Διαβάζοντας ένα κείμενο, του οποίου συντάκτης είναι ο αρχιμανδρίτης π. Νικόδημος Σκλέπας, ως προς τις θέσεις τις οποίες εκφράζει, θα θέλαμε να αντιπαραθέσουμε τα κάτωθι.
Αναφέρει ο πατήρ, ότι το Μεγάλο Σάββατο δεν τελείται καμία Θεία Λειτουργία, καθώς αυτή είναι συνδεδεμένη με τον Εσπερινό της Αναστάσεως.
Η Θεία Λειτουργία, ωστόσο, αποτελεί ανεξάρτητο τμήμα της λατρείας, έστω και εάν έχει επικρατήσει να προηγείται κάποια από τις ακολουθίες του νυχθημέρου, όπως ο όρθρος, η α’ ώρα, ή ο εσπερινός, όπως στην περίπτωση του Μεγάλου Σαββάτου. Στην πραγματικότητα δεν είναι απαραίτητο μετά την τέλεση κάποιας εκ των ανωτέρω ακολουθιών να ακολουθήσει η Θεία Λειτουργία. Αυτό το βλέπουμε για παράδειγμα στις Ιερές μας Μονές, που λόγω της έλλειψης ιερέων, η αδελφότητα τελεί μόνο τις ακολουθίες.
Με τον εσπερινό μπαίνουμε λειτουργικά στην επόμενη ημέρα, μα όχι ημερολογιακά. Αυτή η διάκριση είναι ξεκάθαρη, άλλωστε, και στο θέμα της νηστείας. Όταν επί παραδείγματι τελεστεί ο εσπερινός της Τετάρτης δεν σημαίνει ότι λήγει και η νηστεία της ημέρας, ούτε όταν τελεστεί ο εσπερινός της Πέμπτης, ξεκινά η νηστεία της επομένης. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση του Μεγάλου Σαββάτου. Αφού τελεστεί ο Εσπερινός της Αναστάσεως, δεν σημαίνει ότι πλέον έχουμε κατάλυση εις πάντα!
Υπάρχει διαφορά, λοιπόν, στην αλλαγή λειτουργικά της ημέρας, όπου ισχύει η εβραϊκή παράδοση (η ημέρα οριζόταν από τις φυλακές) και στην ημερολογιακή αλλαγή, σύμφωνα με την οποία συμβαδίζει και η νηστεία (12.00πμ-12.00πμ). Ανεξαρτήτως, των ακολουθιών του νυχθημέρου, η Θεία Λειτουργία τελείται άπαξ κάθε μέρα (το λόγο θα τον δούμε πιο κάτω).
Στην συνέχεια, ο σεβαστός αρχιμανδρίτης αναφέρει, ότι όχι απλά είναι δυνατόν αλλά και υποχρεωτικό ο ιερέας να τελέσει δύο Θείες Λειτουργίες την ίδια μέρα (!), στις μεγάλες μάλιστα γιορτές, όπως Χριστουγέννων, Θεοφανείων και Πάσχα, για να κοινωνήσουν οι πιστοί δυο φόρες. Το ότι η Θεία Λειτουργία είναι ανεξάρτητη και δεν δεσμεύεται από τις προηγηθείσες ακολουθίες το αναφέραμε εκτενώς.
Κάθε Θεία Λειτουργία δεν φορτίζεται από το περιεχόμενο της εορτής, το οποίο κάνει, για παράδειγμα, την Θεία Λειτουργία του Πάσχα πιο μεγάλη (!) από αυτήν της Κυριακής, όπου και τότε την Ανάσταση γιορτάζουμε. Δηλαδή, ο Χριστός που μεταλαμβάνουμε το Πάσχα είναι σπουδαιότερος από τον Χριστό που μεταλαμβάνουμε των Βαΐων ή σε οποιαδήποτε άλλη Θεία Λειτουργία; Αυτό είναι άτοπο. Για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, σε κάθε Θεία Λειτουργία, θεολογικά, τα πάντα είναι παρόντα. Όλα τα γεγονότα του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, η Γέννηση, η Σταύρωση, η Ανάσταση, η Ανάληψη, η Πεντηκοστή, τα έσχατα, τα πάντα, γιορτάζουμε και μνημονεύουμε τα πάντα, κάθε φορά που τελείται το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας!
Ασφαλώς, έχουμε την χαρά της Αναστάσεως κατά την εορτή του Πάσχα, αλλά την ίδια χαρά θα έπρεπε να έχουμε και στην Λειτουργία της Μ. Πέμπτης, όπως και σε κάθε Θεία Λειτουργία. Η Θεία Λειτουργία είναι ανάμνηση της μίας θυσίας του Χριστού, αυτό δεν αλλάζει! Δεν γνωρίζουμε πόθεν συμπεραίνει ο πατήρ Νικόδημος, ότι δύναται ο ιερέας να τελέσει δύο Θείες Λειτουργίες την ίδια ημέρα.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, εν τούτοις, αναφερόμενος στο εν λόγω θέμα, λέγει το εξής: «Διά να μη διπλασιάζηται ο μοναδικός θάνατος του Χριστού, εδιώρισε και η εν Αντισιοδώρω τη πόλει τοπική σύνοδος επί Ηρακλείου κατά το χιγ΄ έτος συναχθείσα· Να μη γίνωνται δύω λειτουργίαι εν μια ημέρα εις μίαν και την αυτήν τράπεζαν […] όπερ παραβαίνουσιν οι παπισταί. Αλλά και οι ημέτεροι ιερείς, οι δύω φοραίς λειτουργούντες, τάχα διά παρρησίαν, βαρέως αμαρτάνουν, και ας παύσουν εις το εξής το άτοπον τούτο».[1]
Κάθε φορά που μεταλαμβάνει ο πιστός, είτε μεγάλη μερίδα μαργαρίτη, είτε μικρότερη, μεταλαμβάνει ολόκληρο το Σώμα του Χριστού. Δεν καταλαβαίνουμε, λοιπόν, το λόγο γιατί αυτό να γίνει δύο φόρες την ίδια ημέρα. Ακόμη και αυτή την μια φορά που προσερχόμαστε αναξίως, οι μεν λαϊκοί για να μεταλάβουμε, οι δε κληρικοί για να τελέσουν τη Θεία Λειτουργία και να μεταλάβουν κι αυτοί, πρέπει να γίνεται κατόπιν συντριβής και προετοιμασίας, συναισθανόμενοι την αναξιότητα μας, μα συνάμα προσβλέποντας στο έλεος του Θεού, ότι τελικά το Πανάχραντο Σώμα Του και το Τίμιο Αίμα Του, δεν θα ενεργήσει μέσα μας εις κρίμα και κατάκριμα, αλλά εις ίασιν ψυχής τε και σώματος. Ποιος ιερεύς θεωρεί τόσο άξιο τον εαυτό Του, να γονατίσει μπροστά στην Αγία Τράπεζα, να παρακαλέσει το Άγιο Πνεύμα να κατέλθει και δια των χειρών του να μεταβάλει τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα, και μάλιστα να τελέσει αυτή την αναίμακτο θυσία δυο φορές την ίδια ημέρα; Ή ποιος λαϊκός θεωρεί τόσο άξιο τον εαυτό του να μεταλάβει δυο φορές των Αχράντων Μυστηρίων;
Ένας εκ των παλαιών θεολόγων, ο Νικόλαος Δαμαλάς αναφέρει «Διά το αντίτυπον είναι την ιερουργίαν [επειδή η ιερουργία είναι αντίτυπο], της άπαξ επί συντελεία των αιώνων τελεσθείσης θυσίας του Κυρίου (Εβρ. 10,12-14) [της μίας και μοναδικής θυσίας του Χριστού], εκανόνισεν η εκκλησία όπως, ‘’εν μία και τη αυτή ημέρα τω τύπω τούτο του νυν αιώνος μία και μόνη επί της αυτής αγίας τραπέζης ιερουργία τελείται και εν Κυριακόν δείπνον επιτελείται, όπως και εν κοινόν δείπνον καθ’ εκάστην λαμβάνομεν’’ (η εν Αντισιοδώρω τοπική σύνοδος επί Ηρακλείου 613 μ.Χ. εν 10 καν). Τούτο δε μέχρι της σήμερον απαρεγκλίτως τηρεί η [Ορθόδοξη] καθολική εκκλησία, οι δε λατίνοι παρανομούσι διδάσκοντες ότι, και πολλάκις της ημέρας δύναται να γίνη το τοιούτο …[2].
Ο δε, καθηγητής Κανονικού δικαίου, Παναγιώτης Μπούμης γράφει «Στην Αγία Τράπεζα μόνο μία Θεία Λειτουργία επιτρέπεται να τελεσθεί την ίδια ημέρα, για να μη διπλασιάζεται ο ένας και μοναδικός θάνατος του Ιησού Χριστού. Εάν υπάρξει ανάγκη να τελεσθούν δύο Θ. Λειτουργίες, η δεύτερη τελείται σ’ άλλη Αγία Τράπεζα, εφ’ όσον ο ναός είναι δισυπόστατος ή τρισυπόστατος, ή αλλιώς προστίθεται ειδική καθαρή τράπεζα και θέτουμε επάνω σ’ αυτήν καθιερωμένο αντιμήνσιο»[3].Και συμπληρώνει στις προϋποθέσεις κανονικής τελέσεως της Θ. Ευχαριστίας:«Ο λειτουργός δεν πρέπει να έχει τελέσει προηγουμένως άλλη Θ. Λειτουργία κατά την ίδια ημέρα»[4]. Ένας ο θύτης πάτερ Νικόδημε, μία η θυσία!
Ο αρχιμανδρίτης π. Νικόδημος ταυτίζει, ωστόσο, τις ακολουθίες των ημερών με την Θεία Λειτουργία, που όπως αναφέραμε παραπάνω δεν θα έπρεπε. Με το σκεπτικό που εκφράζει την άποψη του, το λειτουργικό τυπικό ολοκλήρου του ενιαυτού είναι λανθασμένο. Γιατί για παράδειγμα να γιορτάζουμε την Γέννηση τον Δεκέμβριο, αφού αυτή έγινε την άνοιξη; Δεν βρίσκεται εκεί, ωστόσο, η θεολογική αστάθεια. Το θέμα που έχει προκύψει με την ακολουθία της Αναστάσεως δεν είναι αυτό. Ασφαλώς δεν είμαστε τυπολάτρες, ούτε περιμένουμε με ένα ρολόι στο χέρι, σαν τα πάντα να εξαρτώνται από τους δείκτες, γι’ αυτό και δεν είναι το πρόβλημα το πότε θα ακουστεί το «Χριστός Ανέστη».
Η χαρά της Αναστάσεως βρίσκει την ολοκλήρωση της επάνω στην Αγία Τράπεζα. Η χαρά της Αναστάσεως είναι το ίδιο το αναστημένο Σώμα του Χριστού, που όχι απλά ξέρουμε ότι ηγέρθη εκ των νεκρών, αλλά ενωνόμαστε μαζί Του, με το να το μεταλαμβάνουμε (τρώμε)! Αυτό δεν μπορεί να γίνει το Μέγα Σάββατο, λοιπόν. «Τριήμερος ανέστη Χριστός»! Εδώ τίθεται το ζήτημα, το οποίο και εξηγήσαμε. Η οικονομία, επομένως, δεν εφαρμόζεται αδιάκριτα. Όσο και αν δεν φαίνεται σε κάποιους και το θεωρούν μικρής αξίας, είναι ένα θέμα θεολογικό. Οικονομούμε το θέμα της Ανάστασης των νεκρών για χάρη της θεραπείας από έναν ιό! Συγχωρέστε με, αλλά αυτός και αν είναι παραλογισμός! Δεν υπάρχει σύγκριση, τίποτε δεν μπαίνει πάνω από την Ανάσταση!!!
Παναγιώτης Β. Σελίμος – Θεολόγος
Υπ. ΜΔΕ Δογματικής Θεολογίας
[1] Βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003 (ανατ. έκδ. 1864), σελ. 90β (Σχόλιο αριθ. (1) στην Ερμηνεία του ΞΗ΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων).
[2] Δαμαλάς Νικόλαος, «Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην – Το κατά Ιωάνννην Ευαγγέλιον», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2010 (ανατύπωση), σελ. 344.
[3] Μπούμης Ι. Παναγιώτης, «Κανονικόν Δίκαιον», έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 210.
[4]Μπούμης Ι. Παναγιώτης, «Κανονικόν Δίκαιον», ό.π., σελ. 118.