You are currently viewing ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ: Τιμήθηκαν οι “άντρισσες” γυναίκες των Τσεριτσάνων

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ: Τιμήθηκαν οι “άντρισσες” γυναίκες των Τσεριτσάνων

  • Reading time:1 mins read

Του π. Ηλία Μάκου

Το 1913, που απελευθερώθηκαν τα Γιάννινα, οι γυναίκες από τα Τσερίτσανα, αψήφησαν κινδύνους, δυσκολίες και σκαρφάλωσαν στα βουνά της Ολύτσικας, μεταφέροντας τα εξαρτήματα των πυροβόλων όπλων και κανονιών, πυρομαχικά, ρουχισμό και τρόφιμα για τους στρατιώτες όταν ο Ελληνικός Στρατός, έδινε την κρίσιμη μάχη για να πέσει η Μανωλιάσα και το Μπιζάνι.

Τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 1913 οι γυναίκες των Τσεριτσάνων υποστήριξαν με όλες τους τις δυνάμεις τον Ουλαμό Πυροβολικού του Τόμαρου, στα λεγόμενα «δυο βουνά» της Ολύτσικας, ώστε να χτυπηθούν από εκεί επιτυχώς οι τουρκικές οχυρές θέσεις.

Δεν δείλιασαν, αλλά βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή των μαχών, συμβάλλοντας και αυτές με τη δική τους παρουσία και ψυχή να ανοίξει ο δρόμος προς τη νίκη.

Ο δήμος Δωδώνης σε συνεργασία με την Τοπική Κοινότητα και τον Πολιτιστικό Σύλλογο Τσεριτσάνων, τίμησε τις γυναίκες αυτές, παρουσία του προέδρου της Βουλής Κων/νου Τασούλα, με κατάθεση στεφάνων, ενός λεπτού σιγή και αναφώνηση του εθνικού ύμνου από τους παριστάμενους.

Στεφάνια, εκτός από τον κ. Τασούλα, κατέθεσαν στο μνημείο των γυναικών των Τσεριτσάνων ο δήμαρχος Δωδώνης Χρήστος Ντακαλέτσης και οι πρόεδροι των Κοινοτήτων Τσεριτσάνων και Ασπροχωρίου Κωνσταντίνος Παππάς και Αναστάσιος Μπέλλος αντίστοιχα, η θεματική αντιπεριφερειάρχης Αγνή Νάκου – Δασούλα, ο δήμαρχος Σουλίου Γιάννης Καραγιάννης, ο αντιδήμαρχος του Δήμου Ιωαννιτών Βαγγέλης Πήχας, εκπρόσωποι του Στρατού, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού Ιωαννίνων.
Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν ακόμη η βουλευτής Ιωαννίνων Μαρία Κεφάλα, ο Αντιπεριφερειάρχης Ηπείρου Οδυσσέας Πότσης και οι Πρόεδροι της Κοινότητας Αρτοπούλας, Θεοχάρης Παπαδόπουλος και της Κοινότητας Λίππας, Χρήστος Ντάσιος.

Το αναμμένο λυχνάρι της λευτεριάς στους υπόδουλους Ηπειρώτες, άντρες και γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους , δεν έσβησε ποτέ.

Ούτε μια ημέρα, ούτε μια στιγμή, κατά τη μακραίωνη εκείνη νύχτα της Οθωμανικής δουλείας.

Αυτός ο πόθος δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τους Έλληνες της Τουρκοκρατίας. Η συνείδησή τους φωτιζόταν από άσβεστο φως.

Παιδομάζωμα, χαράτσι, φυλακή, αγχόνη, φόνοι και βασανιστήρια, δημεύσεις, διαπομπεύσεις και εξευτελισμοί, διωγμοί της Εκκλησίας και της Ελληνικής παιδείας, στάθηκαν ανίκανα να σβήσουν αυτό το φως και όταν ακόμη συντρίβονταν οι μικροί λυχνοστάτες.

Έκαιε και φώτιζε με την ανταύγεια της ελπίδας πάνω από τα ερείπια, τους τάσους, τα ματωμένα πρόσωπα.

Και φεγγοβολούσε και μεταβάλλονταν σε πυρσούς. Και οδήγησε στην έξοδο του Γένους, στην έξοδο των Ηπειρωτών από τη μαρτυρική πορεία μέσα στο πικρό σκοτάδι της σκλαβιάς.

Και σιγόφεγγε το φως στο λυχνάρι. Και τρεμόπαιζε το καντήλι και ζέσταινε την καρδιά.

Ώσπου, έλαμψε ξαφνικά… Και ανέβηκε μέχρι τον ουρανό η λάμψη και λευτέρωσε την Ελλάδα και… έκαψε την Τουρκιά.

Την φωτιά της ελευθερίας την άναψαν αίμα και δάκρυα, ο στεναγμός και η θυσία, ο αγώνας και η πίστη.