του Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ιστορίας
Έχοντας διαβάσει και τη νέα λαμπρή ανακοίνωση του μητροπολίτη Μόρφου, σχετικά με τη λειτουργία των ναών μέσα στα όρια της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας του, μία ανακοίνωση που συνεχίζει ακόμη πιο συγκινητικά την έως τώρα ορθόδοξη και λεβέντικη στάση του απέναντι στη λεγόμενη πανδημία και τους καθεστωτικούς μεγαλεμπόρους της, έπεσε το μάτι μου και σε σχόλιο διαδικτυακού φίλου (σε κάποιο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης), που αναρωτιόταν γιατί κανένας άλλος μητροπολίτης σε Ελλάδα και Κύπρο δεν τον ακολουθεί. Για ποιον λόγο τον έχουν αφήσει μόνο του. Και το ίδιο είμαι σίγουρος ότι αναρωτιούνται πολλοί ακόμη.
Δεν είναι όμως και τόσο δύσκολη η απάντηση. Όχι μόνο δείχνει σχεδόν απίθανο το να βρεθούν κάποιοι να τον ακολουθήσουν, αλλά είναι προφανές ότι οι πλείστοι τουλάχιστον εξ αυτών είναι και εκνευρισμένοι μαζί του. Πιθανότατα και έξαλλοι. Πιθανότατα τον αντιπαθούν, ίσως κάποιοι και να τον…μισούν θανάσιμα. Γιατί; Γιατί πολύ απλά ο Νεόφυτος – και ας μου επιτραπεί η λαϊκή έκφραση – τους «χαλάει την πιάτσα». Θεωρώ βέβαιο ότι πολλοί θα εύχονταν να μην υπήρχε ποτέ, αλλά και τώρα που υπάρχει, ότι εύχονται να εξαφανιστεί από το προσκήνιο, να φύγει από τη μέση, να παταχθεί, να εξαναγκαστεί σε σιωπή. Ο Νεόφυτος είναι ένα ενοχλητικό αγκάθι που τους ελέγχει, είναι η τύπτουσα φωνή της δικής τους αμβλυμένης ή κοιμισμένης συνείδησης. Η φωνή που τους ελέγχει, έμμεσα αλλά τόσο σκληρά και επίμονα, για όσα οι ίδιοι έκαναν ή μάλλον δεν έκαναν εδώ και τόσους μήνες. Για όσα αμέλησαν, για όσα αδράνησαν, για όσα πρόδωσαν.
Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τους πλέον πωρωμένους (εκεί δεν το συζητούμε καν), που στο κάτω-κάτω δεν ξέρουμε και ποια ακριβώς συνείδηση – έστω και αμβλυμένη – τους έχει απομείνει, ώστε να…δύναται να ελεγχθεί κιόλας. Όχι, δεν το λέω ούτε για τους Ιερώνυμους, ούτε και για τα άλλα πρωτοπαλίκαρα των κλειδωμένων εκκλησιών, τους γνωστούς πλέον εμμανείς ψευτοθεολογούντες της μάσκας και διαπρύσιους συνοδοιπόρους του καθεστώτος. Δεν το λέω ούτε για τους άθεους, ούτε για τους μασόνους ιεράρχες (γιατί μην αμφιβάλλετε ότι υπάρχουν και αρκετοί τέτοιοι). Το λέω πιο πολύ για εκείνους που ακροβατούν ακόμη ανάμεσα στην αίσθηση του χρέους και τον φόβο της καθεστωτικής δίωξης. Το λέω και για εκείνους που μέσα τους δεν συμφωνούν, αλλά βασικά απέμειναν να ψελλίζουν κάποια λόγια αντίδρασης μονάχα στα ψιθυριστά, ενώ οι συνθήκες – συνθήκες πασιφανούς διωγμού και πρωτοφανούς βεβήλωσης – απαιτούν άλλη στάση πλέον, πιο παλικαρίσια και ξεκάθαρη. Το λέω φυσικά και για τους άλλους, τους θεωρούμενους ως παραδοσιακούς, αυτούς που δεν είχαν ποτέ συνδέσει το όνομά τους με οικουμενιστικά λύματα και μεταπατερικές πλάνες (αλλά το αντίθετο), τώρα όμως μας έχουν γυρίσει την πλάτη κι αυτοί και πλέουν μαζί με το ρεύμα του αιώνος τούτου.
Για όλους αυτούς το λέω. Και επειδή ξέρω ότι υπάρχουν κάποιοι ανάμεσά τους που έχουν ακόμη συνείδηση, ας ευχηθούμε (και βασικά ας προσευχηθούμε) ο έλεγχός της από το παράδειγμα του μητροπολίτη Μόρφου να λειτουργήσει, με τη χάρη του Θεού, ως καμπανάκι αφύπνισης. Να μην τους φέρει εγωϊστικό εκνευρισμό (επειδή κάποιος τολμά και κάνει αυτό που δεν τολμούν οι ίδιοι, ενώ θα έπρεπε). Αλλά να τους φέρει ανάνηψη και αγωνιστικό φρόνημα, ώστε αυτό το παράδειγμα να το ακολουθήσουν και εκείνοι.
Πολύ δύσκολα πράγματα βέβαια αυτά, ουδείς αντιλέγει. Γιατί ακριβώς η οδός που έχει επιλέξει ο Νεόφυτος είναι στενή και τεθλιμμένη και ανηφορική. Ποιος τους είπε όμως, όταν ανέλαβαν έναντι του Θεού την ιερή αποστολή και τη δέσμευση να οδηγήσουν ως ποιμένες το λογικό ποίμνιό Του μέσα από τις θύελλες και τις στενωπούς του κόσμου τούτου, ότι θα ήταν εύκολο; Έχουν καθήκον και ευθύνη απέναντι στον λαό. Και η ευθύνη τους δεν είναι να μας κουνάνε το δάχτυλο, σαν τους λοιμωξιολόγους του καθεστώτος, μήπως και αθετήσουμε κάποιο από τα υγειονομικά μέτρα, ούτε να μας τρομοκρατούν μήπως και…πεθάνουμε, ενώ
την ίδια ώρα στα πνευματικά θέματα λειτουργούν ως νανουριστές και υπνωτήρες. Άλλου είδους είναι η ευθύνη τους. Ελπίζουμε κάποιοι να το θυμηθούν έστω και τώρα…