Τούτες τις άγιες και κατανυκτικές ημέρες που διανύουμε, η τρομακτική έλλειψη καλλίφωνων και ικανών ιεροψαλτών γίνεται ακόμα πιο κραυγαλέα. Οχι βέβαια ότι δεν είναι τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου, αλλά αυτή ιδιαίτερα την Εβδομάδα, η οποία είναι πραγματικά Μεγάλη, το θέμα φτάνει στα όρια της απόγνωσης. Αυτή η εβδομάδα είναι γεμάτη από μεγάλα και ιερά γεγονότα τα οποία τα εκφράζει η Εκκλησία, δηλαδή το Λαϊκό Σώμα, με την υμνολογία, τη μουσική, το μέλος, την ψαλτική τέχνη, η οποία είναι οι χτύποι της ανθρώπινης καρδιάς της Εκκλησίας για τη δοξολογία του Θεού. Αυτά τα θαυμάσια τροπάρια, τα μοναδικά και αμίμητα αριστουργήματα ποίησης, λυρισμού, φιλοσοφικότητας, θεολογίας, διατύπωσης, έκφρασης, πρέπει αποδοθούν με έξοχη μουσικότητα, με ευλάβεια και ακρίβεια των μηνυμάτων και νοημάτων τους. Θα το επαναλάβω για μία ακόμα φορά πως ναι μόνο στην ελληνική γλώσσα μπορούν να αποδοθούν σωστά και κατανυκτικά, από ανθρώπους που γνωρίζουν να ψάλλουν και κατανοούν τη σημαντική των ψαλλομένων, δηλαδή από καταρτισμένους, καλλίφωνους και ικανούς ιεροψάλτες.
Δυστυχώς και αυτό το θέμα λιμνάζει όπως άλλωστε κι όλα τα μεγάλα και σοβαρά θέματα του εκκλησιαστικού μας βίου. Οι υπεύθυνοι ασχολούνται εν πολλοίς με διαμάχες και υποκριτικές εμφανίσεις. Για επαιτείες, κοινώς ζητιανιές, για όλο και περισσότερα χρήματα από τις κοινότητες για τον μύθο των λεγόμενων διακονιών, ενώ τα ερείπια του εκκλησιαστικού μας βίου βοούν.
Βέβαια η έλλειψη ικανών ιεροψαλτών δεν είναι τωρινό πρόβλημα. Ούτε δημιουργήθηκε κατά την εικοσαετή Αρχιεπισκοπία του σημερινού Αρχιεπισκόπου, κάθε άλλο, αλλά προέρχεται από το παρελθόν. Το ερώτημα αν έγινε κάτι και τι όλα αυτά τα είκοσι χρόνια για να αντιμετωπιστεί είναι μια άλλη συζήτηση.
Ομολογείται πανταχόθεν πως εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, η κατάσταση με τον πολύ σπουδαίο θεσμό του ιεροψάλτη είναι εξόχως παρακμιακή δυστυχώς στο χώρο μας. Είναι άλλο πράγμα να αποδοθεί το καταπληκτικό τροπάρι της Κασσιανής από κάποιον καταρτισμένο και καλλίφωνο ιεροψάλτη συνοδεία σωστού ισοκρατήματος, κι άλλο πράγμα να ακούει κανείς κάποιους προχωρημένης ηλικίας πρακτικούς κακότεχνους και κακόφωνους να το «δολοφονούν» εν ψυχρώ. Και το ακόμα χειρότερο, να πέφτει θύμα «βιασμού» γλωσσικού, μουσικού, φωνητικού, από κάποιες από τις γνωστές χορωδίες με τα όργανα, τα αρμόνια και τις τσιρίδες που σε κάνουν να ανατριχιάζεις. Αλήθεια πώς να γαληνέψουν, πώς να προσευχηθούν, πώς να φτάσουν σε κατάνυξη οι πιστοί όταν ακούν άναρθρες κραυγές αντί υμνωδίας, όπως συμβαίνει σε πολλές κοινότητες της Νέας Αγγλίας που συμβαίνει να γνωρίζω από πρώτο χέρι; Παρατηρείται μάλιστα και το φαινόμενο τον τελευταίο καιρό κάποιες παπαδιές και κάποιες της φιλοπτώχου να σκαρφαλώνουν στα αναλόγια και να «ψέλνουν» και σου έρχεται να πάρεις τα βουνά. Ηδη σε μερικές κοινότητες διαβάζουν τους ύμνους στην αγγλική γλώσσα.
Οσο σπουδαίος είναι ο ρόλος και η κατάρτιση ενός ιερέα για τη λατρεία της Εκκλησίας, εξίσου σπουδαίος είναι και ο ρόλος ενός καλού ιεροψάλτη. Πολλά μπορούν να γίνουν με ξεκίνημα από τη Σχολή και επέκταση στις τοπικές περιφέρειες. Αλλά εδώ που τα λέμε για ποια Σχολή μιλούμε; Αυτή είναι η πρώτη που έχει ανάγκη και από αυτό το θέμα.
Πέρασαν και περνούν τα χρόνια και τίποτε δεν γίνεται για μια Λειτουργική αναγέννηση της Εκκλησίας. Οι κοινότητες μαραζώνουν κάθε μέρα, οι ναοί αδειάζουν συνεχώς. Ο κόσμος δεν αντέχει άλλο την υποκρισία και τη διαρκή επαιτεία των επαγγελματιών του εκκλησιαστικού μας βίου με τον «μύθο» των διακονιών να αφαιμάσσει οικονομικά τους πιστούς. Η γενιά η δική μας βρίσκεται στην τελική της πορεία. Το ερώτημα είναι τι είδους Εκκλησία αφήνουμε πίσω μας; Τι είδους Μεγαλοβδομάδα θα γίνεται σε μερικά χρόνια χωρίς ιεροψάλτες; Νοιάζεται άραγε κανείς; Ας ελπίσουμε ο καινούργιος Αρχιεπίσκοπος θα θελήσει να ασχοληθεί και με αυτό το θέμα. Βέβαια θα πρέπει να είναι έτοιμος να βρεθεί μέσα σε έρεβος ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Αυτή είναι η ωμή αλήθεια.