Την έναρξη των εργασιών της 10ης Συνάντησης Διαλόγου που συγκάλεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και συνδιοργανώνει με τη Διεθνή Ιουδαϊκή Επιτροπή για τις Διαθρησκειακές Διασκέψεις, στην Αγία Πόλη των Ιεροσολύμων, κήρυξε σήμερα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Οπως αναφέρει ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η 10η Συνάντηση πραγματοποιείται με αφορμή τα 40 χρόνια διαλόγου ανάμεσα στην Ορθοδοξία και τον Ιουδαϊσμό και έχει ως θέμα, «Η σημασία των Ιεροσολύμων στην παράδοση των δύο θρησκειών».
Στην ομιλία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης επισήμανε ότι η Ιερουσαλήμ «ήταν, είναι, και θα είναι πάντα περισσότερο από μια πόλη. Είναι ένας τόπος αποκάλυψης, ευλογίας και έμπνευσης. Ο Θεός επέλεξε αυτήν την ευλογημένη πόλη».
«Επειδή η Ιερουσαλήμ», σημείωσε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Οικουμενικός Πατριάρχης, «είναι ο τόπος της θείας αποκάλυψης, ένας τόπος που κάθε μέρα πνευματικά μαρτυρεί το μυστήριο του Χριστού, οι Χριστιανοί συνδέονται με αυτή την περιοχή και ειδικά με το Ναό της Αναστάσεως. Ο Πανάγιος Τάφος μας καλεί να αποβάλουμε έναν φόβο που ίσως είναι ο πιο διαδεδομένος στην σύγχρονη εποχή μας: είναι ο φόβος του άλλου, ο φόβος του διαφορετικού, ο φόβος των υποστηρικτών άλλων πίστεων, άλλων θρησκειών ή άλλων ομολογιών. Αντιμέτωποι με αυτές τις συνθήκες, το μήνυμα αυτού του ιερού τόπου είναι επείγον και σαφές: αγαπήστε τον άλλο, τον διαφορετικό, τους πιστούς των άλλων θρησκειών και ομολογιών. Αγαπήστε τους ως αδελφούς και αδελφές σας. Το μίσος οδηγεί στο θάνατο, ενώ η αγάπη «απορρίπτει τον φόβο» (1 Ιωάννου 4:18) και οδηγεί στη ζωή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλοι πρέπει να σέβονται και να αγαπούν τα Πανάγια προσκυνήματα αυτής της Αγίας Πόλης ως κληρονομιά των προγόνων μας στην ανθρωπότητα. Θα θέλαμε, επίσης, να αναγνωρίσουμε σήμερα την κρίσιμη αποστολή των τριών μεγαλύτερων Χριστιανικών ομολογιών, προστατών του Παναγίου Τάφου, καθώς και την ειλικρινή και γόνιμη συνεργασία τους».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε στη σημασία του ακαδημαϊκού διαλόγου που διεξάγεται τα τελευταία 40 χρόνια ανάμεσα στην Ορθοδοξία και τον Ιουδαϊσμό και ο οποίος συνέβαλε στον αμοιβαίο σεβασμό και την αλληλοκατανόηση.
«Ο διάλογος μας αποκτά πρόσθετη σημασία σε έναν κόσμο στον οποίο οι αδελφοί και οι αδελφές μας, αντί να αναγνωρίζονται ως η κορυφή της Δημιουργίας, βιώνουν το απάνθρωπο στίγμα των διακρίσεων, της περιθωριοποίησης και της απομόνωσης. Σε τέτοιους καιρούς, όπως λέει ο Ψαλμός, ο Θεός μας διατάζει να άρουμε τις πύλες της Ιερουσαλήμ της καρδιάς μας και να επιτρέψουμε στον «Βασιλιά της Δόξης» να εισέλθει εκεί. Όταν αποτυγχάνουμε να δούμε την εικόνα του Θεού στον πλησίον μας, αμαυρώνουμε την εικόνα που ο Θεός μας κληροδότησε […] Συναντώμεθα στην Ιερουσαλήμ, ώστε να φέρουμε την Ιερουσαλήμ στον κόσμο και να καταδείξουμε ότι η ανθρωπότητα έγινε πράγματι κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού και ότι κάθε πράξη βίας, κάθε πράξη μισαλλοδοξίας, κάθε πράξη αδικίας, δεν είναι απλώς μία προσβολή στην ανθρωπότητα, αλλά μια αμαρτία ενάντια στον Δημιουργό μας. Αντίθετα, αυτό το συνέδριο καταδεικνύει ότι οι αρχαίες και σεβαστές θρησκείες μας, που έχουν τις ρίζες τους στη γη αυτής της πόλης, έχουν δεσμευτεί σε έναν διάλογο αγάπης, ελέους και δικαιοσύνης, που όλα αυτά αποτελούν ιδιότητες του ζώντος Θεού, ενώπιον του οποίου ελπίζουμε να σταθούμε. Για εμάς, σήμερα, ο διάλογος και η συνάντηση είναι το πραγματικό πνεύμα της Ιερουσαλήμ».
Κατά την έναρξη των εργασιών της διαθρησκειακής συναντήσεως τους συνέδρους υποδέχθηκε, με σύντομο χαιρετισμό του, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος. Επίσης χαιρετισμούς απηύθυναν ο Ραβίνος Daniel Polish, επί κεφαλής της Διεθνούς Ιουδαϊκής Επιτροπής για τις Διαθρησκειακές Διασκέψεις, καθώς και εκπρόσωποι των υπουργείων Εξωτερικών του Ισραήλ και της Ελλάδος.
Νωρίτερα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος συνοδεύεται από τους Μητροπολίτες Γαλλίας Εμμανουήλ και Σουηδίας Κλεόπα και τον Αρχιμ. Αγαθάγγελο Σίσκο, Βιβλιοφύλακα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, επισκέφθηκε το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων όπου τον υποδέχθηκαν ο Πατριάρχης Θεόφιλος και η Αγιοταφιτική Αδελφότητα.
Στη συνέχεια μετέβη, συνοδευόμενος από τον Προκαθήμενο της Σιωνίτιδος Εκκλησιας, στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως όπου προσκύνησε στον Πανάγιο Τάφο του Αναστάντος Χριστού.