Ηθελημένα ή όχι, επειδή ίσως έτσι βολεύει κάποιους, γίνεται συχνά το μπέρδεμα του όλοι είμαστε ί σ ο ι με το όλοι είμαστε ί δ ι ο ι.
Ίσοι ναι! το ορίζει ως γνωστόν και το Σύνταγμά μας:
(‘Αρθρο 4: Ισότητα των Ελλήνων:
1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
2. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.. . )
αλλά προς Θεού επ’ ουδενί δεν είμαστε και όλοι ίδιοι. Άλλοι είναι ψηλοί κι άλλοι κοντοί, άλλοι εμφανίσιμοι και άλλοι όχι τόσο, κάποιοι ευφυέστεροι κάποιων άλλων όπως και ικανότεροι, πιο ταλαντούχοι, συμπαθέστεροι, ευγενέστεροι, και χίλιες μύριες άλλες διαφορές που χαρακτηρίζουν και ξεχωρίζουν άνθρωπο από άνθρωπο. Εκτός από τα εκ γενετής γνωρίσματα του χαρακτήρα , υπάρχουν και τα επίκτητα με τα οποία μπορεί κάποιος να «ντύσει» την προσωπικότητά του, είναι όμως παγκοίνως δεκτό πως στην περιγραφή του χαρακτήρα ενός ατόμου δεν χωράει το υποκειμενικό, δηλαδή το γνωστό … « έτσι είναι κατά την γνώμη σου ή κατά την άποψή σου» . Στον τομέα της εμφάνισης κάποιος υποκειμενισμός χωράει αλλά στον χαρακτήρα όχι.
Αφήνουμε λοιπόν στην άκρη την εμφάνιση και πάμε στον χαρακτήρα.
Ο δύστροπος, ο κακός, ο συμφεροντολόγος, ο ιδιοτελής , ο μικροπρεπής, η αγενής, ο ρουφιάνος, ο αγνώμων, κουτοπόνηρος, άνανδρος, μουλωχτός ,συνωμότης κλπ, κλπ, είναι έτσι και είναι έτσι όχι μόνον προς τους άλλους αλλά μέχρι και στον καθρέφτη του δημιουργεί αλγεινή εντύπωση. Δεν ψάχνουμε αν φταίει ή όχι που γεννήθηκε έτσι ή αν κάποια γεγονότα ή οι συνθήκες της ζωής του τον έκανα έτσι. Αυτά, αν υπάρχουνε μπορεί να αποτελούνε κάποια ελαφρυντικά για το χάλι του αλλά το χάλι του υπάρχει και είναι οφθαλμοφανές από τα πρώτα λεπτά της εμφάνισης και της «δράσης» του. Χωρίς να καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια γίνεται αμέσως αντιπαθής, κρίνεται από τους υπόλοιπους ως ανεπιθύμητος , δεν βρίσκει «συμμαχίες» και γρήγορα απομονώνεται και αποξενώνεται σαν τη τρίχα από το ζυμάρι. Αυτά για τον αρνητικό τύπο, τον τοξικό και από χέρι αποτυχημένο στη ζωή τουλάχιστον σε ότι έχει να κάνει με συνύπαρξη σε σύνολα ανθρώπων, σε ομαδική – συλλογική εργασία κλπ.
Εντελώς στην αντίπερα όχθη, ο θετικός τύπος ανθρώπου, ο εκ φύσεως ευχάριστος, ευγενής, δοτικός, αξιοπρεπής, καλοπροαίρετος κλπ, κλπ, ο οποίος επίσης χωρίς να καταβάλει κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια γίνεται αμέσως συμπαθής και αποδεκτός σε όποιο χώρο ή περιβάλλον κι αν βρεθεί, οι περισσότεροι επιθυμούν την συναναστροφή και την συνεργασία μαζί του, η δε παρουσία του και μόνον αποτελεί εγγύηση ηρεμίας και προϋπόθεση αρμονικής δημιουργίας σε οποιοδήποτε ομαδικό σχήμα βρεθεί.
Κι εδώ έρχεται η μεγάλη «παγίδα» Το μπέρδεμα που σημείωσα στον πρόλογο. Οι στην κυριολεξία τ ί π ο τ α λοιπόν κατά πάγια τακτική τους έρποντας και ζητιανεύοντας προσπαθούν να παρεισφρήσουν ανάμεσα στους ά ξ ι ο υ ς έχοντας ως απώτερο σκοπό τους αφού τρυπώσουν κάπου με πουστιές και αλχημείες να «καταργήσουν» ανθρώπους νόμους και τάξη ώστε δια της τακτικής του διαίρει και βασίλευε μπας και καταφέρουν να αναρριχηθούν οι ίδιοι σε θέσεις και αξιώματα που γνωρίζουν όμως πολύ καλά ότι ούτε κατά διάνοια φθάνει το ατροφικό και ελλειμματικό «ανάστημα» τους μα ούτε οι γνώσεις τους και οι ικανότητές τους επαρκούν. Αυτοί λοιπόν και γι αυτούς τους λόγους εφεύραν, επεξεργάστηκα και σχεδόν «επέβαλαν» στην σύγχρονη κοινωνία τον όρο «ρατσισμός» . Πού είδατε ρε αξιοθρήνητοι τον ρατσισμό και ποιός είναι τελικά ο ρατσιστής? Ποιός και πότε ασχολήθηκε μαζί σας ρε ανύπαρκτοι? Σας ενοχλεί η εκ των πραγμάτων περιθωριοποίηση και κατάργησή σας στο κοινωνικό γίγνεσθαι και αφού δεν σας βγήκε το παραμύθι με την ισότητα και την «ομοιότητα» το γυρίσατε στον δήθεν ρατσισμό? Ναι είμαστε ίσοι , όλοι οι πολίτες ενώπιον του νόμου έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις αλλά ίδιοι δεν υπήρξαν ποτέ. Διαφέρετε και μάλιστα πάρα πολύ από τους, κατά την γνώμη σας, «ρατσιστές» επειδή . . . δεν σας παίζουν, οι οποίοι όμως σέβονται την διαφορετικότητά σας απλά πώς να το κάνουμε, καθείς εφ’ ω ετάχθη.
Κλείνοντας το σημερινό Κυριακάτικο πεζολόγημά μου θα δανειστώ για επίλογο μια σχετική φράση – προφητεία:
«Η ανοχή θα φτάσει σε τέτοιο επίπεδο ώστε ο ευφυής θα απαγορεύεται να σκέπτεται επειδή ταπεινώνει τα αισθήματα του βλάκα . . .»
Είναι λόγια του Μιχαήλ Μπουλγκάκωφ ενός από τους σημαντικότερους δραματουργούς της Ρωσίας ( της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης) Το έργο του διακρίνεται για την καυστική του σάτιρα και το διεισδυτικό του χιούμορ, όμως τα βιβλία και τα θεατρικά έργα του δεν δημοσιεύτηκαν στη χώρα του όσο ζούσε αφού «αναγνωρίστηκε» εκεί μονό μετά τον θάνατο του.
Γιώργος Ψαρέλης
Ιδρυτής και δημιουργός
του «Εμμέτρως πλην σαφώς»