You are currently viewing ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ  ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ  ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ  ΑΛΜΥΡΟΥ  κ. κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ  ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΛΜΥΡΟΥ κ. κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

  • Reading time:1 mins read

Αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί, Παιδιά μου εν Κυρίω αγαπημένα,

 

«Και σκότος εγένετο επί πάσαν την γην έως ώρας ενάτης».

Είναι η ώρα που ο Ιησούς οδυνάται και παραδίδει το πνεύμα Του πάνω στο Σταυρό. Αίφνης ο ουρανός σκοτείνιασε. Έντρομος ο εκατόνταρχος αναγνωρίζει τη θεότητα του Εσταυρωμένου: «Αληθώς Θεού Υιός ην ούτος». Ώρα συγκλονισμού και δέους, ώρα μεγαλοπρέπειας και θείας αποκάλυψης.

Κάποιοι μελετητές του Νόμου ίσως ενθυμούνται ότι όντως η φύση συνταράσσεται κάθε φορά που ο Θεός αποκαλύπτεται εν τη δόξη Του. Είχε συμβεί δεκαπέντε αιώνες νωρίτερα στο θεοβάδιστο Σινά. Κάπνιζε το όρος, σειόταν συθέμελα το βουνό, τρομακτικές βροντές και αστραπές δονούσαν το στερέωμα, όταν μίλησε ο Θεός στο Μωυσή και του αποκάλυψε: «Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου». Και άλλοτε, στο όραμα του Ιεζεκιήλ εν μέσω ανέμου ισχυρού, που σείει βουνά και σπάζει βράχια, σε ανεμοστρόβιλο και περιφερόμενη φωτιά εμφανίζεται ο Θεός.

Τρόμος και δέος διαχέονται στην ατμόσφαιρα και τώρα, στο Γολγοθά. Αναρίθμητα μάτια προσηλώνονται με απορία και έκπληξη στην πονεμένη μορφή του Εσταυρωμένου, και προσπαθούν να διεισδύσουν στο μυστήριο του προσώπου Του. Ποιός είναι στ’ αλήθεια ο Εσταυρωμένος Ιησούς; Είχε ήδη αντηχήσει νωρίτερα στις στοές του πραιτωρίου γεμάτη απορία και περιέργεια η ερώτηση του Πιλάτου: «Συ ει ο βασιλεύς των Ιουδαίων;», που απαντήθηκε με τη μεγαλόπρεπη σιωπή του Ιησού. Και ιδού τώρα, στο μέτρο των δυνατοτήτων του ο καθένας, επιχειρεί να εκμαιεύσει μια απάντηση.

Τον βλέπουν οι σταυρωτές Του και χλευάζουν. Τον βλέπουν οι Ιουδαίοι και ειρωνεύονται. Τον βλέπει ο κρεμασμένος δίπλα Του κακούργος και τον εμπαίζει. Τον βλέπουν με οίκτο και συμπόνοια κάποιοι φίλοι Του και κρυφοί Του μαθητές, και αναγνωρίζουν Εκείνον που θεράπευσε παραλυτικούς και δαιμονισμένους, που περπάτησε πάνω στα κύματα, που ανέστησε νεκρούς, που γαλήνευσε την τρικυμία, που σαγήνευε τα πλήθη με το λόγο Του.

Ατενίζουμε και εμείς με δέος τον Εσταυρωμένο τούτη την πανεπίσημη ημέρα, που ξαναζούμε με σιγηλή κατάνυξη και συντριβή την κορύφωση του Θείου Πάθους. Εμείς γνωρίζουμε ότι είναι ο Δημιουργός και Κτίστης των απάντων, ο Υιός του Θεού, που πάσχει για μας και περί ημών οδυνάται. Γνωρίζουμε ότι θα μπορούσε να συντρίψει τους θεοκτόνους ως σκεύη κεραμέως. Γνωρίζουμε ότι θα μπορούσε να παρατάξει περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, για να Τον υπερασπίσουν. Ίσως, όμως, αγνοούμε αυτό που η Εκκλησία μας βλέπει στο πρόσωπο του Εσταυρωμένου. Την ώρα τούτη της άκρας ταπείνωσής Του, της πλήρους εγκατάλειψης και της υπέρτατης οδύνης η Εκκλησία Τον αναγνωρίζει ως Βασιλέα της Δόξης. Γι’ αυτό και στην ορθόδοξη αγιογραφία αντικαθιστά την χλευαστική επιγραφή του Πιλάτου πάνω στο Σταυρό, «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων», με τη θεολογική επιγραφή «ο Βασιλεύς της δόξης». Όντως απρόσμενος αυτός ο χαρακτηρισμός τη συγκεκριμένη ώρα, που ο Ιησούς καθημαγμένος και αποκαμωμένος υπομένει τον πιο κατώδυνο θάνατο. Θα ήταν οπωσδήποτε συμβατό με την ανθρώπινη λογική μας, η φράση αυτή να συνοδεύει την εικόνα της Μεταμόρφωσης, όταν το πρόσωπο του Ιησού έλαμψεν ως ο ήλιος, και τα ιμάτιά Του εγένοντο λευκά ως το φως, παρέχοντας στους έκθαμβους μαθητές Του ένα ελάχιστο δείγμα της Θείας δόξας Του. Θα ταίριαζε, επίσης, στην εικόνα της Ανάληψης, όταν «εν τω ευλογείν τους μαθητάς Του ο Ιησούς διέστη απ’ αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν».

Ιδού, όμως, το μυστήριο και το παράδοξο για τη λογική μας: Την ώρα που τα χοϊκά μας μάτια αντικρίζουν τον εμπαιγμό, την ατίμωση, το πάθος του Θεανθρώπου, μέσα στη χλεύη και την ταπείνωση, η Εκκλησία μας βλέπει να τελεσιουργείται η δόξα. Μια δόξα τελείως διαφορετική από εκείνη που εννοεί ο κόσμος, δόξα που βλαστάνει μέσα από το Θείο Πάθος, όπως ο σπόρος μέσα από το χώμα. Πρώτος, βέβαια, ο Ιησούς μίλησε στους μαθητές Του γι’ αυτή τη δόξα μετά το Μυστικό Δείπνο, αλλά και στην αρχή της αρχιερατικής Του προσευχής. «Πάτερ, είπε, ελήλυθεν η ώρα. Δόξασόν Σου τον Υιόν ίνα και ο Υιός σου δοξάσει σε».

Φοβερά και παράδοξα όσα διαδραματίζονται στο Γολγοθά, αποτελούν πρόκληση για τη λογική μας, βασανιστική ταλαιπωρία για τη σκέψη μας. Μαρτυρούν την απόσταση της ανθρώπινης από τη θεία λογική. Ψήγματα αυτής της λογικής του Θεού μπόρεσαν ίσως να ψηλαφήσουν ένας Ρωμαίος εκατόνταρχος και ένας ληστής. Αυτοί δεν πίστεψαν σε διδάσκαλο, ούτε σε θαυματουργό, ούτε και σε αναστημένο Θεό. Πίστεψαν σε σταυρωμένο Θεό. Διέκριναν μέσα στην κορύφωση του Πάθους Του τη θεϊκή Του δόξα.

Όντως, την ώρα που τα φανερά συγκινούν, τα αφανή συγκλονίζουν. Ενώ τα εμφανή θλίβουν, τα μυστικά κατεργάζονται το θρίαμβο και τη χαρά. Τα πρόδηλα μπορεί να σημαίνουν τη φθορά και το θάνατο, τα άδηλα, όμως, απεργάζονται την ανάσταση. Μπορεί να βρίσκεται ο Ιησούς άπνους, ακίνητος, νεκρός πάνω στο σταυρό της αισχύνης, αλλά δεν είναι ηττημένος. «Κατάστικτος τοις μώλωψιν αλλά Πανσθενουργός» συγκλονίζει τα επίγεια, τα επουράνια και τα καταχθόνια. Κινεί διαφορετικά, πλέον, όλη την ιστορία του κόσμου. Μπορεί να ενταφιάζεται, αλλά αποδεικνύεται νεκρός ζωαρχικότατος και παντοδύναμος, καθώς κατέρχεται στο βασίλειο του Άδου και συντρίβει τους αιωνίους μοχλούς και τα κλείθρα του θανάτου με τη ζωαρχική Του παλάμη. Ελευθερώνει τους απ’ αιώνος νεκρούς νεκρώνοντας τον Άδη, τη αστραπή της Θεότητος. Εκείνος που χθες ραπιζόταν, σήμερα ραπίζει το οικητήριο του θανάτου. Χθες εδεσμείτο, σήμερα καταδεσμεί τον τύραννο. Χθες καταδικαζόταν, σήμερα χαρίζει την ελευθερία στους καταδίκους. Χθες οι υπηρέτες του Πιλάτου τον ενέπαιζαν, σήμερα οι πυλωροί του Άδου βλέποντάς Τον φρίττουν, κατά τον Άγιο Επιφάνιο Κύπρου.

Όλα ανατρέπουν τη λογική μας, τη συντρίβουν. Είναι αφάνταστα πεπερασμένη, άλλωστε, για να χωρέσει τα μυστήρια του Θεού. Ο Ιησούς όντας εν τω Σταυρώ αποδεικνύεται Βασιλεύς της Δόξης. Η Ζωή εν τάφω κατατίθεται, και ήδη δονούν την πλάση οι κραδασμοί της Ανάστασης. Εσπερινός της Αποκαθήλωσης, σήμερα, και ήδη η Εκκλησία μας λαμπροφορεί.

Έκτοτε, εδώ και είκοσι αιώνες, η Εκκλησία μας μάς υποψιάζει για μια διαφορετική πορεία, μάς ανοίγει μια λυτρωτική προοπτική, που ξεπερνά τα αντιληπτικά μας όρια και μέτρα. Μάς καλεί να βαδίσουμε σε μια οδό άλλης, υπερκόσμιας λογικής, ξένης προς τη νοοτροπία του κόσμου, ανώτερης από τα ανθρώπινα πάθη, της λογικής του Σταυρού. Μάς προτρέπει να εισερχόμαστε διά της στενής πύλης, να βαδίζουμε την τεθλιμμένη οδό, να ακολουθούμε τον Κύριο αίροντας το σταυρό μας, να ζούμε συσταυρωμένοι με τον Ιησού, να βλέπουμε τη ζωή μέσα από το θάνατο, να διακρίνουμε τη σωτηρία μέσα από τον πόνο. Να ζούμε την ελπίδα ακόμα και μέσα στη συμφορά ή την ασθένεια, να ζούμε τη χαρά ακόμα και μέσα στη στέρηση, στην άσκηση, στη θυσία. Να μας ανορθώνει η προσμονή της λύτρωσης, όταν μας λυγίζουν οι όποιες δοκιμασίες.

Στοχαστικά, μπροστά στον Εσταυρωμένο Βασιλέα της Δόξης τέτοια μέρα κάθε χρόνο, μετράμε την απόσταση, που χωρίζει τη δική μας νοοτροπία από τη δική Του θεία διδαχή:

Μας δελεάζει η δόξα. Την αγαπάμε παράφορα οι άνθρωποι κάθε εποχής. Επιδιώκουμε να την εξασφαλίσουμε στην όποια επιτυχία και νίκη μας, στην επιβράβευση της δύναμής μας, στη διάκριση και υπεροχή μας απέναντι στους άλλους. Την αναζητούμε, όμως, σε λανθασμένη κατεύθυνση. Όπως κάποτε η μητέρα των υιών του Ζεβεδαίου τη ζητούσε από τον Ιησού για τα παιδιά της, «Ητείτο προσκαίρου βασιλείας τιμήν». Το ίδιο και οι στενοί μαθητές Ιάκωβος και Ιωάννης, που δεν είχαν αντιληφθεί τη διάσταση της αληθινής δόξας, για την οποία τους μιλούσε ο Διδάσκαλος. «Μη φρονείτε υψηλά» μας προτείνει Εκείνος. Ταπεινωθείτε, περάστε από το καμίνι της δοκιμασίας και του Σταυρού, και τότε «εν τη βασιλεία του Πατρός μου εμοί συνδοξασθήσεσθε».

Μεγάλη Παρασκευή σήμερα, μπροστά στον Εσταυρωμένο. Τα μάτια μας θολώνουν από δάκρυα κατάνυξης, και στα χείλη μας ανεβαίνει το αμήχανο ψέλλισμα μιας ικεσίας:

Κύριε, Σε αντικρύζουμε σήμερα επί του Σταυρού «ως κατάκριτον τον πάντων Βασιλέα», και ένα κύμα συγκλονισμού μας κυριεύει. Από αμέτρητη αγάπη για μας έσπευσες προς τον εκούσιον Πάθος, για να μας εξαγοράσεις εκ της κατάρας του Νόμου τω τιμίω Σου αίματι. Εσταυρώθης δι’ ημάς ίνα ημίν πηγάσης την άφεσιν. Κατήλθες έως κατωτάτου της γης, ίνα Σου της δόξης τα πάντα πληρώσης. Μπορεί να είμαστε φτωχοί σε πνευματικό βίωμα, ελάχιστοι στην πίστη, άδειοι από αγάπη, μικροί στο πνευματικό μας ανάστημα, πληγωμένοι από τον εαυτό μας και τους άλλους, άθλιοι κουβαλητές αμαρτημάτων, όμως ταπεινά Σε ικετεύουμε. Βοήθησέ μας να αντιληφθούμε το ασύλληπτο μέγεθος της Σταυρικής Σου δόξας. Ανάγαγε τη διάνοιά μας «τω βάθει των παθημάτων Σου στο ύψος του κράτους Σου». Μεταμόρφωσε την αδυναμία μας σε δύναμη, τον φυσικό μας φόβο σε πνευματική παρρησία, το άγχος μας σε πλησμονή πίστης και ελπίδας, τον προσωπικό μας σταυρό σε ανάσταση. Ήδη συμψάλαμε με τον υμνωδό: «Δόξα και τω Σταυρώ, Σώτερ, και τω Πάθει Σου». Αξίωσέ μας να πανηγυρίσουμε και τα επινίκια για την λαμπροφόρο Ανάστασή Σου. Αμήν.

 

Μετά πολλής πατρικής αγάπης,

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

 

 

 

 

 

† Ο ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ