Όποια συμφωνία προκύψει μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας για το θέμα της μισθοδοσίας του Κλήρου και της εκκλησιαστικής περιουσίας, θα κυρωθεί στο σύνολό της από τη Βουλή στο μοντέλο των διακρατικών συμφωνιών, δήλωσε σήμερα ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γαβρόγλου, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο orthodoxia.info.
Διευκρίνισε μάλιστα, ότι «έχει τεράστια σημασιολογική διαφορά το ψήφισμα ενός νόμου με την κύρωση ενός νόμου. Αυτό σημαίνει ότι για να αλλάξει το σημερινό καθεστώς, δεν μπορεί να γίνει μονομερώς, ούτε από την κυβέρνηση ούτε από την Εκκλησία, πρέπει να συμφωνήσουν και οι δύο», ενώ τόνισε ότι «ενισχύονται πολλοί περισσότεροι απ’ ό,τι σήμερα, και βεβαίως ενισχύονται περισσότερο με το θέμα των οργανικών θέσεων. Γνωρίζετε ότι οι μισοί ιερείς βρίσκονται στον αέρα, γιατί δεν υπάρχουν οργανικές θέσεις. Αυτό είπαμε πως θα το επιλύσουμε», επεσήμανε.
Ο υπουργός ξεκαθάρισε πως η πρόταση για συνταγματική διασφάλιση της συμφωνίας «δεν είναι στο τραπέζι» σημειώνοντας πως «κάτι τέτοιο θα ενισχύσει τους φόβους και την έλλειψη εμπιστοσύνης που έχει ο κόσμος στο δημόσιο». Τόνισε επίσης πως «δεν μπορούν όλα να εξασφαλίζονται στο Σύνταγμα» υπεραμύνθηκε της πρωτοβουλίας της Κυβέρνησης η οποία εντάσσεται όπως υποστήριξε στην γενικότερη στρατηγική της ενίσχυσης των διακριτών ρόλων.
Ο κ. Γαβρόγλου τόνισε μεταξύ άλλων, ότι η παραμονή των κληρικών στην Ενιαία Αρχή Πληρωμών δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης, η οποία προτίθεται να εξασφαλίσει πλήρως τα δικαιώματά τους.
«Η Εκκλησία είναι ένα Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου. Άρα, καλό θα είναι μέσω των χρημάτων που θα παίρνει από την Πολιτεία, να πληρώνει τα του οίκου της. Και αν θέλει να έχει παραπάνω κόσμο, να μην το κάνει εις βάρος της μισθοδοσίας των ιερέων. Να αποφασίσουμε ποιες είναι οι οργανικές θέσεις και με βάση αυτές να πορευθούμε από εδώ και στο εξής. Η Εκκλησία, αν θέλει να προσλάβει τον οποιονδήποτε, μπορεί να τον προσλάβει με δικές της διαδικασίες», υπογράμμισε και επ’ αυτού πρόσθεσε: «Το να πει κανείς ότι θέλει να παραμείνει στην Ενιαία Αρχή, πρέπει να εξετάσουμε αν αυτό τον διασφαλίζει για το μέλλον. Διότι, τι θα γίνει με τις οργανικές θέσεις; Θέλουν οι ιερείς να μείνουν για πάντα ξεκρέμαστοι; Σας υπενθυμίζω ότι οι νομοθετημένες θέσεις είναι έξι χιλιάδες, ενώ οι ιερείς που πληρώνονται είναι δέκα χιλιάδες».
Σε ό,τι αφορά τις αντιδράσεις που έχουν προκληθεί για το εν λόγω ζήτημα, ο υπουργός Παιδείας απάντησε ότι «δουλεύουμε πάνω σε ένα κείμενο, το οποίο θα παρουσιάσουμε στην επιτροπή που θα βγει από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο (ΔΙΣ) την ερχόμενη εβδομάδα. Θα ξαναδούμε τον Οικουμενικό Πατριάρχη, την Εκκλησία της Κρήτης, τους συνδικαλιστές, με τους οποίους έχω προγραμματισμένο ραντεβού στις 21 Δεκεμβρίου, επί κειμένων πια».
Επιπρόσθετα, όπως προκύπτει από τη συνέντευξη του υπουργού, σχετικά με τη συνταγματική αναθεώρηση και τη θρησκευτικά ουδέτερη Πολιτεία, «το θέμα του ουδετερόθρησκου πρέπει να το δούμε αποκλειστικά σαν το χαρακτηριστικό ενός σύγχρονου κράτους, το οποίο εγγυάται την ελευθερία της πίστης όλων των πολιτών. Ακόμα, και της μη πίστης των πολιτών. Άρα, είναι μια ενίσχυση, αν θέλετε, ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα και κυρίως μια ενίσχυση στον σύγχρονο χαρακτήρα ενός κράτους».