Του π. Ηλία Μάκου
Την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής μας προτρέπει η Εκκλησία σε μια πορεία μετάνοιας, για να μην «πεθάνουμε» από ασφυξία, πνιγμένοι μέσα στα νεκρολούλουδα μιας απρόσωπης και απάνθρωπης κοινωνίας.
Για να μην «πεθάνουμε» από έλλειψη οξυγόνου, τυλιγμένοι στα ροδοπέταλα του αισθησιασμού.
Για να πετύχουμε αληθινή μετάνοια, οι πατέρες μας συμβουλεύουν να να απαλλαχτούμε από τα προσωπεία, που φοράμε, να πάψουμε τα μασκαρέματα.
Για την Εκκλησία η Μ. Τεσσαρακοστή είναι περίοδος κατανυκτικής και σιωπηλής αυτοκριτικής.
Δυστυχώς, όλα τα πράγματα σπρώχνουν το νου μας προς τα έξω, προς το θόρυβο του κόσμου και όχι στην περισυλλογή.
Μας λείπει η αυτοβύθιση και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, που ενώ είναι τόσο κοντινός μας, μένει τόσο μακρινός μας, αφού είναι απρόσιτος και απροσπέλαστος.
Τι τραγικό στ’ αλήθεια. Να μπορούμε οι άνθρωποι του καιρού μας να ερευνούμε τα κύτταρα με το μικροσκόπιο, τους βυθούς με το βαθυσκάφος, το φλοιό της γης με τα γεωτρύπανα, το διάστημα με τους δορυφόρους.
Και να μην μπορούμε να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Και να τον αγνοούμε.
Όταν στρέφουμε με πολυπραγματοσύνη το βλέμμα μας στον κόσμο και στις επιθυμίες του, δεν μπορούμε να κάνουμε σοβαρές προόδους.
Ένας παλαιός παππούλης έλεγε πως είναι προτιμότερο να φροντίζει κανείς το μέσα του, παρά να κάνει θαύματα και να παραμελεί τον εαυτό του.
Γι’ αυτό η περίοδος αυτή είναι μια καλή αφορμή να ξαναβρούμε την καρδιά μας, να ξαναποκτήσουμε επαφή με την καρδιά μας.
Μια επαφή, που θα δικάζει ατέλειες και ελαττώματα και θα προδικάζει τη διόρθωσή μας.
Αν δεν αφουγκραστούμε μακριά από τις κραυγές του κόσμου τον μυστικό παλμό της ψυχής μας, έχουμε λίγες πιθανότητες να ρίξουμε εξεταστικά βλέμματα στο εσωτερικό μας.
Τα μάτια του Θεού μας βλέπουν καλύτερα χωρίς τα υποκριτικά προσωπεία.
Η φωνή του Θεού, ακούγεται καθαρότερα στη σιωπή της εσωστρέφειας.
Έχει μεγαλύτερη αξία η απλότητα της ταπείνωσης, μέσω της αναγνώρισης των λαθών και των παθών, από την παχυλότητα της υποκρισίας.
Ας μην πληγώνουμε την καρδιά μας, ας μην την πετάμε νεκρή στο πάτωμα.