Χωρίς μαθητική και στρατιωτική παρέλαση, σε ένδειξη πένθους για την απώλεια του αείμνηστου δημάρχου Ιωαννίνων, αλλά με δοξολογία στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου κακατάθεση στεφάνων στο Ηρώο Μπιζάνων, εορτάστηκε η 110η επέτειος της Απελευθέρωσης των Ιωαννίνων
Την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος Γιώργος Αμυράς, ενώ παρέστησανοι βουλευτές Ιωαννίνων της Ν.Δ. Σταύρος Καλογιάννης και Μαρία-Αλεξάνδρα Κεφάλα, ο περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης, εκπρόσωποι της δημοτικής αρχής Ιωαννιτών, των Ενόπλων δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας κ. ά.
Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου του 1913 ήταν μια δοξασμένη ημέρα.
Οι Τούρκοι διατυμπάνιζαν πως και αν όλοι οι στρατοί της Βαλκανικής ενωθούν, το Μπιζάνι δεν πέφτει. Και όμως το Μπιζάνι έπεσε και πιάστηκαν 2.000 Τούρκοι αξιωματικοί. Ρίγησε όλη η Ελλάδα, ολόκληρος ο κόσμος. Οι Τουρκικές οβίδες έσκαψαν όλες τις κορφές. Και όμως τα Γιάννινα απελευθερώθηκαν. Και έκανε εντύπωση και τούτο, που δεν το άφησαν να περάσει απαρατήρητο οι ξένοι ανταποκριτές. Το πόσο φιλάνθρωπα συμπεριφέρθηκαν οι Έλληνες στους αιχμαλώτους, αλλά και τους υπόλοιπους Τούρκους, που ζούσαν στην περιοχή.
Σε τέτοιο σημείο, που οι Οθωμανοί της Ηπείρου εξέφρασαν εγγράφως την ευγνωμοσύνη τους στον Ελληνικό Στρατό.
Βροντές και αστροπελέκια από τον ουρανό και από γης. Λυσσασμένοι βοριάδες. Κρύο, που τσακίζει τα κόκαλα.
Γύρω οι όγκοι του Τουρκικού Στρατού φράσουν κάθε στενωπό και διάβαση και οι Βεχήπ και Εσσάτ πασάδες είναι σίγουροι πως το Μπιζάνι είναι άπαρτο. Οι Τούρκοι στέκονται άγριοι, αιμοβόροι και με τα 100 κανόνια ξερνούν το θάνατο.
Μέρες κυλούσαν, μήνες περνούσαν και ο Ελληνικός Στρατός, μαζί με τα αντάρτικα σώματα, ποτάμι χύνει το αίμα.
Και όμως οι Έλληνες δεν κάνουν πίσω. Και ας ήταν φορές, που πολέμησαν, ποιος να το πιστέψει (;), 2 προς 1.000!
Και με 4 μικρά τηλεβόλα αντιμετώπισαν 40 και 50 του εχθρού!
Βέβαια η αυτοθυσία τους, μέρες ολόκληρες τρεφόταν με καλαμπόκι, η ασύλληπτη ορμή τους κατόρθωσε να τινάξει τον Τούρκο και να τον ξεριζώσει από τις διαβάσεις, που βαστούσε κι έφρασσε την πορεία μέχρι τα Γιάννινα.
Ποια ημερομηνία έχουμε τώρα; 20 Φεβρουαρίου 1913, παραμονή της απελευθέρωσης… Η διαταγή δόθηκε: «Επίθεση από τα δεξιά με τρεις φάλαγγες». Ξεκινούν…
Αν θελήσεις να ζυγίσεις την αντοχή τους, την πολεμική ιδιοφυΐα τους, τον ηρωισμό τους, θα διαπιστώσεις ότι είναι τιτάνες. Δεν αφήνουν τον εχθρό να αλαφιαστεί, αλλά με την ξιφολόγχη θερίζουν τις μάζες του. Επίθεση από το δεξιό πλευρό. Παράλληλα τρομακτικός βομβαρδισμός, 15.000 βλήματα του Ελληνικού Πυροβολικού, από τα αριστερά και το κέντρο. Οι Τούρκοι την έπαθαν: Αδειάζουν τα οχυρά.
Ο «μαύρος καβαλάρης», ο αξιωματικός Ιωάννης Βελισσάριος με τους τρεις ευζωνικούς λόχους κυνηγά τους Τούρκους.
Οι μουσκεμένοι εύζωνοι με το χέρι στη σκανδάλη έχουν φτερά, τρέχουν κι αφήνουν πίσω τους τάφρους, ποτάμια, χαράδρες, τέλματα, λοφοσειρές…
Το βράδυ της ημέρας αυτής βρίσκονται 5 λεπτά έξω από τα Γιάννινα… Ο Βεχήπ πασάς καταλαβαίνει την ανεπανάληπτη για τους Τούρκους τραγωδία. Και για να μην πέσει στα χέρια του Βελισσαρίου σώζεται, με λέμβο, μέσω της λίμνης.
Ο Εσάτ πασάς καλεί τους προξένους των Ιωαννίνων και τον Μητροπολίτη και τους ανακοινώνει ότι μετά την κατάληψη όλων των προχωμάτων και την τέλεια κύκλωση από τον Ελληνικό Στρατό, θεωρεί μάταιη κάθε αντίσταση.
Το άλλο πρωί, 21 Φεβρουαρίου 1913, ύστερα από 500 χρόνια, οι καμπάνες της πολυπόθητης λευτεριάς ήχησαν θριαμβευτικά απ’ άκρη σ’ άκρη της Ηπειρωτικής γης.
Το αναμμένο λυχνάρι της λευτεριάς στους υπόδουλους Ηπειρώτες, άντρες και γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους, δεν έσβησε ποτέ.
Ούτε μια ημέρα, ούτε μια στιγμή, κατά τη μακραίωνη εκείνη νύχτα της Οθωμανικής δουλείας.
Αυτός ο πόθος δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τους Έλληνες της Τουρκοκρατίας. Η συνείδησή τους φωτιζόταν από άσβεστο φως.
Παιδομάζωμα, χαράτσι, φυλακή, αγχόνη, φόνοι και βασανιστήρια, δημεύσεις, διαπομπεύσεις και εξευτελισμοί, διωγμοί της Εκκλησίας και της Ελληνικής παιδείας, στάθηκαν ανίκανα να σβήσουν αυτό το φως και όταν ακόμη συντρίβονταν οι μικροί λυχνοστάτες.
Έκαιε και φώτιζε με την ανταύγεια της ελπίδας πάνω από τα ερείπια, τους τάσους, τα ματωμένα πρόσωπα.
Και φεγγοβολούσε και μεταβάλλονταν σε πυρσούς. Και οδήγησε στην έξοδο του Γένους, στην έξοδο των Ηπειρωτών από τη μαρτυρική πορεία μέσα στο πικρό σκοτάδι της σκλαβιάς.
Και σιγόφεγγε το φως στο λυχνάρι. Και τρεμόπαιζε το καντήλι και ζέσταινε την καρδιά.
Ώσπου, έλαμψε ξαφνικά… Και ανέβηκε μέχρι τον ουρανό η λάμψη και λευτέρωσε την Ελλάδα και… έκαψε την Τουρκιά.