Του π. Ηλία Μάκου
Η ορθόδοξη κοινότητα του Δυρραχίου, εόρτασε στον περικαλλή ναό Αποστόλου Παύλου και Αστείου, τη μνήμη του επισκόπου της περιοχής τα πρώτα χριστιανικά χρόνια (98 μ.Χ.), αγίου Αστείου.
Ανήμερα της εορτής, Τρίτη 6 Ιουλίου 2019, τελέστηκε όρθος και πανηγυρική λειτουργία μετ’ αρτοκλασίας, ιερουργούντος του Μητροπολίτου Αμαντίας Ναθαναήλ και του εορτάζοντος τα ονομαστήριά του επισκόπου Βίλιδος Αστίου, που πλαισιωνόταν από κληρικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας.
Μάλιστα λιτανεύτηκε με πολύ κατάνυξη η εικόνα του αγίου Αστείου περιμετρικά του ναού, όπου συμμετείχαν πιστοί από την ευρύτερη περιοχή και από τα Τίρανα , καθώς ευλαβούνται ιδιαίτερα τον άγιο, που είχε μαρτυρικό τέλος και ήταν ένα από τα στηρίγματα των Χριστιανών την περίοδο της αθεΐας.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος φρόντισε, με μόχθο και ενδιαφέρον, συγκεντρώνοντας τις απαραίτητες δαπάνες, και χτίστηκε μεγαλοπρεπής εκκλησία στη μνήμη του και ανέδειξε την προσφορά του στο Χριστιανισμό.
Το θείο λόγο κήρυξε ο Σεβασμιώτατος κ. Ναθαναήλ, τονίζοντας ότι ο άγιος ζούσε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Και βάδιζε με συνέπεια την οδό του αγιασμού.
Και, πραγματικά αυτή ήταν η πορεία του.
Μια πορεία, που τον οδήγησε στο φρικτό θάνατο από τσιμπήματα μελισσών πάνω στο σταυρό, όπου τον είχαν καρφώσει οι ειδωλολάτρες, αλείφοντας πρώτα με μέλι ολόκληροι το σώμα του. Άφησε τον εαυτό του με εμπιστοσύνη στα χέρια του Θεού και έκανε με φιλότιμο το χρέος τους, φτάνοντας έως τη θυσία του.
Ο επίσκοπος Αστείος, ήταν άνθρωπος ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στο Θεό και γι’ αυτό επιτέλεσε την αποστολή του με τρόπο υποδειγματικό, τελείως θεάρεστο.
Το πνεύμα και ο τρόπος της διακονία του αγίου είναι ένας δείκτης, για όσους υπηρετούν από οποιαδήποτε θέση την Εκκλησία, αλλά και για τους απλούς πσιτούς.
Ό,τι έπραττε, το έπραττε αποκλειστικά για τη δόξα του Θεού και δεν τον μόλυνε κανένα εγωιστικό ελατήριο, καμία υλική επιθυμία, καμία διάθεση αντιζηλίας. Αλλά μόνη του επιδίωξη ήταν να ωφελούνται οι ψυχές.
Ήταν αληθινός Χριστιανός, που δεν φρονούσε τα επίγεια, αλλά ήξερε ποια ήταν η παντοτινή, η αιώνια πατρίδα του.
Επειδή σκεπτόταν τον ουρανό, ξεπερνούσε εύκολα τις θλίψεις των εγκοσμίων, γιατί στη θέση τους έβαζε τα υπερκόσμια.
Η σκέψη ότι κάποια μέρα θα καθίσει στο θεϊκό τραπέζι, τον βοηθούσε να στολίζει την ψυχή του με έργα αρετής και αγάπης.
Αντίθετα εμείς δενόμαστε με τα εφήμερα και προσκολλάται η καρδιά μας στα παρόντα, σ’ αυτά, που φεύγουν και σύντομα χάνονται.
Πολλές φορές καταβάλλουμε υπεράνθρωπες προσπάθειες να κερδίσουμε μια θέση στην κοινωνία.