Σήμερα, 18 Ἰουνίου, Κυριακή Β’ Ματθαίου, ὅπου ἀναγιγνώσκεται ἡ Εὐαγγελική περικοπή μέ θέμα τήν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών ἱερούργησε στόν κατάμεστο ἀπό πλῆθος Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Παναγίτσα) Παλαιοῦ Φαλήρου, καί χειροτόνησε Πρεσβύτερον τόν διάκονο π. Δημήτριο Ταγκαλίδη.
Ὁ π. Δημήτριος εἶναι πτυχιοῦχος τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἔγγαμος κληρικός καί πατέρας ἑνός τέκνου. Χειροτονήθηκε Διάκονος τό 2022 καί μέχρι σήμερα διακονοῦσε στόν ὡς ἄνω Ἱερό Ναό.
Στή χειροτονία τοῦ νέου Πρεσβυτέρου παρέστησαν καί ἔλαβαν μέρος πολλοί πνευματικοί ἀδελφοί – κληρικοί: Ὁ πνευματικός του πατέρας Ἀρχιμ. Τιμόθεος Λαϊβεράς, οἱ Ἀρχιμ. Ἀχίλλιος Τσούτσουρας καί Δαμασκηνός Πέτρου, ὁ Πρωτ. Γεώργιος Μαγκανιάρης, οἱ Πρεσβ. Ἐμμανουήλ Σιάφης καί Παναγιώτης Μηνιάτης, οἱ τέσσερις ἱερεῖς ἐφημέριοι τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἀναστάσιος Σταματίου καί ὁ διάκ. Σπυρίδων Γεωργίου. Ἐπίσης, προσῆλθε πλῆθος ἐνοριτῶν τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Παλαιοῦ Φαλήρου.
Στό δεξιό ἀναλόγιο ἔψαλλε ὁ Πρωτοψάλτης τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καί Διευθυντής τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, καθηγητής κ. Δημήτρης Βερύκιος, μέ βοηθούς τούς κ. Ἀνδρέα Λιώνη καί κ. Ἠλία Ζαχαριάδη.
Μετά τόν Χερουβικό Ὕμνο καί τή Μεγάλη Εἴσοδο, ἐτελέσθη κατά τήν τάξη, ἡ εἰς Πρεσβύτερον χειροτονία τοῦ π. Δημητρίου Ταγκαλίδη. Ὁ νέος Πρεσβύτερος πρόκειται νά συνεχίσει –κατ’ ἀρχάς– νά ὑπηρετεῖ στήν Ἐνορία Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Παναγίτσα) Παλαιοῦ Φαλήρου.
Στήν προσφώνησή του ὁ Σεβασμιώτατος εἶπε: «Ἀγαπητέ πάτερ Δημήτριε, ἀγαθή συγκυρία –γιά νά μήν προσθέσω οἰκονομία Θεοῦ– ὅτι ἡ σημερινή ἡ εἰς Πρεσβύτερον χειροτονία σου συνέπεσε αὐτή τήν Κυριακή, πρώτη μετά τῶν Ἁγίων Πάντων, Κυριακή τήν ὀνομάζουμε –λόγω τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς πού διαβάζεται– κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου.
Ὁ Κύριος βρίσκεται στίς ὄχθες τῆς Τιβεριάδος, τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας, καί ἐκεῖ προσεγγίζει δύο ψαράδες, τόν Πέτρο καί τόν Ἀνδρέα, καί τούς ἀπευθύνει τό προσκλητήριο: “Δεῦτε ὀπίσω μου, καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων”· ἀκολουθῆστε με καί ἀπό ψαράδες θά σᾶς καταστήσω ἁλιεῖς, ψαράδες, ἀλλά ἀνθρώπων. Καί ἐκεῖνοι, “ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ”.
Προχώρησε λίγο πιό πέρα καί συνάντησε τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, μαζί μέ τόν πατέρα τους Ζεβεδαῖο “καταρτίζοντας τά δίκτυα”, τακτοποιώντας τά δίκτυα, καί ἐκεῖ πάλι προσκλητήριο: “καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς”. Καί οἱ δύο ἄλλοι, νέοι αὐτοί μαθητές, “ἀφέντες τό πλοῖον καί τόν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ”.
Ἡ ἱερωσύνη εἶναι μία κλήση Θεοῦ. Κλήση πού μᾶς ἀπευθύνει Ἐκεῖνος. Ὁ Κύριος τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀκόμα καί ἡ διάθεση, ἡ ἐπιθυμία, τό ὅραμα ἑνός νέου ἀνθρώπου νά γίνει κληρικός καί νά διακονήσει τήν Ἐκκλησία, τήν ἑπόμενη κλίση –μέ γιώτα– καί αὐτή συνιστᾶ ἐν τέλει μιά κλήση τοῦ Θεοῦ. Γιατί τό χέρι Ἐκείνου εἶναι πού φυτεύει μέσα σέ μιά παιδική – νεανική καρδιά τήν ἐπιθυμία, τόν πόθο τῆς ἱερωσύνης.
Ἔτσι λοιπόν καί σήμερα πραγματοποιεῖται μιά ἀνάλογη κλήση, ὅπως ἐκείνη πού ἀπηύθυνε ὁ Κύριος στούς πρώτους μαθητές του. Ἐκεῖνοι ἀνταποκρίθηκαν “εὐθέως”, σημειώνει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Ματθαῖος. Ἀνταποκρίθηκαν μέ ὅλη τους τήν καρδιά, ἄφησαν τά πάντα, δέν ἦταν ἀνεπάγγελτοι, εἶχαν ἐπάγγελμα, ἦταν ψαράδες, καί ὅμως τό ἐγκατέλειψαν. Καί βέβαια, ἐγκατέλειψαν καί τήν ἄνεση καί τήν ἐλευθερία πού εἶχαν, στήν ὄμορφη αὐτή περιοχή τῆς Γαλιλαίας, καί ἀποδέχθηκαν νά ἀκλουθήσουν τόν Ἰησοῦν. Καί ἔτσι ξεβολεύτηκαν ἀπό τήν κατάσταση στήν ὁποία εὑρίσκονταν, παγιωμένη κατάσταση, μέ ὅλη τήν ἄνεση πού τούς παρεῖχε.
Καί ἀποφάσισαν νά πορευθοῦν στό ἄγνωστο, νά πορευτοῦν ἕναν δρόμο αὐταπάρνησης καί θυσίας. Ὄχι ἐπιζητώντας κοινωνική καταξίωση, ἀλλά εἰσπράττοντας τόν κατατρεγμό καί τό ὄνειδος τῶν ἀνθρώπων. Σέ ἕναν τέτοιο βαθμό, σέ ἕνα τέτοιο σημεῖο, πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει τόν ἑαυτό του καί τούς λοιπούς συναποστόλους του “περικαθάρματα”. Ἔτσι τούς ἔβλεπαν ὁ κόσμος: “Ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν”, δηλαδή ὑπάρξεις οἱ πιό εὐτελισμένες καί ὑπάρξεις πού οἱ πολλοί ἀπέφευγαν καί περιφρονοῦσαν.
Ἔτσι λοιπόν ἡ ἱερωσύνη πού σήμερα μέλλεις νά λάβεις στήν πληρότητά της στόν βαθμό τοῦ Πρεσβυτέρου δέν μπορεῖ παρά ὡς ἀπόφαση καί ὡς βῆμα νά ἔχει ἀνάλογα, ἀγαπητέ Δημήτριε, χαρακτηριστικά.
Δηλαδή ἀφοσίωση καί ἀγάπη στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἀπόφαση γιά νά βαδίσεις ἕναν δρόμο θυσίας καί αὐταπάρνησης. Καί ἀκόμα ἕναν ἀγώνα ὁλόκληρο πού ἀναλαμβάνεις νά διακονήσεις τήν Ἐκκλησία καί τούς ἀδελφούς μας χριστιανούς. Νά τούς διακονήσεις γιά ἕναν στόχο καί μέ μία ἐπιδίωξη: Νά τούς ὁδηγήσεις στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, νά τούς συνδέσεις μέ τό πρόσωπο τοῦ λυτρωτῆ μας Κυρίου. Νά ὑπηρετήσεις δηλαδή καί νά προεκτείνεις μέ τίς ὅποιες δυνάμεις καί τά χαρίσματα πού σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός τελικά τό ἔργο τοῦ ἴδιου τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου μας, δηλαδή τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Εὔχομαι ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου, ἀγαπητέ Δημήτριε, αὐτό τό “εὐθέως” νά μήν τό ξεχάσεις ποτέ! Νά κατανοεῖς ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἱερατικῆς διακονίας εἶναι ἕνας δρόμος ἀγάπης πρός τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι ἡ ἱερωσύνη ἐπάγγελμα, δέν εἶναι βόλεμα, δέν εἶναι ἄνεση καί ἀμεριμνησία, εἶναι ἕνας ἀγώνας. Κι αὐτός ὁ ἀγώνας δέν διεξάγεται ὅπως θέλει ὁ Κύριος ἐάν πρῶτα δέν τόν ἀγαπήσουμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά. Κι ὅταν ἀγαπήσουμε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι βέβαιο ὅτι ὁποιαδήποτε θυσία καί κόπος κι ἄν ἀπαιτηθεῖ, θά τήν καταβάλλουμε εὔκολα, μέ ὅλη μας τήν καρδιά, μήν ὑπολογίζοντας τόν ἑαυτό μας, τόν κόπο πού θά ἀπαιτηθεῖ, τίς θυσίες στίς ὁποῖες θά πρέπει νά ὑποστοῦμε. Κι αὐτή ἡ ἀγάπη, αὐτή ἡ ἀφοσίωση, αὐτή ἡ πιστότητα στό πρόσωπο τοῦ Κυρίου καί στό ἔργο τῆς διακονίας τῆς Ἐκκλησίας, εὔχομαι νά σέ συνοδεύουν μέχρι τήν ὕστατη πνοή τῆς ζωῆς σου. Ἀμήν».