Το βράδυ της 26ης Μαρτίου, ομάδα εβραίων εξτρεμιστών μαζί με μέλη της οργάνωσης “Ateret Cohanim” εισέβαλαν στο ξενοδοχείο “Μικρή Πέτρα”, ένα μέρος όπου διαχρονικά διαμένουν και “προσεύχονται” χριστιανοί προσκυνητές – όπως και σε ένα τοπικό κατάστημα αλλαγής συναλλάγματος που ανήκουν στο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων και ενοικιαζόταν από τον Ιεροσολυμήτη Χασάν Σαΐντ, στο όριο της παλιάς πόλης που ανήκει στους Άραβες και σε μία χρονική στιγμή η οποία συμπίπτει με την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, Μπλίνκεν, στην περιοχή.
Σύμφωνα με το Πατριαρχείο, η αστυνομία της Ιερουσαλήμ δε θέλει να εμπλακεί στο θέμα και την καλεί να κάνει έξωση στην οργάνωση “Ateret Cohanim” και να επαναφέρει την κατάσταση όπως ήταν πριν.
«Όσοι προέβησαν στις πράξεις αυτές δεν είχαν χαρτί έξωσης και έτσι πήραν τον νόμο στα χέρια τους, διαπράττοντας μια πράξη εγκληματική. Υπάρχουν αναφορές ότι οι αστυνομικές Αρχές έχουν συνειδητά υπερασπιστεί την εξτρεμιστική ομάδα ή έκλεισαν τα μάτια στις παράνομες πράξεις της που έλαβαν χώρα στο ξενοδοχείο της “Μικρής Πέτρας”», υπογραμμίζει στην ανακοίνωσή του το Πατριαρχείο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το θέμα αναμένεται να φέρει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο επικεφαλής της Κ.Ο. των ευρωβουλευτών της Ν.Δ., Μανόλης Κ. Κεφαλογιάννης. Και δεδομένου ότι η κατάληψη μέχρι και σήμερα συνεχίζεται, ο κ. Κεφαλογιάννης θα επικοινωνήσει και με τον πρόεδρο του Κράτους του Ισραήλ, Ιτσχάκ Χέρτζογκ.
«Η πράξη αυτή είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς αφορά στις κοινωνικές σχέσεις στην περιοχή. Πράττοντας κατά τον παράνομα επιθετικό αυτό τρόπο ενάντια σε μια γνωστή χριστιανική περιουσία και μια αραβική επιχείρηση, με το Πάσχα και το Ραμαζάνι να ακολουθούν, πιθανώς να πυροδοτηθούν τοπικές έχθρες ανάλογες με εκείνες που καταγράφηκαν το τελευταίο έτος στην περιοχή Sheikh Jarrah», τονίζει στην επιστολή του το Πατριαρχείο και προσθέτει πως στην παράνομη αυτή πράξη, κάτοικοι, επιχειρηματίες και ιερείς απαιτούν οριστικές λύσεις.
Ο Πατριάρχης Θεόφιλος ΙΙΙ έχει συσκευθεί με το Συμβούλιο των Πατριαρχών και των Αρχηγών της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, παίρνοντας συμβουλές απ’ όλες τις πλευρές. Μάλιστα, η Εκκλησία κάνει ό,τι είναι δυνατό ώστε να σταματήσει τις πράξεις αυτές, να προστατεύσει τους ενοικιαστές και να βρει μια νόμιμη και ειρηνική λύση.
Παρ’ όλα αυτά, όπως επισημαίνει το Πατριαρχείο, υπάρχει τεράστια πίεση να γνωστοποιήσει τις πράξεις αυτές με έντονο τρόπο. Η Εκκλησία φοβάται ότι ορισμένες πράξεις θα μπορούσαν γρήγορα να κλιμακώσουν και να πυροδοτήσουν ένα σενάριο ταραχής στην Παλιά Πόλη.
«Λαμβάνοντας υπόψη ότι μιλάμε για μια παράνομη εισβολή, χωρίς νομική κάλυψη ή κάποια εν εξελίξει διαδικασία, ο Πατριάρχης και οι Ηγέτες της Εκκλησίας ζητούν από την αστυνομία της Ιερουσαλήμ να πράξει δίκαια και σύμφωνα με τη δύναμή της. Έχουν γίνει αναφορές ότι η Αστυνομία της Ιερουσαλήμ δε θέλει να εμπλακεί στο θέμα, αλλά να σταθεί αδρανής, πράγμα που δεν είναι το πρέπον απέναντι σε μια εγκληματική πράξη. Ο Πατριάρχης απαιτεί η αστυνομία να κάνει έξωση στην οργάνωση “Ateret Cohanim” και να επαναφέρει την κατάσταση όπως ήταν πριν την εισβολή, μέχρι να ολοκληρωθούν οι εν εξελίξει νομικές διαδικασίες», καταλήγει στην επιστολή του το Πατριαρχείο.