Η Ιστορία των εθνών, που στην ουσία είναι η Ιστορία της δημιουργικότητας των κοινωνιών τους, είναι έμπλεη παραδειγμάτων που επιβεβαιώνουν ότι η πρόοδος δεν μπορεί να ειδωθεί, πόσο μάλλον να δρομολογηθεί, χωρίς την καθοδήγηση εμπνευσμένων ηγετών.
Προσωπικοτήτων δηλαδή η βαριά σκιά των οποίων υπερβαίνει την εποχή και τη συγκυρία, κοιτάζει στο παρελθόν για να διδαχθεί και ανοίγει δρόμους για ένα μέλλον που ενδεχομένως δεν αφορά τους ίδιους.
Του Μάνου Οικονομίδη
Από Ysterografa.gr
Τέτοιες προσωπικότητες, εκκινούν από την άνεση να εμπνέουν αλλά και να εμπνέονται από την κοινωνία στην οποία απευθύνονται.
Να βλέπουν δηλαδή πίσω από τις αναπόφευκτες και εύλογες αδυναμίες ενός λαού, τα στοιχεία πάνω στα οποία μπορούν να πατήσουν για μια εθνική επανεκκίνηση. Μια φυγή προς το μέλλον που δεν θα συνιστά φυσικά άλμα στο κενό.
Τέτοια προσωπικότητα ήταν ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, που “εκοιμήθη”, σαν σήμερα στις 28 Ιανουαρίου του 2008.
Λίγο πριν η Ελλάδα αρχίσει να… βρέχεται από την κρίση, δηλαδή στο μεταίχμιο της μεγάλης αλλαγής (προς το χειρότερο) για την καθημερινότητα των πολιτών, αλλά και τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό, ο οποίος έχασε την αυτοπεποίθηση και την αυτοτέλειά του.
Για τον Χριστόδουλο, μια εξαιρετικά συγκρουσιακή προσωπικότητα, έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά.
Αρκετοί τον ταύτισαν με την λεγόμενη “Δεξιά του Κυρίου”, επιχειρώντας έτσι να τον βάλουν απέναντι από την (καθεστωτική και συστημική) Κεντροαριστερά.
Ο φανατισμός απέναντί του μάλιστα ήταν τόσο ακραία τυφλός, ώστε ακόμη και η είδηση του θανάτου του να αντιμετωπιστεί ως “χαρμόσυνο γεγονός”.
Για ένα έθνος σαν την Ελλάδα, έναν λαό σαν τους Έλληνες, με βαθιά συντηρητική (και όχι αναχρονιστική) προσέγγιση της ζωής τους, η Εκκλησία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στο εθνικό αφήγημα.
Μια Εκκλησία ωστόσο που οφείλει να είναι “ομιλούσα”, και με τον Χριστόδουλο κάτι τέτοιο είχε επιτευχθεί, ακόμη και στις υπερβολές του.
Μια Εκκλησία που κομπιάζει, σιγοψιθυρίζει, αρνείται να διαδραματίσει τον ιστορικό ρόλο της, είναι μια Εκκλησία η οποία μετατρέπεται σε… φιλανθρωπικό ίδρυμα.
Προς την εύλογη ικανοποίηση εκείνων που θεωρούν ότι μια Εκκλησία η οποία διατυπώνει τις θέσεις της για τις εξελίξεις… πολιτικολογεί.
Μια βαριά μυωπική προσέγγιση, που ανατρέπεται από την πολύ σύγχρονη εμπειρία των Ιεραρχών που συμπορεύνται με τις κοινωνίες τις οποίες οφείλουν να υπηρετούν, και με τη φωνή τους αναγκάζουν τους “επαγγελματίες” πολιτικούς να έρθουν πιο κοντά στις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων.
Αυτή η Εκκλησία λείπει σήμερα. Μια “ομιλούσα” Εκκλησία. Χωρίς τον Χριστόδουλο, η Ελλάδα “κόντυνε”. Και αυτό το παραδέχονται (έστω μέσα τους), ακόμη και εκείνοι που εξακολουθούν να πολεμούν τη μνήμη του.