Του π. Ηλία Μάκου
Ο μεγαλύτερος έπαινος, που θα μπορούσε να αποδοθεί στο νεομάρτυρα Νικόλαο τον εκ Μετσόβου, που η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Μαΐου, είναι η λέξη τόλμη.
Παρά τη φτώχεια του, παρά τις δυσκολίες στη ζωή του, παρά το βίαιο εξισλαμισμό του, παρά την καταπίεση, ξεπερνώντας τους συμβιβασμούς, που ήταν υποχρεωμένος από τις συνθήκες να κάνει, τόλμησε να ομολογήσει το Χριστό και να γίνει το «κόκκινο πανί». Και την ομολογία του, να τη σφραγίσει με το μαρτύριό του.
Τι τον έκανε να τολμήσει; Η πίστη του, ήταν το κίνητρό του, η πίστη του στο πρόσωπο και στο έργο του Χριστού. Αυτή η πίστη τον έκανε να τολμήσει.
Γιατί είχε κάτι το ιδιαίτερο αυτή η πίστη. Δεν ήταν μια πίστη στα μέτρα της ανθρώπινης «λογικής», αλυσοδεμένη με κοσμική «σύνεση», «ρεαλισμό» και υστεροβουλία. Ήταν πίστη καθαρή, ευθεία, ανυπόκριτη, αυθόρμητη, χωρίς υπολογισμούς και ένοχες επιφυλάξεις.
Στηριζόμενος σ’ αυτή την πίστη τόλμησε να εμφανιστεί ως οπαδός του Χριστού μέσα σ’ ένα κατεξοχήν εχθρικό περιβάλλον, αψηφώντας τους κινδύνους και τις συνέπειες, που κατέληξαν στο θάνατό του, καθώς στις 17 Μαΐου του 1617 τον έριξαν μέσα σε φωτιά στην πλατεία των Τρικάλων και κάηκε ζωντανός.
Από το φρικτό μαρτύριο του Νικολάου ευαισθητοποιήθηκε ένας απλός πιστός, κεραμοποιός στο επάγγελμα, που εξαγόρασε από τους Τούρκους στρατιώτες την κάρα του (είχαν βαθιά εγκαύματα οι κρόταφοι από τη φωτιά) και την έκρυψε σε τοίχο του σπιτιού του.
Ο κεραμοιποιός πέθανε, το σπίτι αγοράστηκε και κανείς δεν ήξερε τι θησαυρός κρυβόταν σ’ αυτό. Ένα χρόνο ακριβώς μετά το μαρτύριο του Νικολάου, στις 17 Μαΐου του 1618, το βράδυ, ο νέος ιδιοκτήτης, είδε στον ύπνο του ότι στον τοίχο του σπιτιού υπήρχε η κάρα του μάρτυρα και μόλις ξύπνησε την ανακάλυψε, στο σημείο, που είχε ονειρευτεί μια έντονη λάμψη.
Χωρίς δεύτερη σκέψη δεν την κράτησε για τον εαυτό του, αλλά τη δώρισε στην Μονή Βαρλάαμ των Μετεώρων, που μόναζε ο αδελφός του, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα μέσα σε οκτάπλευρο ασημένιο κουτί και πολλοί πιστοί σπεύδουν διαρκείας, να την προσκυνήσουν και να «αδειάσουν» ενώπιόν της τα προβλήματα και τους καημούς τους. Και γεμίζουν από την ξεχωριστή ευωδία της.
Πολλά θαύματα αποδίδονται στην κάρα του Νεομάρτυρα Νικολάου, που φανερώνουν ότι ο Χριστός ζει στη ζωή μας, ζει ανάμεσά μας, ζει στην κοινωνία μας.
Μερικά από τα θαύματα αυτά έχουν καταγραφεί, όπως η σωτηρία των κατοίκων των χωριών Καλαρρύτες Ιωαννίνων και Δεσκάτης Γρεβενών, αλλά και της πόλης των Τρικάλων, από θανατηφόρους λοιμοὐς.
Άλλα σχετίζονται με την προστασία των καλλιεργειών από έντομα, ξηρασίες, ενώ στις περιοχές των Τρικάλων και του Μετσόβου υπάρχει η βεβαιότητα πως ό,τι ζητηθεί από το Νεομάρτυρα Νικόλαο, αυτός θα το δώσει.
Ως παράδειγμα αναφέρονται τη θεραπεία ενός μουγκού, ο οποίος μίλησε, αλλά και η θεραπεία του αγκυλωμένου χεριού μιας μοναχής στα Μετέωρα, το 1968, μόλις το ακούμπησε στην κάρα του Νικολάου.
Επίσης και η θεραπεία, όταν ασπάστηκε την κάρα, τη δεκαετία του 1980, ενός κοριτσιού, από τη Μηλιά Μετσόβου, που έπασχε από βαριά επιληψία.
Από όλες αυτές τις θαυματουργίες φαίνεται ότι η Εκκλησία έχει κάτι διαφορετικό να προσφέρει στον άνθρωπο του σήμερα.
Έχει να προβάλει τους Αγίους της, όπως το Νεομάρτυρα Νικόλαο, που αποδεικνύουν ότι με το Χριστό στο πλευρό μας τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν στον καθένα μας προς το καλύτερο.
Και όσο περισσότερο ο νους καθαρίζεται από τα πάθη, υψώνεται και παραμένει σε θείους λογισμούς και δεν περιπλανιέται ατέλειωτα.
Τα θαύματα του Νεομάρτυρα Νικολάου, αλλά και όλων τον αγίων, μας δείχνουν πόσο ωφελιμότερο θα ήταν για τον άνθρωπο, αντί να αγωνιά και να τρέμει για την εξασφάλιση των γήινων αγαθών, να παραδίδεται, ψυχή και σώματι, στο Θεό, ώστε να εξασφαλίζει έτσι τη βοήθεια της Θείας Χάρης και σ’ αυτές ακόμη τις υλικές του ανάγκες.