του Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ιστορίας
Δυστοπικό κατοχικό έτος 1. Άλλοι καιροί πια. Τα πάντα γύρω μας έχουν ανατραπεί, ο κόσμος μας αναποδογυρίστηκε, όλη μας η ζωή, όπως την ξέραμε, έχει άρδην αλλάξει. Πάλι ήρθαν βέβαια τα Χριστούγεννα, πάλι φωταγωγήθηκαν οι πόλεις και στολίστηκαν τα σπίτια. Ποιος όμως τολμά να ισχυριστεί ότι βρίσκει την παραμικρή ομοιότητα με τις προηγούμενες χρονιές – και όχι τις πιο παλαιές κι ανέμελες, αλλά έστω και την τελευταία, με όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες που την είχαν σημαδέψει; Εντελώς άλλοι καιροί μας κύκλωσαν πια. Καιροί ζοφεροί κι απάνθρωποι. Ημέρες τρόμου και αγωνίας.
Δυστοπικό κατοχικό έτος 1. Πολλές φορές στα προηγούμενα χρόνια, τέτοιες μέρες κατέθετα κάποια πικρά σχόλια για το πραγματικό (και τόσο τραγικά ξεχασμένο) νόημα των Χριστουγέννων. Πικρά σχόλια για την ανόητη φενάκη των ρεβεγιόν, για την κούφια λάμψη στα φωταγωγημένα μπαλκόνια, για την κενότητα στις ευχές, για μια εορτή που εδώ και χρόνια πολλά κατάντησε πλέον ανέορτη. Νεκρή χωρίς την Πηγή της Ζωής. Άλογη δίχως τον Λόγο. Κενή χωρίς τον Κενωθέντα. Και για ένα λαό που έχει ξεχάσει πια το παρελθόν του και ζει αυτοεξόριστος με σκουπίδια και ξυλοκέρατα, μακριά από τη Φωτεινή Χώρα του Πατρός. Ένα λαό που έχει επιλέξει να ζει μέσα στον βάλτο και δεν θυμάται πια άλλον τρόπο ζωής. Εδώ και πολλά χρόνια απλώς περιφέρουμε τις ζωές μας απρόσωποι και διασπασμένοι, δεσμώτες σ’ έναν ατελεύτητο φαύλο κύκλο, βιώνοντας τον θρήνο της παρακμής και του πνευματικού θανάτου μας κι αναζητώντας εις μάτην αντίδοτα και υποκατάστατα. Διαλυμένοι και ανίδεοι, σωρηδόν σκύβαλα καταπίοντες και ειδωλόθυτα κατεσθίοντες. Λαός της παραφροσύνης και της αποστασίας. Και κυρίως βέβαια, λαός της αμετανοησίας.
Δυστοπικό κατοχικό έτος 1. Κι όχι ότι όλα αυτά έχουν πια βέβαια πάψει να ισχύουν. Μα φέτος δεν θα υπάρξουν ούτε καν εορτασμοί, ούτε ξέρω πόση περίσσια θλίψη θα κρύβουν μέσα τους των μπαλκονιών τα εορταστικά λαμπιόνια. Ίσως τόση, όση ακριβώς θα εμφορεί τα βλέμματα των απολυμένων, τις σκονισμένες τζαμαρίες των μαγαζιών που έκλεισαν και δεν θα ξανανοίξουν, τα χαμένα όνειρα αυτών που καταστρέφονται, την τραγική απόγνωση όσων φτάνουν στο έσχατο σημείο να δώσουν τέλος στην ίδια τους τη ζωή. Τόση θλίψη, όση κυριεύει τους πονεμένους λογισμούς των πιστών που αντίχριστες πολιτικές εξουσίες και ανάξιοι ποιμένες τούς κλείδωσαν έξω από το Σπίτι του Πατέρα τους. Τόση θλίψη, όσο και το πανικόβλητο παραλήρημα από τον τρόμο του θανάτου, που τόσους συνανθρώπους μας κυρίευσε ολόγυρά μας υπό το κράτος της χυδαίας προπαγάνδας και της εγκάθετης παραπληροφόρησης. Βαριά και πανσθενουργός η κατάθλιψη απλώνεται παντού. Και συναντά μονάχα την απτή αχλύ της απελπισίας.
Δυστοπικό έτος 1. Η Παρθένος σήμερον εν σπηλαίω έρχεται αποτεκείν απορρήτως τον προαιώνιον Λόγον. Και την ίδια ώρα, κάποιοι υιοί της Απωλείας εν αδύτοις συνευρίσκονται αποτεκείν (απορρήτως και αυτοί) τα ζοφοπνεμένα τους σχέδια για την εξόντωση των λαών και για την ολοκληρωτική επιβολή της παγκόσμιας κυριαρχίας. Τα όργανά τους είναι εδώ. Από πάνω μας κι ανάμεσά μας. Δουλικοί υπηρέτες, που φορούν ράσα, τηβέννους, κοστούμια και κάθε λογής ακόμη συστημικούς μανδύες εικονικής νομιμότητας και στα χέρια τους κραδαίνουν τρομερά όπλα καταστροφής: φόρους και μνημόνια, έγγραφα που υποθηκεύουν και διαλύουν χώρες ολόκληρες, αποτρόπαιους φασιστικούς νόμους για την «προστασία» μας από δήθεν πανδημίες, στυγνούς προγραμματισμούς επιβολής, νεοταξικά νομοσχέδια που κυοφορούν πνευματικό θάνατο, δημογραφική εξόντωση, εθνική διάλυση, κοινωνική κατάρρευση. Και μαζί βεβαίως άθλιες ενδοεκκλησιαστικές εκστρατείες για την ποδηγέτηση των πιστών, καινοφανείς διδασκαλίες μίας ψευτοθεολογίας ακραίου δαιμονισμού, σχέδια «ενωτικά» που κορυφώνονται, κλιμακούμενες πομφόλυγες αγαπολογίας, κηρύγματα τυφλής υπακοής στην αντίχριστη μανία του καθεστώτος και την προδοσία των λυκοποιμένων, κείμενα και δράσεις που ετοιμάζουν απροκάλυπτα και ξεδιάντροπα πλέον τη Νέα Εποχή. Όλα τους είναι όπλα εξουθένωσης, μέσα καταρράκωσης, όργανα καταισχύνης. Κι όλοι τους είναι εδώ ολόγυρα κι ακόμη μας παραπλανούν, ακόμη τους αποδεχόμαστε και τους ανεχόμαστε, ακόμη συνεχίζουμε να βουλιάζουμε στην απάθεια και την ατονία. Κι ούτε μπορεί κανείς να πει πότε θα ξημερώσει επιτέλους η ποθητή εκείνη μέρα της ανάνηψης.
Σωτήριο έτος 2020, κατοχικό έτος 1. Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει. Κι εσύ ν’ ακροβατείς ανάμεσα στην άρρητη ωραιότητα του Γλυκασμού των Αγγέλων και στον αφόρητο αποτροπιασμό των ολετήρων. Ν’ ακροβατείς ανάμεσα στη ζήδωρη γαλήνη του σπηλαίου, εν ω ανεκλίθη ο Αχώρητος, και στην οργή για τα μιάσματα που κατάστρεψαν μεθοδικά εδώ και δεκαετίες τον τόπο σου, υλικά και πνευματικά, και που τώρα εν τέλει ολοκληρώνουν ανερυθρίαστα τον όλεθρο. Με όλη φυσικά τη δική μας συνέργεια, ανοχή και συνενοχή. Όποια κι αν ήταν άλλωστε τα σχέδια των ολετήρων, όσο μεθοδικά κι οργανωμένα βυσσοδομήθηκαν κι εφαρμόστηκαν, πάνω απ’ όλα δική μας δεν είναι τελικά η ευθύνη, που τ’ αφήσαμε (και τ’ αφήνουμε) να συμβούν;
Δική μας πράγματι η ευθύνη. Δικό μας το ότι επιλέξαμε να ζούμε μέσα στο βούρκο, αγνοώντας προκλητικά όλα τα σημεία των Oυρανών και πετώντας στα σκουπίδια όλες τις ευκαιρίες (και ήτανε πάρα πολλές) που μας έστειλε μέχρι τώρα ο Θεός για να συνέλθουμε. Δικό μας το αίμα των εκτρώσεων, δικό μας το βαθύ σκοτάδι της σαρκικής διαστροφής, δική μας και η άνευ όρων παράδοση σε κάθε είδους κενότητα και ανοησία. Δική μας η προδοσία της πίστης των πατέρων μας, δική μας η αποδοχή της κάθε πλάνης και η άλογη υπακοή σε διεστραμμένους ταγούς, δική μας και η πρόσφατη υποχώρηση σε όλη τη νεοβαρλααμική βλασφημία των μασκαράδων των ναών, αλαλιασμένοι από τον τρόμο του θανάτου. Δική μας η πτώση, δική μας κι η επίμονη άρνηση να ξανασηκωθούμε, δική μας η νευρωσική εμμονή στον ζόφο και την απόγνωση. Δικά μας θα είναι μοιραία και τα επίχειρα. Από τους πνευματικούς νόμους που πάντα λειτουργούν – κι ας αγνοούμε μυωπικά την ύπαρξή τους.
Χριστούγεννα του 2020. Χαραυγή του κατοχικού έτους 2. Έχουμε μπει σε μία μαύρη αντάρα. Σε ποιον άραγε δεν θυμίζει τις Τελευταίες Ημέρες της Πομπηίας; Ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να αναμένει ότι αυτό το νέο έτος θα είναι καλύτερο από το φετινό και ότι θα σηματοδοτήσει επιστροφή στις προηγούμενες συνθήκες της ζωής μας; Βουλιάζουμε στη λαίλαπα ενός αντίχριστου διωγμού και ενός καθεστωτικού φασισμού που όμοιό του δεν έχει ξαναζήσει στην Ιστορία του αυτός ο τόπος. Βουλιάζουμε και στη θανάσιμη περιπέτεια του ανεξέλεγκτου λαθροεποικισμού, της τουρκικής απειλής, της κατάφωρης προδοσίας από τις πολιτικές και πνευματικές ηγεσίες του. Ποιος τολμά πλέον να πει ότι ως λαός ανθρωπίνως δεν απέχουμε ελάχιστα πια από το ιστορικό μας τέλος; Ποιος τολμά να τρέφει ακόμη αυταπάτες ότι αυτόν τον κατήφορο υπάρχει η παραμικρή εγκόσμια δύναμη που να μπορεί πλέον να τον αποτρέψει; Ανθρωπίνως όμως πάντα. Γιατί τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις, δεν σημαίνει πως είναι και αδύνατα γενικώς. Γι’ αυτό, όσο ανεπίστρεπτα δείχνουν ανθρωπίνως τα πράγματα, τόσο η ελπίδα μας οφείλει να μείνει ζωντανή. Εμείς άνω σχώμεν τας καρδίας.
Εμείς μέσα στην αντάρα οφείλουμε να δούμε και επιτέλους να αξιοποιήσουμε τη μεγάλη ευκαιρία που δίνεται σ’ αυτόν τον λαό, τον αμνησιακό και εκμαυλισμένο. Η ευκαιρία για να ξανάβρει μέσα απ’ τη βαθιά κατάπτωση και παρακμή το ίσο του, εκείνο το συνάμφω υψιπετές και χοϊκό ισοκράτημα του προαιώνιού του Τρόπου, εκείνη την επί πτερύγων ανέμων άναρχη περπατηξιά του, που του την κολόβωσαν και την ευνούχισαν μερικές δεκαετίες εκσυγχρονιστικής χυδαιότητας και υλόφρονης εξηλιθίωσης. Γιατί αυτό που θα ζήσουμε, θα το επιτρέψει ο Θεός. Θα είναι σκληρό και επώδυνο, αλλά ζήδωρα παιδευτικό, σαν το μοιραία πικρό κι οδυνηρό φάρμακο σε μία θανάσιμη αρρώστια. Μία θεόθεν δοκιμασία για τα χάλια μας, ένας κανόνας πνευματικός για τον εθελότρεπτο καλπασμό μας σε οδούς ειδωλολατρείας, σαρκολατρείας και πλάνης. Αφού όμως δεν είναι το Τέλος, αλλά μια άγρια μπόρα απλώς, τότε θα ξαναβγεί κάποια στιγμή κι ο ήλιος. Να λοιπόν η πραγματική ελπίδα – και η μόνη μάλιστα που μας απέμεινε.
Χαραυγή του 2021. Τελευταίες Ημέρες της Πομπηίας. Φαινομενικά τουλάχιστον. Ασφαλώς είναι δεδομένο ότι νέοι καιροί έχουν φτάσει, άγριοι και δύσβατοι. Είναι σίγουρο ότι καιροί οργής και θλίψης και οδύνης ανοίγονται μπροστά μας. Αυτούς δεν πρόκειται να τους γλιτώσουμε. Μα υπάρχει και κάτι που φεγγίζει μες στο σκότος, κάτι παυσίλυπο και πανσθενές. Και δεν είναι άλλο από το φως του εκ Παρθένου Τεχθέντος. Που όμως δεν θα λάμψει μέσα μας καταναγκαστικά, αλλά μόνο αν το θελήσουμε ειλικρινά και το ζητήσουμε εμπράκτως. Είναι πάντως το μοναδικό που μπορεί να διασπάσει τα ερέβη και να καταυγάσει το ζοφερό τοπίο.
Καλά Χριστούγεννα, λοιπόν! Και καλά Χριστούγεννα δεν μπορούν ασφαλώς παρά να είναι μόνο Χριστούγεννα πνευματικά. Χριστούγεννα με ανάνηψη, μετάνοια και αγώνα! Ο
διωγμός που ζούμε – και που θα κλιμακωθεί – ας γίνει η αφορμή για να το βρούμε επιτέλους αυτό το δύσβατο αλλά πολύτιμο μονοπάτι. Και με αφετηρία τη Γέννησή Του, ας κρατήσουμε μόνιμα πλέον τα κουρασμένα και σκονισμένα μας βήματα μέσα σε αυτό.
Καλά Χριστούγεννα, ομότροποι και συνοδοιπορούντες. Ο εκ Παρθένου τεχθείς είη μεθ’ ημών. Καλή δύναμη και καλή λευτεριά…