Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Παροναξίας, κ. Καλλινίκου, τελέστηκε το πρωί της Κυριακής (13/11) στον Ιερό Ναό Υψώσεως Τιμίου Σταυρού Χολαργού η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία και το Αρχιερατικό μνημόσυνο των Έξι θεωρούμενων ως υπεύθυνων για τις συνέπειες της Μικρασιατικής Εκστρατείας, οι οποίοι εκτελέστηκαν στις 15 Νοεμβρίου 1922 εντός του σημερινού πάρκου της ενορίας.
Τη μνήμη των πέντε πολιτικών (Δημήτριος Γούναρης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Νικόλαος Στράτος, Γεώργιος Μπαλτατζής, Νικόλαος Θεοτόκης) και του ενός στρατιωτικού (Γεώργιος Χατζανέστης) τίμησαν από πλευράς Δήμου Παπάγου-Χολαργού με την παρουσία τους τόσο ο Δήμαρχος, Ηλίας Αποστολόπουλος, όσο και οι Αντιδήμαρχοι Κοινωνικής Πολιτικής, Μαρία Μουντάκη-Αθανασάκου και Οικονομικών, Θανάσης Αυγουρόπουλος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, μετά το πέρας της Θείας Ευχαριστίας, παρεδόθη από τον Θεολόγο και πρώην Δημοτικό Σύμβουλο Παπάγου, Κωνσταντίνο Φιλιππακόπουλο, στον Πρόεδρο του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ιερού Ναού της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού Χολαργού, Αρχιμανδρίτη π. Συμεών Καλοπαναγιώτη, η μεταπτυχιακή εργασία του πρώτου, με θέμα το ιστορικό παρεκκλήσιο της Αναστάσεως, το οποίο κτίστηκε εις μνήμην των Έξι λίγα χρόνια μετά από την εκτέλεσή τους, πλησίον του τόπου μαρτυρίου τους.
Θυμίζουμε ότι την 28η Νοεμβρίου 1926, ύστερα από τετραετή απαγόρευση, έλαβε χώρα το πρώτο πάνδημο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής των έξι τυφεκισθέντων. Αργότερα, όταν οι αντιθέσεις καταλάγιασαν, μέλη των οικογενειών των τυφεκισθέντων και άλλοι φίλοι τους σκέφτηκαν να ανεγείρουν μικρή εκκλησία στον τόπο της εκτέλεσης.
Έτσι, τη 17η Νοεμβρίου 1934 (επέτειο των 12 ετών από την εκτέλεση), ξεκίνησε έρανος στα γραφεία των εφημερίδων «Καθημερινή» και «Βραδυνή», με σκοπό την αγορά της ευρύτερης περιοχής του χώρου της εκτέλεσης, την εκεί ανέγερση ναΐσκου και τη δημιουργία δασυλλίου πέριξ αυτού. Μέχρι τον Μάρτιο του 1935 είχαν συγκεντρωθεί πάνω από 1,6 εκατομμύρια δραχμές και έτσι αγοράστηκε τότε έκταση, 12 περίπου στρεμμάτων, περιβάλλουσα το κορυφαίο σημείο του δράματος. Ακολούθησε αναδάσωση και το Νοέμβριο του 1935 τέθηκε ο θεμέλιος λίθος του Ναού από τον τότε αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος, Παναγιώτη Τσαλδάρη.
Η οικοδομή, Βυζαντινού ρυθμού, με σχέδια του Αναστάσιου Ορλάνδου, περατώθηκε στο τέλος του 1937. Η Αγιογράφηση έγινε δια χειρός Δημήτριου Πελεκάση, το σύνολο δε της εσωτερικής διακόσμησης περατώθηκε λίγους μήνες πριν την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, τον Ιούλιο του 1940. Καμία επιγραφή δεν τοποθετήθηκε εσωτερικά ή εξωτερικά του Ναού, η οποία να δηλώνει το λόγο της ανέγερσής του.
Ενδιαφέρουσα είναι η «εικόνα της περιοχής του Ναού», την οποία βλέπει ο συγγραφέας-βιογράφος ενός εκ των εκτελεσθέντων, σε χρόνο κάπου προς το τέλος της δεκαετίας του 1940, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950:
«Τα έξι κυπαρίσσια και τα πεύκα υψώθηκαν και γύρω από το Ναό δημιούργησαν άλσος. Οι οικίες του συνοικισμού Χολαργός επεκτάθηκαν προς το μέρος αυτό και μία μικρή οδός τις χωρίζει από το χώρο της εκκλησίας. Τους χειμερινούς μήνες βασιλεύει ερημιά και μόνο μικρά πτηνά πετούν τιτιβίζοντας και ερευνώντας για σπόρους. Κάποτε, στέκονται για λίγο ώστε να ξεκουραστούν στις απέριττες πλάκες, αμέριμνα. Με τα πρώτα, όμως, μηνύματα της άνοιξης, ο ήλιος στέλνει την εαρινή ευλογία και η πολλή γύρη γέρνει τα κλαδιά των κυπαρισσιών. Ο άνεμος τη μεταφέρει στην καλή αττική γη. Τότε, στο αλσύλλιο αυτό -από τα ελάχιστα που κοσμούν τους αθηναϊκούς συνοικισμούς- ξεχύνεται αμέριμνα ο παιδόκοσμος του προαστίου και, ίσως λόγω της μικρής εκκλησίας, δεν θορυβεί. Ησυχία ειδυλλιακή βασιλεύει στον τόπο αυτό».
Ο Ναός καθιερώθηκε ως εκκλησία «της Αναστάσεως», αλλά είναι γνωστή και με το όνομα η εκκλησία «των Έξι». Μέχρι τη δεκαετία του 1950 υπήρξε ένας από τους λίγους ενοριακούς Ναούς του Χολαργού. Αργότερα, στο χώρο του αλσυλλίου ανεγέρθηκε και ο Ιερός Ναός της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, ο οποίος, έκτοτε, αποτελεί την κεντρική εκκλησία της ενορίας και στον οποίο ανήκει δια νόμου το σύνολο του πάρκου, πέριξ των οδών Αναστάσεως, Αρτέμιδος, Κορυτσάς και 8ης Μεραρχίας (πρώην Πεντέλης).