Πλήθη πιστῶν ἀπό τήν Πάτρα καί τήν εὐρύτερη περιοχή, ἒσπευσαν στήν Χρυσο-Παντάνασσα τῶν Πατρῶν, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἱεροῦ Γενεσίου Της γιά νά ἀσπασθοῦν τό θαυματουργό καί περίπυστο εἰκόνισμά Της πού εἶναι θησαυρισμένο στόν καλλιμάρμαρο καί μεγαλοπρεπέστατο ἱστορικό Ναό Της, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ κόσμημα, ἀληθινό, ἀξιοθαύμαστο μνημεῖο γιά τήν Ἀποστολική πόλη καί Μητρόπολη τῶν Πατρῶν καί τήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα γενικώτερα.
•Τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς, ἐτελέσθη ὁ μέγας πανηγυρικός Ἑσπερινός, χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου καί συγχοροστατοῦντος τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Κερνίτσης κ. Χρυσάνθου, μέ τήν συμμετοχή πολλῶν Κληρικῶν, Ἐκπροσώπων τῶν τοπικῶν Ἀρχῶν καί πλήθους Λαοῦ πού ἀφ’ ἑνός μέν εἶχε κατακλύσει τόν μεγάλο καί ὑπέρλαμπρο Ναό, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἐσχημάτιζε οὐρές γιά νά προσκυνήσῃ τήν θαυματουργό εἰκόνα τῆς Παντανάσσης.
Στό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος, ἀνέλυσε τό κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς καί ἐστίασε στό ὃτι ἡ Θεοτόκος ὀνομάζεται ἀπό τόν ἱερό Ὑμνογράφο, τροφός τῆς ζωῆς.
Ἀνέλυσε δέ θεολογικά τόν ὃρον αὐτόν καί ἐχρησιμοποίησε χωρία ἀπό τόν Ἃγιο Γρηγόριο Νύσσης καί τόν Ἃγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Τροφός τῆς ζωῆς, εἶναι ἡ Παναγία μας, διότι μᾶς προσέφερε τήν ὂντως Ζωήν, δηλαδή τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀλλά καί ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ τροφός τῆς ζωῆς, ἀφοῦ μᾶς κρατάει, ὃπως καί ἡ Παναγία μας ὡς βρέφη ὑπομάζια καί μᾶς προσφέρει τό Ἃγιο Βάπτισμα καί τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου μας.
•Τήν νύχτα ἐτελέσθη Ἱερά Ἀγρυπνία ἀπό τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμ. π. Ἀρτέμιο Ἀργυρόπουλο, Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν, ὁ ὁποῖος ἐκήρυξε τόν θεῖο λόγο, ἐν πληθούσῃ Ἐκκλησίᾳ.
•Ἀνήμερα, ἐτελέσθη ἡ Θεία Λειτουργία, τῆς ὁποίας προέστη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος, συνιερουργοῦντος τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Εὐκαρπίας κ. Ἱεροθέου.
Στό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος, ἀπευθυνόμενος πρός τό πλῆθος τῶν εὐσεβῶν Χριστιανῶν, πού κατέκλυσε τόν Ἱερό Ναό, μίλησε γιά τήν ὑπόθεση τῆς ἑορτῆς καί ἀνεφέρθη στόν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ «εἰς τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου». Ἐστάθη δέ σέ χαρακτηρισμούς τοῦ Θεοφόρου αὐτοῦ πατρός γιά τήν Θεοτόκον, ὃπως «ἀξιόθεον θηγάτριον, κάλλος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἂξιον τοῦ Θεοῦ καταγώγιον, τοῦ γένους εὐγένεια…».
Ἐτόνισε ὃτι ἡ Θεοτόκος εἶναι καί πρέπει νά εἶναι τό ἱερώτατον πρότυπον, ὃλων τῶν νέων καί ἑστίασε στήν ἒλλειψη αὐτῶν τῶν ἀρετῶν, κατά τήν σύγχρονη ἐποχή. Συνέστησε δέ, σωφροσύνη τῶν γονέων, προσευχή καί παιδαγωγία τῶν τέκνων κατά Θεόν, ὃπως καί ἐργασία τῶν ἐκπαιδευτικῶν καί ὃλων, ὣστε νά γίνῃ πράξις, τό: «Ἡ παιδεία μετάληψις ἁγιότητος ἐστί».
Τόσον στόν Ἑσπερινό, ὃσο καί στήν Θεία Λειτουργία, ὁ Σεβασμιώτατος ἀνεφέρθη στούς πλημμυροπαθεῖς ἀδελφούς μας τῆς Θεσσαλίας καί τῶν ἂλλων περιοχῶν καί ἐκάλεσε εἰς προσευχήν καί μετάνοιαν, ὣστε Κύριος ὁ Θεός νά διαφυλάττῃ τήν Πατρίδα μας καί τόν κόσμο, «ἀπό ὀργῆς, λιμοῦ, λοιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου καί αἰφνιδίου θανάτου…» καί ἐσημείωσε ὂτι εἲμεθα ἓτοιμοι γιά παροχή οἱασδήποτε βοηθείας πρός τούς ἐμπεριστάτους ἀδελφούς μας. Ὁ Σεβασμιώτατος ἐπεκοινώνησε μέ τούς Ἀρχιερεῖς τῶν πληγεισῶν περιοχῶν καί ἐξεδήλωσε τήν ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον τόσον τοῦ ἰδίου, ὃσον καί τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τοῦ Πατραϊκοῦ Λαοῦ πρός τούς πληγέντας ἀπό τίς πλημμύρες ἀδελφούς μας.
Ἐπίσης ἀνεφέρθη στό φρικτό τέλος τοῦ ἀδελφοῦ μας Ἀντωνίου, στό Λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ, ἐδεήθη γιά τήν ἀνάπαυσή του καί κατεδίκασε τήν ἀποτρόπαιη καί ἀπάνθρωπη πράξη πού ὁδήγησε τόν ἂνθρωπο αὐτό στόν θάνατο.
Τό ἀπόγευμα ἐτελέσθη ὁ Μεθέορτος Ἑσπερινός καί ἡ Ἱερά Παράκλησις πρός τήν Παναγία χοροστατοῦντος τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Κερνίτσης κ. Χρυσάνθου, ὁ ὁποῖος ἐκήρυξε τόν θεῖο λόγο.