Η υποψηφιότητα του Στέλιου Κυμπουρόπουλου στις ευρωεκλογές του 2019 προβλήθηκε ως μία πρωτοποριακή και ανατρεπτική απόφαση του κόμματος της Ν.Δ.
Ως απόδειξη ότι ένα φιλελεύθερο κόμμα δίδει ευκαιρίες σε νέους ανθρώπους, νέους επιστήμονες, άτομα με ειδικές δεξιότητες, εις τρόπον ώστε να εκτεθούν στη λαϊκή ετυμηγορία, να επιδοκιμαστούν από τους πολίτες και να αποδείξουν με τη δράση τους ότι αξίζουν τις ίσες ευκαιρίες και τα ίσα δικαιώματα. Αν και οι παραδοσιακώς παροικούντες καχύποπτοι τη (νεοδημοκρατική) Ιερουσαλήμ είδαν πίσω από την απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη την πρόθεση να υποβαθμιστεί η υποψηφιότητα του πρώην προέδρου του κόμματος Ευάγγελου Μεϊμαράκη -ο οποίος πράγματι κατετάγη δεύτερος σε ψήφους σε εθνικό επίπεδο-, το επιχείρημα των ίσων δικαιωμάτων και ίσων ευκαιριών συγκίνησε το εκλογικό σώμα. Σε σημείο που ο κ. Μητσοτάκης -πέραν των δημόσιων προτροπών στη βάση της Ν.Δ. υπέρ της ψήφισης του νεαρού επιστήμονα- να υποβάλει έως και πρόταση μομφής κατά του τότε υπουργού Υγείας Παύλου Πολάκη για απρεπές σχόλιο κατά του υποψηφίου του.
«Δεν είναι γλάστρα ο Κυμπουρόπουλος» σχολίασε με οργή εκείνη την ημέρα ο Κυριάκος ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ζήτησε τον λόγο από τον συριζαίο υπουργό «επειδή προσέβαλε έναν άξιο άνθρωπο». Το αποτέλεσμα της κάλπης δικαίωσε απολύτως την επιλογή του. Ο γενναίος Στέλιος Κυμπουρόπουλος, με μυϊκή ατροφία από τα δεκατέσσερά του, σημαιοφόρος σε παρέλαση του 1999 με το αμαξίδιό του, αριστούχος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, επιμελητής στο Νοσοκομείο Αττικόν, εξελέγη πρώτος σε ψήφους ευρωβουλευτής της Ν.Δ. με 577.114 ψήφους. Μετά τις ευρωεκλογές ορκίζεται, εντάσσεται στην ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και δραστηριοποιείται σε πλήθος θεμάτων. Ωσπου προχθές, σχεδόν δύο χρόνια μετά τις ευρωεκλογές του 2019, γίνεται ξανά το επίκεντρο της δημοσιότητας, με αφορμή την αρνητική ψήφο του για τις αμβλώσεις σε ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Δεν θα σταθώ ιδιαιτέρως στο γεγονός ότι όλα άρχισαν μετά τη λυσσαλέα επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον του η Αριστερά και ειδικώς ο ΣΥΡΙΖΑ, επειδή ο Στέλιος τόλμησε να εκφράσει ανοιχτά τις απόψεις του. Από αυτούς αυτά περιμένουμε, δεν περιμένουμε άλλα. Αναγνωρίζουν την εσωκομματική δημοκρατία για τις συνιστώσες τους αλλά όχι για τους αντιπάλους τους. Θα επικεντρωθώ όμως στη στάση της Ν.Δ. έναντι του Κυμπουρόπουλου.
Και επειδή είναι η δεύτερη φορά που προκύπτει ζήτημα για τις αμβλώσεις και κατ’ επέκτασιν για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών -όποιες και είναι αυτές-, θα κάνω και ένα γενικότερο σχόλιο. Θυμίζω ότι το 2019 επί Ν.Δ. αποκαθηλώθηκαν από το Μετρό των Αθηνών ως «ακροδεξιές» διαφημίσεις οικογενειακών οργανώσεων κατά των αμβλώσεων. Ως προς το πρώτο είναι εντυπωσιακό και το καταγράφω με λύπη πόσο εύκολα «αδειάζει» και αποδοκιμάζει ο πρωθυπουργός ανθρώπους οι οποίοι έδωσαν τα πάντα για να γίνει πρωθυπουργός.
Τις προάλλες «άδειασε» στεγνά από το βήμα του Κοινοβουλίου έναν άνθρωπο που ήταν δίπλα του, όταν δεν ήταν άλλος κανείς στα πέτρινα χρόνια του, επειδή εξέφρασε με ένταση την αρνητική του άποψη για την ομοφυλοφιλία: τον σημερινό βουλευτή Καβάλας Μακάριο Λαζαρίδη. Κάτι που θα μπορούσε να είχε πράξει -αν ήταν τόσο κομβικό για την ομάδα που έχει γύρω του- με ηπιότερο τρόπο. Μια ανάρτηση στο twitter π.χ., όχι ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπίας, ενώπιον των παγωμένων συναδέλφων του οι οποίοι σχημάτισαν την εντύπωση ότι το αυτό μπορεί να συμβεί για άλλο θέμα και στους ίδιους στο μέλλον.
Αντιπροχθές άφησε ακάλυπτο τον βουλευτή Κυρανάκη για τις πρόσφατες δηλώσεις του, όταν και οι πέτρες στο Μαξίμου γνωρίζουν ότι το λάθος να αναφέρει στο κομματικό non paper «γραμμής» το όνομα του ξυλοκοπηθέντος διαδηλωτή και να παραβιάσει προσωπικά δεδομένα το διέπραξε πασοκογενής συνεργάτης του γραφείου Τύπου. Προχθές, μετά την επιβεβαίωση ότι ο Κυμπουρόπουλος δεν ψήφισε «εκ παραδρομής» για τις αμβλώσεις (έδειξε ότι έχει νεφρά και δεν υποχώρησε στη σύσταση για επανόρθωση), η Ν.Δ. εξέδωσε ανακοίνωση για να διακηρύξει ότι «η ψήφος του ευρωβουλευτή Στέλιου Κυμπουρόπουλου δεν εκφράζει το κόμμα και τον πρόεδρό του».
Η ερώτηση που προκύπτει μετά ταύτα είναι μονολεκτική: Αλήθεια; Σοβαρά; Έτσι συμπεριφέρεται «το κόμμα» σε ανθρώπους που έφεραν προίκα στην παράταξη τη διαδρομή τους για να νικήσει στις ευρωεκλογές και να ανοίξει ο δρόμος του προς την εξουσία και του Κυριάκου για την πρωθυπουργία; Με μια δημόσια ξερή ανακοίνωση αποδοκιμασίας; Αλήθεια; Εμείς γνωρίζουμε εδώ και δεκαετίες ότι η Ν.Δ. είναι φιλελεύθερο κόμμα. Όχι μονολιθικό. Γνωρίζουμε ότι η ελευθερία της έκφρασης είναι το σήμα κατατεθέν της Ν.Δ. και όταν προκύπτουν διαφορετικές προσεγγίσεις, όπως αυτή για το «λελυμένο» ζήτημα των αμβλώσεων με νόμο του Ανδρέα Παπανδρέου από το 1983, τότε η εκάστοτε ηγεσία της εκφράζει τη διαφωνία της με μια ηχηρή διαρροή κύκλων. Δεν πετά τους ανθρώπους της στα σκυλιά.
Και εν πάση περιπτώσει, λελυμένο ζήτημα είναι οι αμβλώσεις για εσάς, για εμένα ίσως, για άλλους. Για το 37% του ελληνικού λαού όμως σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις («Αthens Voice» 3/1/2020 ) δεν είναι λελυμένο. Η δε άποψη που διατύπωσε ο ευρωβουλευτής πως αν η μητέρα του ήξερε ότι ήταν ανάπηρος ίσως είχε κάνει άμβλωση και να μη ζούσε σήμερα αξίζει την προσοχή μας.
Για την Εκκλησία μας, τέλος, το ζήτημα αυτό από δογματικής απόψεως δεν είναι λελυμένο. Επειδή λοιπόν μία γκρούπα αξιωματούχων του Μαξίμου θεωρεί λελυμένο το ένα, λελυμένο το άλλο, λελυμένο το τρίτο, τι θα κάνει η Ν.Δ.; Θα αποδοκιμάζει κάθε μέρα έναν ευρωβουλευτή της, έναν βουλευτή της, την Εκκλησία ίσως αύριο, επειδή διατυπώνουν διαφορετική άποψη για ζητήματα υπαρξιακά, επειδή αυτό λέει η συνείδησή τους; Θα τσακώνεται κάθε μέρα η Ν.Δ. με το 35% του κορμού της για να ικανοποιεί το 5%; Αφήστε που για ανθρώπους μη δογματικούς (και σε αυτούς κατατάσσω με άνεση τον Κυριάκο, γιατί έχει αποδείξει ότι ξέρει να ακούει και να σέβεται τον συνομιλητή του) δεν υπάρχει στη ζωή κάτι που να μην υπόκειται σε αναθεώρηση. Και αυτό ισχύει για όλους μας.
Ο ίδιος όταν τον αδίκησα κάποτε το παραδέχθηκα δημοσίως. Τι πάει να πει λοιπόν «λελυμένο»; Και η παρενόχληση ήταν κάποτε «λελυμένη», σήμερα δεν είναι όμως, τα ήθη άλλαξαν! Αν είναι λελυμένο, για παράδειγμα, και το ζήτημα του γάμου των ομοφυλοφίλων -η θέση μου είναι γνωστή και διατυπωμένη-, τότε γιατί ο Πάπας και η Καθολική Εκκλησία τον θεωρούν «αμαρτία» και δεν τον αναγνωρίζουν; Και τι θα γίνει αν κάνουν το αυτό με τον Πάπα σε κάποια στροφή της επικαιρότητος η ελλαδική Εκκλησία και ο Αρχιεπίσκοπος; Θα τον αφορίσει και αυτόν το γνωστόν ιερατείο, το φιλελευθεράτο του Μαξίμου, που παρασύρει το κόμμα σε λάθος αποφάσεις; Θα εκδώσει ανακοίνωση η Ν.Δ. ότι «η στάση του Αρχιεπισκόπου δεν εκφράζει το κόμμα και τον πρόεδρό του»; Είναι σοβαρά πράγματα αυτά; Κλείνω: Πράγματι, έχει δίκαιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σωστά το είχε πει απευθυνόμενος προς τους Τσίπρα – Πολάκη: «Ο Κυμπουρόπουλος δεν είναι γλάστρα».
Τώρα που το αποδεκνύει όμως στην πράξη ότι δεν είναι γλάστρα, ας τον σεβαστούν και ας τον αφήσουν να ανθίσει. Όχι να τον κλαδεύουν από τις ρίζες επειδή το ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ. Τελευταίο, αλλά όχι έλασσον. Το να «αδειάζεις» τους συνεργάτες σου δεν εκτιμάται. Ούτε από τους δικούς σου ούτε και από τους άλλους. Ο αρχηγός είναι η μάνα του λόχου. Κανών.