Αρχιμ. Ιωαννίκιος Γιαννόπουλος: Η πίστη είναι γνώρισμα της αγαθής καρδιάς
Ὁ άγιος Νεκτάριος αποδεικνύεται δια του λόγου του προφητικός και σύγχρονος, προσεγγίζει και δίδει λύσεις στους σύγχρονους προβληματισμούς, που απασχολούν τον μοντέρνο άνθρωπο της κοινωνίας μας
Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου / Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς
Την δεύτερη κατά σειρά ομιλία του με θέμα: «Σκέψεις για την αποδεικτικότητα της πίστεως σύμφωνα με τον Άγιο Νεκτάριο», πραγματοποίησε ο Αρχιμανδρίτης Ιωαννίκιος Γιαννόπουλος, από την Ιερά Μητρόπολη Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, την Τετάρτη 18 Οκτωβρίου. Η ομιλία δόθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…» που οργανώνει ο Ιερός Ναός.
Της ομιλίας προηγήθηκε Ιερά Παράκληση προς την Υπεραγία Θεοτόκο την Βηματάρισσα, την Βατοπαιδινή, αντίγραφο της οποίας φυλάσσεται στον Ναό.
Ο π. Ιωαννίκος ξεκίνησε με αναφορά στον Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο, ο οποίος στην αρχή του Ιερού Ευαγγελίου του, περιγράφει το περιστατικό από την κλήση των πρώτων μαθητών. Ως εκ τούτου κάνει λόγο για την κλήση του Ναθαναήλ από τον Φίλιππο: «έρχου και ίδε!» και την σπουδαία ομολογία, του, αρχικά προβληματισμένου, Ναθαναήλ, όταν γνώρισε τον Κύριο: «διδάσκαλε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο Βασιλιάς του Ισραήλ».
Ἡ πίστη του Ναθαναήλ ήταν το επίκεντρο της ομιλίας. Εξετάστηκαν οι προϋποθέσεις της και οι παράγοντες, που αποδεικνύουν την πίστη, αληθινή και βεβαία. Αλλά οδηγό σε αυτήν την ανάλυση, είχε τον λόγο «Περί πίστεως», του Αγίου Νεκταρίου, επισκόπου Πενταπόλεως.
Κατά την ομιλία του, ο άγιος, αφού παραθέτει το ρητό, που προαναφέραμε, τονίζει την θαυμαστή ταχύτητα της πίστεως του Ναθαναήλ. Ἡ αντιπαραβολή ανάμεσα στην δυσπιστία του σκληροτράχηλου Ισραηλιτικού λαού και της αμεσότητας της πίστεως και ομολογίας του Ναθαναήλ, δείχνει την αυθεντικότητα της πίστεώς του. Η πίστη είναι γνώρισμα της αγαθής καρδιάς, ενώ η απιστία αποτελεί έκφραση της δολίας καρδιάς.
«Ο αγαθός την καρδίαν άνθρωπος πιστεύει: α. Με την έρευνα και παρατήρηση του περιβάλλοντος, β. Με την αποκάλυψη του Θεού ως ποιητικού αιτίου της κτίσεως, γ. Με την αναγωγή στον Θεό και με την ευχαριστιακή δοξολογία Του.
Τίθεται το ερώτημα: Είναι καλή η περιέργεια στα ζητήματα της πίστεως;
Πέραν του αγιογραφικού «ερευνάτε τας Γραφάς», πρέπει να τονιστεί, ότι μια τέτοιου είδους περιέργεια είναι καλή και αναγκαία. Διότι ὁ άνθρωπος επιθυμεί να βεβαιωθεί σχετικά με την αξιοπιστία και την πραγματικότητα της πίστεως.»
Ἡ αποδεικτική διαδικασία κάθε επιστήμης διαφέρει, συνέχισε. Όλες οι θεωρίες των διαφόρων επιστημών δεν επιδέχονται τις ίδιες αποδείξεις. Κάθε επιστημονική θεωρία έχει τον δικό της τρόπο αποδείξεως, αναλόγως με την φύση και τον χαρακτήρα καθεμιάς από αυτές.
Ανέφερε έτσι παραδείγματα του αγίου Νεκταρίου επί της πίστεως και Θεολογίας. Για παράδειγμα δεν είναι δυνατόν η χρήση της φυσικής αποδείξεως, η οποία λαμβάνεται από τις καταληπτές ενέργειες των ορατών υλικών κτισμάτων, αυτή η ίδια αποδεικτική διαδικασία να λάβει χώρα επί των ακαταλήπτων βουλών του Θεού. Ο οποίος είναι αόρατος και πάνσοφος και παντοδύναμος και ενεργεί αοράτως, ο οποίος διά της Θείας Χάριτος εμπνέει και αλλοιώνει τις αρχές, τις πεποιθήσεις και τα πιστεύω των ανθρώπων!
Σε ποιά επιστημονική λ.χ. έρευνα θα μπορούσε να υποβληθεί η πίστη του Ναθαναήλ; Σε ποιά η ομολογία του αποστόλου Πέτρου; Σε ποιά η πρόσκληση του αποστόλου των εθνών Παύλου;
Από όλα αυτά κατανοεί κανείς, σημείωσε ο ομιλητής, ότι αφού κάθε επιστήμη κατέχει και εγκολπούται τον δικό της αποδεικτικό λογισμό για την απόδειξη των θεωρημάτων της, συνεπάγεται, ότι και η Θεολογία κατέχει και εγκολπούται τις δικές της αποδείξεις, οι οποίες μάλιστα προσιδιάζουν προς τον θεωρητικό της χαρακτήρα.
Δεν είναι προϊόν επιστημονικής και λογικής αποδεικτικής διαδικασίας η πίστη. Δεν αποδεικνύεται με την ανθρώπινη σοφία, με την επιστημονική διανόηση και τον ορθολογισμό.
Για ποιό λόγο συμβαίνει να μην μπορεί η πίστη να αποδεικνύεται με την ανθρώπινη σοφία; Για να μην τυχόν λογισθεί ἡ πίστη μας προϊόν της ανθρώπινης σοφίας και διανοίας, αλλά να φανεί ότι είναι έργο και κατασκεύασμα της δυνάμεως του Θεού.
«Δύο είναι οι μέθοδοι και οι τρόποι με τους οποίους αποδεικνύεται η πίστη, κατά τον απόστολο Παύλο. Πρώτον η απόδειξη του Πνεύματος και δεύτερον ἡ απόδειξη της δυνάμεως.
Απόδειξη του πνεύματος είναι τα θαύματα. Τα θαύματα ως μία πραγματικότητα, πού απορρέει από την πίστη, υπερβαίνουν την ανθρώπινη λογική. Ανήκουν στον χώρο του υπερφυσικού, δηλαδή ακριβώς αποδεικνύουν την παρουσία τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεού.
Απόδειξη της δυνάμεως είναι η συνέργεια και η βοήθεια της Θείας Χάριτος. Η συνέργεια και η βοήθεια της Θείας Χάριτος δομεί και εδραιώνει την πίστη μέσα στην καρδιά του καλοπροαίρετου ανθρώπου.»
Στην συνέχεια ο Άγιος Νεκτάριος στον λόγο του, επισημαίνει, ότι δεν μπορεί καμία μαθηματική ή άλλη επιστήμη να αποδείξει την αύξηση της Πρώτης Εκκλησίας σε τρεις αρχικά και πέντε κατόπιν χιλιάδες πιστών μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή και τον λόγο του απλού και αγραμμάτου αποστόλου Πέτρου.
Ένα ακόμη σημείο, που τονίζει ὁ άγιος στο πρώτο μέρος του λόγου του, είναι ότι η πίστη είναι ο ερμηνευτής και ο μόνος πιστός διερμηνεύς των Θείων αποκαλύψεων. Απόδειξη της θειότητας της πίστεως είναι η ίδια η πίστη μας, η οποία μας διαβεβαιώνει για την αγιότητα της.
Για την λογική απόδειξη θέτει δύο ερωτήματα στα οποία εν συντομία και απαντά:
Πρώτο ερώτημα: Πως κατόρθωσαν οι μαθητές, να ξεπεράσουν τόσα εμπόδια και να ιδρύσουν την Εκκλησία του Χριστού μέσα στα έθνη;
Δεύτερον ερώτημα: Ποιό συμφέρον είχαν από το κατόρθωμά τους αυτό, εάν αποσκοπούσαν σε κάτι και δεν αγωνίζονταν για την αλήθεια;
Πως, λοιπόν, επικράτησε η πίστη; «Βεβαίως, θείᾳ δυνάμει καὶ ἐνεργείᾳ» απαντά ο άγιος.
Στο δεύτερο ερώτημα απαντά δια ρητορικού ερωτήματος: τι συμφέρον είχαν οι απόστολοι να περιέρχονται όλη την οικουμένη «διωκόμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι… θανατούμενοι» απειλούμενοι με φοβερότατες θανατικές ποινές; Αυτό το παράτολμο εγχείρημα τους, αποδεικνύει, ότι το έκαναν υπέρ της αληθείας και όχι υπέρ κάποιου συμφέροντος ἤ κάποιας ιδέας ἤ ψεύτικης πλάνης.
Ολοκληρώνοντας ο π. Ιωαννίκιος σημείωσε:
«Ὁ άγιος Νεκτάριος αποδεικνύεται δια του λόγου του προφητικός και σύγχρονος, προσεγγίζει και δίδει λύσεις στους σύγχρονους προβληματισμούς, που απασχολούν τον μοντέρνο άνθρωπο της κοινωνίας μας.»