Μπορεί να είχαν έρθει κυνηγημένοι στην Ελλάδα οι Πόντιοι, αλλά μόλις έφθασε, λίγα αργότερα και η εικόνα της Παναγίας της Σουμελά, πολλοί αισθάνθηκαν, όπως είπαν, ότι πλέον δεν απουσίαζε και ο Πόντος από την Ελλάδα, αφού αυθεντική έκφραση του τόπου ήταν αυτή η εικόνα.
Η θρησκευτική καταπίεση ήταν τόσο μεγάλη, κατά το διωγμό τους, ώστε πολλοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί Πόντιοι σύρθηκαν στον εξισλαμισμό.
Ένα μέρος από αυτούς, που δεν είχαν την αντοχή να παλεύουν καθημερινά ενάντια στο δυνάστη, αν και ήθελαν να κρατήσουν την ταυτότητά τους, τις παραδόσεις τους, έγιναν κρυπτοχριστιανοί.
Και δεν ήταν λίγοι αυτοί, αλλά ένας μεγάλος όγκος.
Και ήταν δραματικά δύσκολο να διατηρηθεί στα πέτρινα εκείνα χρόνια η ομολογία της πίστεως.
Οι Έλληνες Ορθόδοξοι Πόντιοι, που ζούσαν κάτω από τη βία των Τούρκων, ήταν μάρτυρες μόνο και μόνο, γιατί κατόρθωναν να αντέχουν θηριώδεις συνθήκες.
Αυτή την αντοχή γιγάντωνε η πίστη στο Θεό και στην Παναγία, αλλά και η αξία του Ελληνισμού.
Η εικόνα της Παναγίας, που σύμφωνα με την παράδοση αγιογραφήθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά τον 4ο αιώνα, παρέμεινε στη Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο για 1545 χρόνια! Από την ίδρυση της Μονής το 386 έως το 1931, που μεταφέρθηκε στην Ελλάδα.
Και θαυματουργεί αδιάκοπα. Ασθενείς θεραπεύονται, αλλά και στο θέμα της μητρότητας πλήθος άτεκνες μητέρες βρίσκουν λύση.
Το 1922, με την εκδίωξη όλων των μοναχών, από τη Μονή Σουμελά οι Τούρκοι άρπαξαν ότι πολύτιμο κειμήλιο βρήκαν.
Όμως η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά, που την ευλαβούνταν ακόμη και Μουσουλμάνοι, ο σταυρός με τα πολύτιμα πετράδια του Εμμανουήλ Κομνηνού και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του οσίου Χριστοφόρου, σώθηκαν.
Και αυτό, χάρις στην προνοητικότητα των δύο τελευταίων μοναχών Ιερεμίου και Αμβροσίου, που πρόλαβαν, πριν αναχωρήσουν, να τα θάψουν σε μια κρύπτη στο διπλανό Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας, προκειμένου να τα προστατεύσουν και να μη πέσουν σε χέρια άπιστα και βέβηλα.
Μετά από συμφωνία του Ισμέτ Ινονού με τον Ελεθέριο Βενιζέλο τον Οκτώβριο του 1931, ξεκίνησε η διαδικασία επιστροφής τους, που ολοκληρώθηκε το Νοέμβριο του ίδιου έτους.
Το πρόβλημα, που ήταν κρυμμένα, έλυσε ο γηραιότερος εν ζωή τότε ιεροµόναχος της Παναγίας Σουµελά, που μόναζε στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, ο Ιερεµίας Σουµελιώτης (Τσαρίδης), ο οποίος είχε διωχθεί σκληρά από τους Τούρκους, και ήταν ένας από τους δύο, που τα έκρυψαν.
Επειδή δεν μπορούσε ο ίδιος να μεταβεί εκεί, λόγω προβλημάτων υγείας, έδωσε γραπτά και προφορικά τις απαραίτητες πληροφορίες.
Έτσι ο νεότερος σε ηλικία αρχιµανδρίτης της Παναγίας Σουµελά, Αµβρόσιος Σουλιώτης, κατευθύνθηκε στα ερείπια του παρεκκλησίου της Αγίας Βαρβάρας, περίπου 10 χιλιόµετρα µακριά από το µοναστήρι της Παναγίας Σουµελά, ανακάλυψε τους θησαυρούς και τους μετέφερε στην Ελληνική Επικράτεια.
Τι να ένιωσε αλήθεια εκείνες τις στιγμές; Τα δάκρυα, που κύλησαν στα μάτια του, σίγουρα φανέρωναν τη βαθιά συγκίνησή του, αλλά και την αναπόληση αιώνων δόξας της Ελληνοορθοδοξίας.
Η εικόνα της Παναγίας ήταν χωρισµένη σε δύο κοµµάτια και κατεστραµµένη σε τέτοιο βαθµό, που όπως αναφέρεται «ουδέν ίχνος εκ της µορφής και του ενδύµατος των εικονιζοµένων προσώπων διακρίνεται, πλην των διαγραµµάτων της Θεοτόκου και του παιδιού Ιησού».
Η χρυσοποίκιλτη επένδυση, όμως, διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, και φέρει τις επιγραφές IC. XC. MP. ΘΥ. H COYMELHTHCA (Ιησού Χριστού Μήτηρ Θεού η Σουµελιώτισσα).
Στα πλαϊνά υπάρχουν επιπρόσθετα παραστάσεις των προφητών ∆αβίδ, Ησαΐα, Μωυσή και Ααρών, ενώ πάνω από την Παναγία κρατούν ένα µεγάλο στέµµα δύο άγγελοι.
Το Ευαγγέλιο ἐπαθε ανεπανόρθωτη ζηµιά. Λόγω της υγρασίας οι σελίδες του σχεδόν πολτοποιήθηκαν.
Αρχικά τα αντικείµενα παραδόθηκαν στον µητροπολίτη Τραπεζούντος, Χρύσανθο, που ήταν παράλληλα και πρόεδρος του Ταµείου Ανταλλαξίµων Κοινοτικών και Κοινωφελών Περιουσιών των Μικρασιατών.
Και στη συνέχεια στο Βυζαντινό Μουσείο Αθωνών.
Στις 10 το πρωί της 10ης Νοεµβρίου 1931 εκτίθεται στα γραφεία του Ταµείου στην Αθήνα η πάνσεπτος εικόνα της Παναγίας Σουµελά µαζί µε τα υπόλοιπα ανευρεθέντα κειµήλια, όπου «και ηνάφθησαν διά πρώτην φοράν από της καταστροφής της µονής και της αποκρύψεως της εικόνος δύο λαµπάδες εις την Θεοµήτορα», όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι εφηµερίδες.
Ακολούθως η θαυµατουργή εικόνα µεταφέρθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών προκειµένου να υπάρξει λαϊκό προσκύνηµα.
Και όσοι προσήλθαν και την ασπάστηκαν ένιωσαν ότι διαλαλούσε τη νίκη κατά της φθοράς, τη νίκη της πίστης.
Το 1952, ανεγείρεται πετρόκτιστος ναός στην Κοινότητα Καστανιάς Βέροιας, στον οποίο τοποθετείται τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς η ιερή εικόνα.
Τη δεκαετία του 1970 θα χτιστεί ο δεύτερος περίλαµπρος ιερός ναός της Παναγίας Σουµελά του Βερµίου, όπου το 1993 μεταφέρονται ο σταυρός και το Ευαγγέλιο.
Στην εποχή μας, όπου οι συνθήκες είναι δύσκολες, το πνεύμα της εικόνας της Παναγίας Σουμελά εξακολουθεί να φέρει ένα μοναδικό μήνυμα προς όλους μας.
Το αίτημα σήμερα είναι να συνειδητοποιήσουμε πως είμαστε συνέχεια μιας αιώνιας πίστης και μιας ανεξάντλητης φυλής και με τη στήριξη της Παναγίας να κλείσουμε στην ψυχή μας ό,τι πρέπει, ακούγοντας το αντιλάλημα από των χρόνων τα βάθη.
Ας μη μένει ανενέργητη στις καρδιές μας η πνευματική αξία της εικόνας της Παναγίας Σουμελά.
Οφείλει να μας ηλεκτρίσει. Ειδικά σήμερα, που το Έθνος, η Ελλάδα, πρέπει να σταθεί ψηλά. Και να ακτινοβολήσει την Ορθοδοξία της και τον πολιτισμό της.