Του Σεβ. Μητροπολίτη Γουμενίσσης κ. Δημητρίου
«Κατά τήν ἐκκλησιαστικήν ἀντίληψιν ὑπάρχουν τρεῖς βαθμοί πνευματικῆς καταστάσεως τοῦ ἀνθρώπου: ἡ ὑπερφυσική κατάστασις, ἡ φυσική καί ἡ παρά φύσιν ἤ ἐναντίον τῆς φύσεως. Ἡ παρθενία καί ἡ μοναχική σωφροσύνη, ἐννοούμεναι ὡς δωρεαί τῆς χάριτος, ἀνήκουν εἰς τήν πρώτην κατάστασιν. Εἰς τήν δευτέραν κατάστασιν κατατάσσεται ὁ εὐλογημένος γάμος. Πᾶσα ἄλλη μορφή σαρκικῆς ζωῆς εἶναι πνευματικῶς ἤ κατωτέρα ἤ παρά φύσιν… Ὁ καθηγιασμένος γάμος, ὁ πειθαρχημένος, ὁ χωρίς διαστροφήν, διατηρεῖ τόν ἄνθρωπον φυσικῶς καί ἠθικῶς, ἐνῶ πᾶσα ἄλλη μορφή σαρκικῆς ἀπολαύσεως, ἔστω καί ὑπό ὀνειρώδη μόνον μορφήν, διαφθείρει ὁλόκληρον τόν ἄνθρωπον, ἤτοι τήν ψυχήν καί τό σῶμα» (ἀρχιμ. Σωφρονίου, “Ἄσκησις καί Θεωρία (περί τῶν βάσεων τῆς ὀρθοδόξου ἀσκήσεως)”, ἐκδόσεις Ἱ. Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ Ἀγγλίας, σ. 62).
Ὅπως οἱ διαπιστώσεις ὅλων τῶν συγχρόνων μας Ἁγίων, ἠ διάγνωση τοῦ Ὁσίου Σωφρονίου δέν εἶναι εἰσαγγελική, ἀλλά θεολογική, ἐκκλησιαστική, πατρική, θεραπευτική. Δείχνει πρός τό κατά Χριστόν ἦθος τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει ἐλπίδα Ἀναστάσεως καί δέν ὑποκύπτει στόν παραλογισμό τῆς διαφθορᾶς καί τῆς ἀντίθεης φθορᾶς.
Ὁ συγχρονιστικός ἄνθρωπος τῆς μεταβολικῆς ἀλλοτρίωσης φθείρει ἀπό κληρονομημένη καί συσσωρευμένη καταπιεστική ἄγνοια ὅ,τι τοῦ δώρισε ὁ Θεός (γιά νά ζεῖ μέ σωφροσύνη διακοινωνίας καί αἰωνική προοπτική σωτηρίας).
Πῶς θά ἐπανέλθει; Πότε θά ἐπανέλθει; Γιατί δέν ἀποτολμᾶ νά ἐπανέλθει;
Τί τόν φοβίζει;
Μήπως τρέμει σάν ἐλεεινός σκλάβος ἄλλων ἐποχῶν τόν ἴδιο του τόν αὐτειδωλικό ἑαυτισμό;
***
Ἀπό τά ἰδεολογικά ναρκωτικά μαζοποίησης ἀνελεύθερων φθάσαμε πρό πολλοῦ στή μπαζοποίηση τῶν ἀνθρώπων, στήν ἀνεκτική παραδοχή καί τόν ἐλεύθερο ἐθιμισμό τῶν ψυχωσικο-σωματικῶν ναρκωτικῶν. Ὑπόδουλοι τῶν τροπισμῶν τῆς ἐθελοδουλείας μας.
Ἀπό τή μιά ἄκρη τοῦ ἀπάνθρωπου δημόσιου στιγματισμοῦ ἤ καί τῆς ναζιστικῆς θανάτωσης τῶν ἐκτρόπων, φθάσαμε σήμερα στήν ἄλλη ἄκρη, ἐπίσης ἀκραία, στή διεθνή καί δημόσια νομιμοποίηση, διαφήμιση καί διδασκαλία τῆς παρατροπικῆς ἀν-αίδειας καί τή φίμωση κάθε συνειδησιακῆς διαμαρτυρίας. Ὑπόδουλοι ἑνός ὁδοστρωτήρα ἐκπτωτικῶν ἐθισμῶν.
Ἀπό τά ἀνατομικά παντελόνια γυρίσαμε στήν ἡμιγυμνωσύνη καί τήν ξεγυμνωσύνη τῆς κινούμενης σάρκας, πού δέ δείχνει νά διατηρεῖ παρά μόνο ἴχνη ἐμψύχωσης. Παγκοσμιότητα μιᾶς καταναλωτικῆς καί καταναλώσιμης ἐξατομίκευσης ἀλόγων εἰδῶν καί ὄχι ἐλλόγων ἀνθρώπων.
Ἀπό τήν οἰκογενειακή καταπίεση τῶν γυναικῶν καταντήσαμε σέ ἐλευθερογαμίες τῶν ἤδη ἐγγάμων καί καταφρονητική διαχείριση τῶν παιδιῶν, ὅσων βέβαια προλαβαίνουν τό ἐλάχιστο ἀνθρώπινο δικαίωμά τους, νά ἀναπνεύσουν μετά τόν 9ο μήνα τους.
Ἀπό τό booling κάθε εἴδους στό ἡμιπαρασκήνιο, ἔχουμε εἰσαγάγει στό προσκήνιο τό πλημμυρικό ἰδιογνωμικό booling τῶν πάντων κατά πάντων.
Ἀφάνταστα συμπλεγματική κατάντησε ἡ ἐποχή μας.
Δέν συνέρχεται, οὔτε κι ὅταν καταρρέουν οἰ ὀφθαλμοφανεῖς αὐταπάτες τοῦ αὐτερωτισμοῦ καί τῆς νεκροποιοῦ παθολογίας της μέ τόσες καταιγίδες οὔτε κι ὅταν βιώνει τίς ἀντικοινωνικές συνέπειες τοῦ ἀναιδισμοῦ της (μέ σχέσεις πού διαφθείρονται καί φθείρονται τόσο εὔκολα καί ἀποτελοῦν ἀντιπρότυπα γιά τή νέα γενιά).
Ἀκόμη κι ἄν ἐπιδοτηθοῦν κάποια στιγμή προγράμματα ἐντατικῆς ψυχοθεραπείας, ἀποδεικνύεται στήν πράξη πώς δέν ἐννοεῖ νά ἰαθεῖ καί δέν προτιμᾶ νά ἰαθεῖ καί δέν θέλει νά ἰαθεῖ. Διότι ἄρχισε ἀπό καιρό νά “ἀρμενίζει στραβά τό καράβι”.
Ἴσως πολλοί ἀντιτείνουν πώς οἱ πάντες ἔχουν τά χάλια τους.
Ὡστόσο γιατί νά διαφημίζονται εἰδησεογραφικά συνεχῶς μόνο τά ἀντιπαραδείγματα καί ὄχι τά τόσα λαμπρά παραδείγματα καί ὑποδείγματα; Μέ μιά τέτοια παραλογισμένη διαφημιστική λογική ―κυρίαρχη διαφήμιση τῶν ἀντιπαραδειγμάτων― θά πρέπει μᾶλλον νά στυλιζαρίσουμε παντοῦ μιά μεγάλη-μεγάλη ταμπέλα:
«τό μαγαζί-ἀνθρωπότητα ἔκλεισε, πωλεῖται ὁ ἄνθρωπος τοῦ 21ου αἰώνα, ἡ τιμή του εἶναι πρό πολλοῦ ἀτιμασμένη, ζητοῦνται ρομπότ νά τόν ἀγοράσουν, ἡ τεχνητή νοημοσύνη μπορεῖ νά ἀπευθύνεται στούς διεθνικούς τῆς ἐλευθεριότητας».
***
Ὅλα αὐτά ἐκκινοῦν ἀπό τή libido καί τίς ἐλευθεριάζουσες παραδοχές της. Ὅλα αὐτά ξεκινοῦν ἀπό τόν ἄκρατο τυραννικό “ἐπιθυμισμό” πού δουλαγωγεῖ τό ἀνθρώπινο “εἶναι”, ὥστε νά “παρα-εἶναι” καί νά “ὑπο-εἶναι”. Ζοῦμε τό μηδενισμό τῆς κατεφθαρμένης γνώμης καί τῆς διεφθαρμένης ἰδιογνωμοσύνης, σέ κάθε διαβάθμιση καί κάθε ἐκδοχή.
Διεθνῶς χάνουμε ―ἄν δεν τό χάσαμε ἤδη― ἀκόμη καί τό στοιχειῶδες μέτρο τοῦ νά σέβεται κανείς καί νά ἀποφεύγει νά προκαλεῖ τή δημόσια αἴσθηση τῆς “κοινωνικῆς” πλειοψηφίας.
Καταντήσαμε ἀδηφάγοι δημοσιευτές τῆς ψυχικῆς καί τῆς σωματικῆς γύμνιας. Δέν ἐμπορεύονται μόνον οἱ παράνομοι ἐκμεταλλευτές εἰσαγόμενα ἀνά τόν κόσμο μεταναστευτικά “ἀντικείμενα” ἡδονοπραξίας.
Ὅλη ἡ διεθνιστική “κοινωνία” καί τά ἠλεκτρονικά μέσα διακοινωνίας ἀναγκαστικά διαφημίζουν σάρκα, τήν ἐξωτερική ἀνατομία τῆς ψυχικῆς ἀπρέπειας, τῆς ψυχικῆς ἀπογύμνωσης, τῆς ψυχικῆς νεκροποίησης.
Βιώνουμε παγκοσμίως ―τουλάχιστον οἱ πολυπολιτισμένοι― μιά ὑπαρκτική “λογική” καί “οἰκο-λογική” κρίση. Εἴμαστε ξένοι μέ τόν ταυτοτικό μας “οἶκο”, μέ τή φυσική μας θεόπλαστη ταυτότητα.
Κι αὐτό εἶναι χειρότερο ἀπό τίς πλημμύρες, πού ξεγύμνωσαν τή συνολική ἀδυναμία μας, μήπως καί ἀντιληφθοῦμε τίς πλημμυρικές ἐκτροπές μιᾶς ἄκρως ὑδαροῦς κοσμικῆς ζωϊκότητας.
Εἶναι ἡ ἴδια πάντοτε ὑδαρής ἀρρωστία πού κατά βάθος “ἐλαττονεῖ λαούς”. Στό γονιδίωμά συμπλέκονται δημόσια λογῆς-λογῆς αὐτερωτικές (πιό πολύ, παρά ἐρωτικές) παραδοχές, ἔκδοχα καί ἀνατομικῆς καί μή ἀνατομικῆς ἀδηφαγίας. Συμπλέκεται πρό πολλοῦ ἡ ἀναιδέστατη μόδα καταφρόνησης τῆς θεοειδοῦς μας ταυτοποίησης. Ἀπόμεινε τό υἱοθετημένο καί κυρίως ἀθλιωμένο παιδί τῆς τυφομένης ἀλαζονείας καί τοῦ διαθεόμενου πρακτικοῦ ἀθεϊσμοῦ. Ἡ ἀλαζονεία παράγει αὐτοάνοσους ὑπανθρώπους καί ὁ ἀθεϊσμός λοιμωξιακούς ὑπερανθρώπους, ἐγκοσμικευτικῆς προσθανάτιας ἀνεπάρκειας. Ἀναπαράγονται πεθαμένες συνειδήσεις καί φιμωμένα στόματα, ὁ ἐλέγξιμος ἐθισμός τῆς ἰσοπέδωσης.
Τό νά προτιμᾶ κανείς τίς ἀτομιστικές ψυχολογικές καί βιολογικές του ἐπιλογές ―μέ τό ἐλάχιστο μέτρο αὐτοσυγκράτησης ἀπό τή δημοσιότητα― ἐνέχει κάποιο μέτρο λογικοῦ συνειδησιακοῦ εὐπρεπισμοῦ. Ἐνέχει κάποιο μέτρο αὐτοσεβασμοῦ καί ἑταιροσεβασμοῦ καί προπαντός κοινωνικοῦ σεβασμοῦ.
Τό στοιχειῶδες φρένο (μεταξύ ἰδιωτικοῦ βίου καί δηλωσιακῆς δημοσιότητας) σημαίνει πώς λειτουργοῦν στήν κοινωνία κάποια φρένα. Σημαίνει πώς ἡ κοινωνία μπορεῖ ἀκόμη νά ἐμπνέει, νά ὁριοθετεῖ τά φρένα στά κοινωνικά της μέλη καί στελέχη.
Σημαίνει πώς αὐτή ἡ κοινωνία ―πέρα ἀπό τόν ἐξατομισμό τόσων ἀποδομήσεων― τουλάχιστον μπορεῖ ἀκόμη νά λέει στή συνείδηση της καί στίς συνειδήσεις τῶν μελῶν της πώς ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει μέν εἰσέτι τό δικαίωμα τῆς ὅποιας ἔκπτωσης [πρίν τήν ἔσχατη ἀναμέτρηση τῆς Κρίσης], ἀλλά προπαντός ἔχει καί τό δικαίωμα τῆς ἐπιστροφῆς, τῆς λεβέντικης μετάνοιας, τῆς σκληρῆς ἀλλά χαρμόσυνης ἀνάνηψης.
Διότι ―αὐτό πού δέν τό λένε δημόσια πλέον τά ΜΜΕ, διότι δέν προκαλεῖ καί δέν πουλάει― ὁ ἄνθρωπος εἶναι θεολογικό ὄν, δέν εἶναι μόνο φθορογέννηση καί θανατογένεση.
Ὅμως, ὅταν ὅλη ἡ ἁμαρτητική συνειδησιακή (ξαστοχική) ἀπόνοια μετατρέπεται σέ νομιμοποιημένη δηλωσιακή πρακτική, παράγονται παρασιτικές παραμορφώσεις στήν ἀνθρωπινότητα, ἕνα πολυμορφικό ἔκδοχο αὐτοσαρκασμοῦ.
Τό “ὅ,τι θέλω κάνω” καί “τά πάντα μοῦ ἐπιτρέπονται” καί “κάθε φρένο πρέπει νά στοχοποιεῖται”, κατάντησε νά εἶναι σήμερα ἡ πιό γνωστή καί ἐπαναλαμβανόμενη δημόσια παραδοχή καί διαφήμιση, μιά ἀσυνείδητη ὡραιοποίηση τῆς ὑποσυνείδητης ἀπόγνωσης ἐμπρός στή συνειδησιακή ἐνοχικότητα.
Μάλιστα, ἡ ἀναίδεια τῆς δημόσιας προβολῆς μπορεῖ νά νομοθετεῖται ὡς ἀτομικό δικαίωμα διεθνικά καί διεθνιστικά· μπορεῖ νά φιμώνει διαμαρτυρίες καί νά καταφάσκει νομιμοποιήσεις· ὡστόσο, οὔτε ἀμνηστεύει οὔτε νομιμοποιεῖ τό βάθος-βάθος τῆς γενικῆς αὐτείδωλης ἡδονοθηρίας πού σάν ὁδοστρωτήρας συνιστᾶ τό χειρότερο παγκόσμιο πόλεμο τῆς ἀήθειας.
Ὁπότε ἡ κηδεία τοῦ ἤθους, ἡ κηδεία τοῦ μέτρου, ἡ κηδεία τῆς κοινωνικῆς ὑπομονῆς, ὁδηγεῖ σέ ὑποχρεωτική καθιέρωση τοῦ ἤθους τῆς κηδείας, τοῦ ἤθους τοῦ θαψίματος, τοῦ ἤθους πού μυρίζει ὅπως μυρίζουν τά πτώματα.
***
Ποιός θά μᾶς γλιτώσει “ἐκ τοῦ σώματος τῆς γενικευμένης σαρκοποίησης”, πού ξεπερνᾶ ἀκόμη καί τίς ψυχιατρικές πιστοποιήσεις;
Ποιός πύρινος Ἠλίας θά δεχτεῖ νά καταγγείλει… τήν κάθε λογῆς Ἀχααβική αὐτειδωλική
ἀναίδεια;
Ποιός λεβέντης Μακρυγιάννης θά μπεῖ μπροστά… γιά νά προστατευθεῖ τό Σύνταγμα τουλάχιστον τῆς προστασίας τοῦ μέτρου καί τοῦ ἤθους ἀπό τήν γνωμική (καί ὄχι φυσιομετρική) ἰδιογνώμονα αὐτο-ήθεια;
Μέ τόση “φυσιολογική” ἀλλά φαντασιακή παθολατρεία (καί μάλιστα εἰσαγωγῆς, ΟΧΙ ρωμέηκης παραδοχῆς), κινδυνεύουμε σάν “κοινωνικό” σῶμα μήπως καί χάσουμε τελικά τά δεδομένα τῆς ὑγείωσης καί ―ἀκόμη χειρότερα― τά πρότυπα τῆς θεολογικῆς ἀνθρωπολογικῆς ἀρτίωσης καί μετάνοιας καί σωτηρίας.
Διότι μόνον στή θεολογική ἀνθρωπολογική ἀρτίωση βρίσκεται ἡ ἀξία καί ἡ ὀμορφιά καί ἡ φυσικότητά μας. Ἀνοικτή πρόσκληση καί τῶν πιπτόντων καί τῶν ἀνισταμένων, καί τῶν ἁμαρτανόντων καί τῶν μετανοοούντων.
«… Τό πάθος εἶναι ἡ τύφλωση τῆς ἀποκλειστικῆς ἀπασχόλησης μέ τόν ἑαυτό μας. Ἑπομένως ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τά πάθη, ἤ ἡ ἀπάθεια, χωρίς τήν ὀποία δεν ὐπάρχει ἀρετή, δέν εἶναι ἀναισθησία ἀλλά ὕψιστη εὐαισθησία γιά τούς ἄλλους. Γιά νά κερδίσει κανείς τήν εὐαιθησία πρέπει νά πάθει, μαχόμενος ἐναντίον τῶν παθῶν του. Μόνο διά τοῦ σταυροῦ φθάνει κανείς στήν εὐαισθησία τῆς ἀπάθειας ἤ τῆς ἀρετῆς. Διότι ἀρετή εἶναι νά ζοῦμε γιά τούς ἄλλους. Ἀνάλογα μέ τό βαθμό τους οἱ ἀρετές ἀποκτοῦν διάφορες ὀνομασίες. Ἡ ἀρετή τῆς ἀγάπης ἀντιπροσωπεύει τήν ἀγαθότητα, τή διαφάνεια καί τήν κοινωνικότητα στό ἔπακρο. Ἡ ἀγάπη περιέχει συγκεντρωμένες ὅλες τίς ἀρετές, εἶναι ἡ κατ᾽ ἐξοχήν ἀπαθής εὐαισθησία. Εἶναι ἡ ἀρετή πού ἰσοδυναμεῖ μέ τή θέωση, πού εἶναι ταυτόχρονα ὁ κορυφαῖος ἐξανθρωπισμός. Μόνο ἐν Θεῷ μπορεῖ νά γίνει ὁ ἄνθρωπος πλήρης, ὅπως δείχνει ὁ ὅρος τῆς Χαλκηδόνας. Ἡ ψυχή ὅμως ἀγγίζει αὐτή τή μεγίστη ὁμοίωση μέ τόν Θεό στήν προσευχή. Διότι στήν ἀληθινή προσευχή ἡ ψυχή ἑνώνεται μέ τόν Θεό καί εἶναι ἀπερίσπαστη σ᾽ αὐτή… Ἡ διαφάνεια τοῦ ἁγίου εἶναι ἡ ἴδια ἡ διαφάνεια τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτήν» (π. Δημητρίου Στανιλοάε, “Ἡ περί Θεοῦ ὀρθόδοξη χριστιανική διδασκαλία”, ἐκδόσεις “Ἁρμός”, 2011, σ. 237-8).
Ἡ Ἐκκλησία ἀνέκαθεν φιλανθρωπεύεται. Βιώνει ἐμπόνως τόν παραπικρασμό ἀπό τήν παράφρονα κοσμική καταφρόνηση τοῦ Θεοῦ, τό ξανασταύρωμά Του ἀπό τούς τυχαίους τῆς ἱστορίας, καί διακονεῖ τήν ἀτομική καί συλλογική μετάνοια μέ τήν ἴδια τήν παρουσία καί τήν προφητική παρρησία Της.
Οἱ ἰδεολογίες καί χιτλερίζουν καί σταλινίζουν καί… καί… νομοθετίζουν.
Ἡ Ἐκκλησία προσδοκᾶ τή σωτηρία κάθε ἀσώστου καί ὑποδεικνύει τή θεραπευτική καταξίωση τῆς ἐλευθερίας ἔναντι πάσης ἐλευθεριότητας. Πάντοτε ἡ Ἐκκλησία ζοῦσε καί δροῦσε στή λογική “τῆς ἀνεστραμμένης πυραμίδας” πού φορτώνεται ὅλα τά φορτία τοῦ κόσμου.
Ἡ πρωτοβουλία τῆς ἐπιστροφῆς ἀπό τήν ἐλευθεριότητα στήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία εἶναι τό πιό συγκλονιστικό δικαίωμα ὅλων μας. Πιό συγκλονιστικό καί πιό συναρπαστικό ἀπό κάθε φαντασίωση ἐλευθεριότητας πού ἔφτασε νά καταδυναστεύει τίς λογῆς-λογῆς ἐθελοδουλεῖες τῆς ἐποχῆς μας.
Καί αὐτή ἡ ἐν Χριστῷ ἐλευθερία, ὅσο κι ἄν λειτουργεῖ σταυρώσιμα, πάντως εἶναι ἡ μόνη ἀναστάσιμη.
«Ὅταν ἔγινα Ὀρθόδοξος, ἑκουσίως σταύρωσα τόν νοῦ μου, καί ὅλοι οἱ σταυροί πού ἐπωμίστηκα εἶναι μονάχα πηγή χαρᾶς γιά μένα. Δέν ἔχασα τίποτα καί κέρδισα τά πάντα» (π. Σεραφείμ Ρόουζ, “Μεταλαμπαδεύοντας τό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας”, περ. “Πεμπτουσία”, τ. 20, σ. 99).
†῾Ο Γουμενίσσης, ’Αξιουπόλεως καί Πολυκάστρου Δημήτριος