Του π. Ηλία Μάκου
Μέσα σε εορταστική ατμόσφαιρα αναβίωσε και φέτος, την Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου, ένα παλιό χριστουγεννιάτικο έθιμο , σε πλατεία των Ιωαννίνων (πλατεία Μάτσα μέσα στο Κάστρο), ώστε οι νέες γενιές να μην αποκοπούν από τις παραδόσεις και τις ρίζες μας, που είναι πηγή για τη ζωή μας.
Σε πλάκες, όπως τα αλλοτινά χρόνια, ψήθηκαν τα λεγόμενα «σπάργανα του Χριστού», σε μια όμορφη εκδήλωση με συντελεστές το Τμήμα Παραδοσιακών Χορών του Πνευματικού Κέντρου σε συνεργασία με τον ΟΚΠΑΠΑ, το 4ο ΚΑΠΗ και τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Το Κάστρο».
Ακολουθήσουν κάλαντα και γιαννιώτικοι χοροί από το Χορευτικό του Δήμου, καθώς και Ηπειρώτικο γλέντι.
Αλλά και στον Παραπόταμο Ηγουμενίτσας, την Κυριακή 17 Δεκεμβρίου, ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού πραγματοποίησε το έθιμο αυτό, με τη συμμετοχή κατοίκων και επισκεπτών.
Σε μια κοινωνία, που όλο και περισσότερο ξεθωριάζει ηθικά, τα ήθη και τα έθιμα των Χριστουγέννων τα παλαιά χρόνια, είναι ένα ζητούμενο και όχι μόνο μια νοσταλγία, είτε γι’ αυτούς, που τα έζησαν, είτε για όσους τα άκουσαν.
Τα «Σπάργανα του Χριστού», οι τηγανίτες, δηλαδή των Χριστουγέννων, αποτελεί ένα έθιμο διαδεδομένο, από τα βάθη του χρόνου, στην Ήπειρο και συμβολίζουν το σπαργάνωμα του Χριστού στη φάτνη.
Παλαιότερα πάνω στη μαυρόπλακα, μια βαριά ίσια πέτρινη πλάκα, που πριν χρησιμοποιηθεί ζεσταινόταν, η γιαγιά του σπιτιού συνήθως, έψηνε, την παραμονή των Χριστουγέννων, «τα σπάργανα του Χριστού» με χυλό από αλεύρι, νερό και αλάτι.
Τα παιδιά περίμεναν όλο χαρά τις τηγανίτες να τις φάνε ζεστές, τρυφερές, βουτηγμένες σε ζάχαρη, μέλι, πετιμέζι, ό,τι είχε το σπίτι τους. Μπορεί να μην απολάμβαναν τότε ότι απολαμβάνουμε εμείς σήμερα, ωστόσο ένιωθαν ομορφιά, αγαλλίαση και ειρήνη.
Υπήρχαν πολλές παραλλαγές, ανά περιοχή της Ηπείρου ως προς την παρασκευή «των σπαργάνων του Χριστού».
Γερόντισσες νοικοκυρές έριχναν μια κουτάλα από το χυλό στην πυρωμένη πέτρα ή λαμαρίνα, άνοιγαν τη ζύμη να γίνει μεγάλη και την έψηναν και από τις δύο πλευρές. Έφτιαχναν μ’ αυτόν τον τρόπο αρκετά φύλλα. Παράλληλα ανακάτευαν καρύδι με κανέλα, ζάχαρη, και γαρίφαλο και δημιουργούσαν ένα μείγμα. Έστρωναν ένα φύλλο ζύμη, έριχναν από πάνω το μείγμα και συνέχιζαν το στρώσιμο. Στο τέλος το σιροπιάζανε.
Το έθιμο των «σπαργάνων του Χριστού», όπως και τα υπόλοιπα έθιμα έχουν, εκτός από το κοινωνικό, και ένα πνευματικό νόημα. Να αφήσουμε να γεννηθεί μέσα μας ο Χριστός.
Να νιώσουμε, επιτέλους, ότι «Χριστός γεννάται» όχι μόνο στη Βηθλεέμ, όχι μόνο σ’ έναν γιορταστικό διάκοσμο, που δεσπόζει κάποιο στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο, όχι μόνο στο πλούσιο σε εδέσματα τραπέζι, αλλά και στις καρδιές μας.
Οι γιορτές των Χριστουγέννων, αν δεν τις περνάμε αφηρημένα και άσκεφτα, μας δίνουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να υψωθούμε πάνω από την καθημερινή πεζότητα και πνευματική φτώχεια, να αντικρίσουμε τα πρότυπα και τα ιδανικά μας, να θυμηθούμε πως σκοπός μας του αν-θρώπου είναι το άνω-θρώσκειν, είναι η άνοδος, είναι ο ουρανός.
Να, γιατί γιορτάζουμε Χριστούγεννα… Για να γεννηθεί ο Χριστός και στις καρδιές μας. Συμφωνείτε; Δεν λέτε όχι. Αυτό είναι το κακό με όλους μας. Ότι το “ναι”, το “συμφωνούμε” δεν έχει συνέπεια. Και αυτό είναι, που σταυρώνει τον Χριστό πριν γεννηθεί. Η ασυνέπειά μας.
Ζούμε σ’ έναν κόσμο, που δεν τολμούμε πια να πιστεύουμε σε τίποτα, γιατί μας έμαθαν να αρνούμαστε τα πάντα, σ’ έναν κόσμο, που δεν περιμένει πια τίποτε, γιατί του τα υποσχέθηκαν όλα.
Και έρχεται ο ουρανός να απαντήσει στην απόγνωση της γης. Χριστούγεννα! Ο Θεός στη γη μας. Κοντά σου και κοντά μου. Το πιστεύουμε; Αν όχι, γιατί γιορτάζουμε; Θα πείτε από συνήθεια. Και όμως ο Χριστός, που γεννιέται όλος αγάπη, μπορεί να σπάσει την καθημερινότητα και να δώσει ό,τι πραγματικά μας λείπει.
π. Ηλίας Μάκος