθα στον κόσμο; Για να ζήσετε! Με τέτοια ζωή που κανείς δεν θα μπορεί να σας την στερήσει, ούτε ο θάνατος». Οπότε γι΄αυτό μετά την Ανάστασή Του (οπόταν ο θάνατος πατήθηκε κι έγινε ύπνος) ο Χριστός διαβεβαίωνε: «τώρα να χαίρεστε, μόνο η χαρά να πλημμυρίζει τη ζωή σας».
Ζητάει, λοιπόν, η Εκκλησία να ζούμε και να χαιρόμαστε. Αυτά είναι «τα υψηλά» και «τα πλούσια».
Να ζήσουμε τη ζωή μας, όπως και να΄ναι. Με ειλικρίνεια, ακόμα κι όταν αμαρτάνουμε. Με παλλικαριά, ακόμα κι όταν κλαίμε. Με χαμόγελο, ακόμα κι όταν πονάμε.
Να μη ζούμε τη ζωή κάποιων άλλων, να μην παριστάνουμε ότι ζούμε, να μην έχουμε ψευδαισθήσεις ότι φύτρωσαν στην πλάτη μας φτερά, να μη κυνηγάμε ξέφρενα ένα τάχα καλύτερο αύριο (που μπορεί ποτέ να μην έρθει η να μην μας προλάβει).
Να χαιρόμαστε την κάθε στιγμή, την κάθε ημέρα, τον κάθε συνάνθρωπό μας, όπως και να΄ναι αυτός, το κάθε γεγονός στη ζωή μας, όποιο και να΄ναι αυτό.
Η υπερηφάνεια και η ψευδαίσθηση ότι «κάτι είμαστε», είναι πλάνες που μας κόβουν το οξυγόνο. Μας περιορίζουν στη βιολογικότητα και μας κόβουν τη θέα του ορίζοντα του Θεού, που είναι η μόνη αλήθεια και η μόνη πραγματικότητα. «Όλα να τα αγαπάτε, όμως μη σκλαβώνεστε σε τίποτε», φωνάζει ο απόστολος των εθνών και συμπληρώνει «μην υποδουλώνεστε σε τίποτε».
Η υπερηφάνεια σκλαβώνει το πνεύμα μας, η αυτοπεποίθηση μας πνίγει την ψυχή. Η ταπείνωση του φρονήματος, ακόμα κι όταν μας επιβάλλεται, γίνεται αφορμή να απογειώνεται η σκέψη, να καλλιεργείται ο νούς.
Η φτώχεια υλικών και πνευματικών δυνατοτήτων, ενεργοποιεί την έμπνευση και ακονίζει την δύναμη της θελήσεώς μας.
Τώρα αγαπητοί μου, καταλαβαίνετε που το πάω;
Από εδώ το πάω από εκεί το φέρνω, θέλω να πω για την κρίση που βιώνουμε.
Δεν ωφελεί πιά η γκρίνια και η κατήφεια. Να το πάρουμε απόφαση ότι έτσι θα ζήσουμε από δω και πέρα. Όμως να ζήσουμε! Επειδή τώρα δεν ζούμε. Γεράσαμε, θυμώσαμε, χάσαμε το γέλιο μας, αγριέψαμε, δεν το βλέπετε;
Είναι αλήθεια ότι βιώσαμε και καλά χρόνια. Όμως, θυμηθείτε, δεν μας έκαναν καλύτερους! Κλεινόμασταν στον εαυτό μας. Απομονωνόμασταν μεταξύ μας. Κυνηγούσαμε διαρκώς τα περισσότερα και δεν χαιρόμασταν όσα είχαμε. Εγκατέλειπαν τα παιδιά τα σπίτια τους ή οι γονείς τα παιδιά τους, διαλύονταν οι γάμοι και ανατινάζονταν οι ζωές και οι υπολήψεις μας.
Τώρα ταπεινωθήκαμε. Μας ταπείνωσαν άλλοι η τα λάθη μας, δεν έχει σημασία. Όμως να μην πεθάνουμε κιόλας! Να ζήσουμε. Βλέπουμε τι τραγωδία είναι δίπλα μας ο θάνατος, ο πόλεμος κοντά μας, η προσφυγιά γύρω μας. Δεν τα βλέπουμε; Να μας φυλάξει ο Θεός από τέτοια. Να ζήσουμε λοιπόν!
Πως γίνεται αυτό;
Να μάθουμε να χαιρόμαστε ο ένας τον άλλο. Να χαιρόμαστε την κάθε ημέρα που ανατέλει. Να μην αφήνουμε κανένα δίπλα μας να υποφέρει. Ούτε ο Δήμος, ούτε η Μητρόπολη, ούτε η Πρόνοια, ούτε τα Ιδρύματα χωρούν πιά τον πόνο και την ανάγκη. Τα χωράει όμως η καρδιά μας και ο καθένας μας μπορεί να κάνει πολλά. Ο διπλανός μας είναι ο παράδεισός μας. Ο κάθε διπλανός μας πρέπει να γίνει ο παράδεισός μας, γιατί αν δεν γίνει, τότε θα μετατραπεί σε κόλασή μας. Και κανένα σύστημα συναγερμού δεν θα μπορεί να μας προφυλάξει. Καμμιά Διεθνής Συνθήκη και κανένας Παγκόσμιος Οργανισμός δεν θα μας υπερασπιστεί. Τα βλέπετε αυτά γύρω μας, δεν είναι; Ας μην πω περισσότερα.
Ποια είναι η λύση;
Να ανοίξουμε τα σπίτια μας, να χαμογελάσουμε ο ένας στον άλλο, να μαλακώσουμε τις καρδιές μας, να μπούμε στα παπούτσια του διπλανού μας, να νιώσουμε το διαμέρισμά του (που ίσως δεν έχει ρεύμα και θέρμανση), να αφουγκραστούμε την ψυχή του, να παραβλέψουμε τα λάθη του, να τα συγχωρέσουμε για να ζήσουμε.
Ταπεινωμένοι αλλά όμως άνθρωποι. Φτωχοί αλλά με καρδιά. Στο κάτω-κάτω οι Έλληνες πάντοτε μέσα από δυσκολίες πορευόμασταν, πάντα ο τόπος μας ήταν μικρός, πάντα είχαμε ελαττώματα κι ο νομπελίστας ποιητής έγραφε: «…είμαστε στρυφνοί, οι φίλοι μας είναι λίγοι…πολλές φορές μας φάγαν τα σκυλιά».
Ε, όχι, τώρα δεν θα αφήσουμε να μας φάνε πιά. Να ενωθούμε μεταξύ μας, να ξαναβρούμε το φιλότιμό μας, την αγωνιστικότητά μας, να παλέψουμε για την ανθρωπιά. Έχουμε μια Ιστορία που γέννησε παγκόσμιους ήρωες, έχουμε μια ορθόδοξη Πίστη που αστράφτει ακόμα και αστίλβωτη, έχουμε μια γλώσσα που κολακεύονται πολλοί να την μιλούν, έχουμε μια παράδοση που την ζηλεύουν όλοι.
Να τα ζήσουμε αυτά και να χαρούμε τη ζωή μας, τις οικογένειές μας, τις γυναίκες σας, τους άνδρες σας, τα παιδιά σας, την πατρίδα μας, την Πίστη μας, τον ήλιο μας, τα ακρογυάλια μας, τα τραγούδια μας, τους χορούς μας, τα ούζα μας, τους γάμους μας, τα γλέντια μας, τα προτερήματα και τα ελαττώματά μας, όλα να τα χαρούμε και να τα ζήσουμε.
Κάποιος από σας με ρωτάει: γιατί δεν λες τίποτε για τις αμαρτίες που διαπράττονται, για τις νηστείες που δεν τηρούνται, για την αθεΐα που υπάρχει και άλλα παρόμοια;
Ναί! Δεν λέω τέτοια, ξέρετε γιατί; επειδή μέσα στην Πίστη μας χωράνε όλα. Η Εκκλησία δεν είναι κολλέγιο αγίων, είναι το σπίτι των αμαρτωλών. Θα γιορτάσουμε σε λίγες ημέρες Χριστούγεννα, γι΄αυτό ήρθε ο Χριστός, για να πάρει τον κόσμο μας και να τον ανεβάσει ξανά στον ουρανό.
Αναμαρτησία δεν υπάρχει, ένας υπήρξε αναμάρτητος ο Χριστός. Και μας καλεί σε μετάνοια όλους και όλα. Μετάνοια δεν είναι η απουσία της ζωής, αλλά η συναίσθησή της. Κανένας ποτέ στ΄αλήθεια, δεν «γλέντησε» τις αμαρτίες του, επειδή η αμαρτία ποτέ δεν δίνει χαρά. Είναι σαν το χάπι, περιτυλιγμένο με ζάχαρη, όμως μέσα έχει φαρμάκι. Γι’ αυτό ο Χριστός ζητάει: όχι να μην αμαρτάνουμε, αλλά να μετανοούμε. Γι΄αυτό ζητάει να ζούμε και να χαιρόμαστε, για να εκτιμάμε τη ζωή, πέρα απ’ το νόημά της. Για να χαιρόμαστε τη ζωή, ανεξάρτητα από τα περιστατικά της. Για να προλαβαίνουμε να μετανοούμε.
Εμπόδιο σ΄αυτό το όμορφο ταξίδι του βίου μας, εμπόδιο σ΄αυτό το δυναμικό μεδούλι της ζωής, απέναντι σ’ αυτά «τα υψηλά» και «τα πλούσια», στέκεται η υπερηφάνεια και η φτώχεια. Υπερήφανοι δεν είναι οι αξιοπρεπείς, είναι όσοι νομίζουν πως είναι «κάτι», επειδή κι αυτοί αρρωσταίνουν και πεθαίνουν. Φτωχοί δεν είναι όσοι στερούνται, φτωχοί είναι οι πλούσιοι, επειδή χωρίς τα λεφτά τους είναι ένα τίποτα.
Εμείς ας είμαστε ταπεινοί και ταπεινωμένοι για να καλλιεργούμε το μυαλό μας και την ψυχή μας. Ας είμαστε φτωχοί στο βιός, όμως τον πλούτο που θα έχει η καρδιά μας κανείς δεν θα μπορεί να μας τον πάρει.
Παράδειγμα και οδοδείκτης μας, όλη η Εκκλησία του Χριστού, οι άγιοί μας και ο Άγιος Νικόλαος. Κέρδισε με «την ταπείνωση τα υψηλά, με την φτώχεια του τα πλούσια», έτσι θα ψάλλουμε σε λίγο και μακάρι να αντιγράψετε το παράδειγμά του, εύχομαι σε όλους σας και παρακαλώ να εύχεσθε κι εσείς γι΄αυτόν που σας ομιλεί.
Καλά Χριστούγεννα, αγαπητοί μου, σας εύχομαι κι ο Χριστός ας γεννιέται κι ας αναγεννά διαρκώς τη ζωή μας.
Αμήν.